Ένας τελικός Κυπέλλου Ελλάδας κάποτε…
ΟΑΚΑ, 8 Μαΐου 1988, τελικός Κυπέλλου Ελλάδας. Αντίπαλοι οι «συνήθεις ύποπτοι» Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός. Ο ΠΑΟ βολόδερνε στην πέμπτη θέση της βαθμολογίας, έχοντας, ωστόσο, πραγματοποιήσει εξαιρετική πορεία στο UEFA, αποκλείοντας Οσέρ, Γιουβέντους και Χόνβεντ. Οι δε «ερυθρόλευκοι» ζούσαν καταστάσεις κοσμογονίας.
Μετά από ένα εφιαλτικό ξεκίνημα, είχε αγοράσει την ομάδα ο κροίσος (μετέπειτα μεγαλοαπατεώνας) Γιώργος Κοσκωτάς φέρνοντας στο λιμάνι ό,τι αξιόλογο κινείτο στην ποδοσφαιρική αγορά. Ωστόσο, το comeback του Ολυμπιακού περιορίστηκε στην κατάκτηση της όγδοης θέσης στο πρωτάθλημα, πράγμα που σήμαινε πως μοναδική δίοδος για την Ευρώπη ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου - κάτι που ίσχυε και για τον «αιώνιο» αντίπαλό του.
Να βρεις εισιτήρια στα ταμεία, αδύνατο. Αναγκαστικά κατέληγες στην Ομόνοια και έκανες γύρους πάνω κάτω μέχρι να ακούσεις τη μαγική φράση «Έχω Ολυμπιακό, λέγετε!» από κάποιον από τους κλασικούς τρεις τέσσερις μαυραγορίτες της εποχής. Καταβάλλοντας μερικά παραπάνω κατοστάρικα από την κανονική τιμή, βρήκα τελικά στο πέταλο.
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Πηγαίνω στο γήπεδο ακριβώς σαράντα χρόνια. Τέτοια ατμόσφαιρα δεν νομίζω πως ξανάζησα ποτέ. Ένα Ολυμπιακό Στάδιο τίγκα, μισό κόκκινο και μισό πράσινο, με σαράντα χιλιάδες Ολυμπιακούς από τη μία και άλλους τόσους Παναθηναϊκούς από την άλλη. Ανάμεσά τους μόνο μια γραμμή από ΜΑΤ - δεν είχαν καν εφευρεθεί ακόμα οι «νεκρές» ζώνες. Και μη μου πει κανείς πως τότε δεν υπήρχε βία στα γήπεδα...
Αν και μέτριο ποιοτικά, το ματς ήταν συγκλονιστικό. 2-2, 4-3 υπέρ του ΠΑΟ στα πέναλτι. Αγωνία, ένταση, πάθος. Τρία πέναλτι, το ένα πιο καραμπινάτο από το άλλο, κάτι όμως που δεν εμπόδιζε τους αμυντικούς να διαμαρτύρονται έξαλλα κάθε φορά στον διαιτητή Βουτσαρά. Ο αδικοχαμένος Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες να σκοράρει στα δύο από αυτά, αλλά να ηττάται από τον Νίκο Σαργκάνη στο πέμπτο και κρισιμότερο της διαδικασίας που έκρινε τον κυπελλούχο.
Ένα παιχνίδι από αυτά που σε ανδρώνουν ως φίλαθλο, που σου δίνουν τη δυνατότητα να λες «Ναι, ήμουν μέσα» και να νιώθεις περήφανος.
Τι με έπιασε και τα γράφω όλα αυτά; Μα για να κάνω συγκρίσεις με τον φετινό τελικό. Αυτό το ΑΕΚ - ΠΑΟΚ, που διεξήχθη σε μια άσχετη με τις δύο ομάδες πόλη, παρουσία σαράντα φιλάθλων. Καμία ομάδα δεν είχε τιμωρηθεί για επεισόδια ούτε ενέσκηψε κάποια θανατηφόρα πανδημία. Απλώς έτσι γίνεται τα τελευταία χρόνια λόγω ανικανότητας της πολιτείας και της διοργανώτριας αρχής. Κάποτε ο τελικός του Κυπέλλου Ελλάδας ήταν μια αληθινή ποδοσφαιρική γιορτή. Σήμερα δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια αγγαρεία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ