Παπαμακάριος: «Να έμπαινε το σουτ στο Τελ Αβίβ…»

Ο Μανώλης Παπαμακάριος μιλά στο «ΦΩΣ» και ξυπνά «ερυθρόλευκες» αναμνήσεις. Ο Καζλάουσκας και ο Γκέρσον, η προ διετίας πρόταση του Ολυμπιακού, ο Σπανούλης και οι Αγγελόπουλοι, η εθνική ομάδα, η προπονητική και φυσικά οι εξελίξεις στον Ήφαιστο Λήμνου.

Παπαμακάριος: «Να έμπαινε το σουτ στο Τελ Αβίβ…»

Μπορεί να έμεινε τρία χρόνια στον Ολυμπιακό, αλλά «δέθηκε» όσο λίγοι με την ομάδα, ενώ υπήρξε και αρχηγός των «ερυθρολεύκων»! Τα χρόνια πέρασαν, αλλά η σύνδεσή του με την ομάδα παραμένει βαθιά, έχει διάρκεια και φαίνεται μάλιστα και από την προ διετίας πρόταση που δέχθηκε - όπως μας λέει ο ίδιος - από τον Ολυμπιακό για να αναλάβει υπεύθυνος ακαδημιών.

Ο λόγος για τον Μανώλη Παπαμακάριο, ο οποίος αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό από το 2005 έως το 2008. Αρχικά σε μια μεταβατική χρονιά, με τους Αγγελόπουλους να έχουν αναλάβει τα ηνία και με τον ΓιόναςΚαζλάουσκας στην τεχνική ηγεσία να πορεύεται κυρίως με νέα παιδιά, στη συνέχεια με τον Πίνι Γκέρσον και την πρώτη «άνοδο» του μπάτζετ με την απόκτηση του Άρβιντας Ματσιγιάουσκας, σε μία χρονιά που τη «σημάδεψε» το περιβόητο non call (μη σφύριγμα), και μετέπειτα με τη γενιά των Ελλήνων ’85άρηδων που μάζεψε ο Ολυμπιακός, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει τον δικό του ελληνικό κορμό.

Το «ΦΩΣ» συνομίλησε με τον Μανώλη Παπαμακάριο για τα χρόνια εκείνα στον Ολυμπιακό, αλλά και τις εξελίξεις στον Ήφαιστο Λήμνου, στην ομάδα στην οποία διατελούσε χρέη αθλητικού διευθυντή και υπευθύνου ακαδημιών.

Μανώλη, ας ξεκινήσουμε από τον Ήφαιστο. Η αποχώρηση της οικογένειας Μπούμπουρα ήταν ξαφνική και για σας ή είχε συζητηθεί κάτι πιο πριν;

«Ήταν μία απόφαση την οποία δεν γνωρίζαμε. Είχαμε αφουγκραστεί κάποια πράγματα, αλλά δεν ήμασταν σίγουροι. Είναι μία απόφαση από την οικογένεια που νομίζω πως έχει παρθεί με πόνο καρδιάς, γιατί αυτά τα δυόμισι χρόνια που βρίσκεται στο μπάσκετ έχει δείξει ότι έχει αγαπήσει πάρα πολύ όλο αυτό το εγχείρημα. Τώρα τους λόγους για τους οποίους πάρθηκε αυτή η απόφαση τους ξέρει καλύτερα η οικογένεια Μπούμπουρα και νομίζω θα πρέπει να τη σεβαστούμε όλοι μας. Είναι πολύ λυπηρό πάντως. Το ελληνικό μπάσκετ δεν έχει την πολυτέλεια να χάνει ανθρώπους σαν την οικογένεια Μπούμπουρα και νομίζω ότι θα πρέπει να προβληματίσει αρκετά αυτούς που έχουν την ηγεσία στον χώρο του μπάσκετ».

Δεν είναι μόνο η οικογένεια Μπούμπουρα που αποχωρεί, αλλά γενικότερα βλέπουμε να φεύγουν επενδυτές από το μπάσκετ, όπως ο Ζομπανάκης από το Ρέθυμνο, οπότε αντιλαμβανόμαστε πως… κάτι δεν πάει καλά.

«Νομίζω, πως έχει επηρεάσει όλους οικονομικά αυτή η κρίση με τον κορονοϊό. Είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να σεβαστούμε. Αλλά νομίζω ότι υπάρχουν και άλλα βαθύτερα αίτια που θα ήταν ενδιαφέρον να τα ακούσουμε από τους ανθρώπους που έχουν καταθέσει όχι μόνο χρήμα, αλλά και πάρα πολλές εργατοώρες και έχουν στηρίξει το ελληνικό μπάσκετ τα τελευταία χρόνια».

Απ’ ό,τι διαβάσαμε στην ανακοίνωση, πάντως, είπαν πως τις ακαδημίες θα τις κρατήσουν και θα τις στηρίξουν. Παραμένεις κανονικά και εσύ σε αυτό το κομμάτι;

«Περιμένουμε τις ανακοινώσεις. Ίσως γίνει κάποια συνέντευξη Τύπου τις επόμενες ημέρες ή κάποια τοποθέτηση από την οικογένεια. Έχουμε κάνει κάποιες συζητήσεις, για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους οι ακαδημίες και να συνεχίσω και εγώ, αλλά θα τα μάθουμε όλα από τον Σπύρο Μπούμπουρα όταν θα κάνει τις ανακοινώσεις».

Μιλήσαμε για τις αποχωρήσεις επενδυτών από το μπάσκετ. Την απόφαση του Ολυμπιακού να μη συμμετάσχει στο ελληνικό πρωτάθλημα πώς την είδες;

«Προφανώς το ελληνικό μπάσκετ δεν έχει την πολυτέλεια να μην έχει τον Ολυμπιακό στην Α1. Νομίζω ότι πρέπει να συσπειρωθούν όλοι οι παράγοντες, όσες διαφωνίες υπήρχαν και υπάρχουν, να βρεθεί η χρυσή τομή, ώστε το ελληνικό μπάσκετ να «ανθίσει» και να πάρει τη θέση που του πρέπει στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Ακούω πολλές απόψεις, όπως να κάνουμε ένα πρωτάθλημα με 10 ομάδες που θα είναι σοβαρές κ.τ.λ., αλλά εγώ βλέπω πως μόνο σοβαροί παράγοντες φεύγουν από το ελληνικό μπάσκετ και δεν βλέπω κάποιον άλλον να αποχωρεί από το μπάσκετ. Οπότε μάλλον πρέπει να δούμε άλλα θέματα, που σηκώνουν μεγάλη συζήτηση: Ποιοι είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες των ομάδων, τι εκπροσωπούν, πού βρίσκονται; Γιατί ακούμε πολλά…»

Ο ΠΣΑΚ και οι παίκτες έχουν κάνει κάποιες προτάσεις για τη μείωση των ξένων, αλλά αν μειωθούν οι ομάδες θα μειωθούν και οι Έλληνες παίκτες, στους οποίους πρέπει να στηριχθούν για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν. Γιατί προφανώς ο Έλληνας παίκτης είναι πιο οικονομικός από έναν ξένο.

Ο ΠΣΑΚ αρχικά δεν είχε κληθεί από τον ΕΣΑΚΕ στο τραπέζι των συζητήσεων. Και σε ρωτάω γιατί υπήρξες πρόεδρος στον ΠΣΑΚ.

«Ήμουν αρκετά χρόνια στον ΠΣΑΚ και έχω ασχοληθεί ενεργά με όλα αυτά τα ζητήματα. Θα ήθελα ο λόγος των παικτών αλλά και των προπονητών να λαμβάνεται υπόψη. Όταν γίνεται υγιής διάλογος και όχι «σε ακούμε απλά για να σε… ακούσουμε», μέσα από τις διαφωνίες μπορεί να προκύψει μια πολύ καλή σύνθεση και το μπάσκετ να πάρει μπροστά».

Θέλω να περάσουμε στον Ολυμπιακό και να μας πεις πώς βλέπεις τις αλλαγές που έχουν συμβεί στην ομάδα και τη νέα προσπάθεια που ξεκινά με τον Γιώργο Μπαρτζώκα.

«Η κίνηση που έκανε η ομάδα να δώσει τα ηνία στον κόουτς Μπαρτζώκα ήταν η ενδεδειγμένη. Αγαπά την ομάδα, το έχει δείξει, έχει φέρει πολύ καλά αποτελέσματα και έχει την μπαγκέτα για να φτιάξει ένα ρόστερ ανταγωνιστικό στην Ευρωλίγκα. Είναι ευχής έργον που στην ομάδα είναι οι αδερφοί Αγγελόπουλοι, που έχουν δείξει όλα αυτά τα χρόνια την αγάπη τους για τον σύλλογο. Υπήρξαν κάποιες δυσκολίες, που -απ’ ό,τι έχω ενημερωθεί- ανήκουν πια στο παρελθόν και το τμήμα λειτουργεί στην εντέλεια. Είναι θέμα χρόνου ο Ολυμπιακός να γίνει ανταγωνιστικός, να προσφέρει θέαμα ανάλογο με αυτό που θέλουν οι οπαδοί του και -γιατί όχι- να φτάσει ξανά στην κορυφή της Ευρώπης».

Έχοντας ζήσει σε διαφορετικές εποχές τον Ολυμπιακό, αρχικά σε μία φάση αναδόμησης με τον Καζλάουσκας και εν συνεχεία με τον Γκέρσον και πιο «βαριά» ονόματα, όπως ο Ματσιγιάουσκας, τι έλειψε τότε, τι στοίχισε και δεν έφτασε ο Ολυμπιακός στην επιτυχία;

«Με τον Γιόνας Καζλάουσκας ξεκινήσαμε με νεαρά παιδιά και κάποιους Αμερικανούς που δεν ήταν μεγάλα ονόματα, αλλά με ένα τρομερό κλίμα και πάρα πολλή δουλειά κάναμε αρκετά βήματα προόδου. Νομίζω ότι αυτό που μας κράτησε λίγο πίσω είναι που πήγε στην Εθνική Κίνας ο κόουτς και δεν συνεχίστηκε το πλάνο που υπήρχε, ώστε την επόμενη χρονιά να έρχονταν δύο-τρία πιο έμπειρα παιδιά. Άλλαξε λίγο η φιλοσοφία της ομάδας με τον ερχομό του κόουτς Γκέρσον. Καταξιωμένος προπονητής, αλλά θεωρώ πως δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία και στο ρόστερ της ομάδας, γιατί τα νεαρά παιδιά έπρεπε να δουλευτούν και να εξελιχθούν μέσα στην πορεία του χρόνου. Νομίζω πως αυτός ήταν ο παράγοντας, και εκτός των άλλων είχαμε απέναντί μας μια πολύ καλή ομάδα όπως είναι ο Παναθηναϊκός, με έναν πολύ καλό προπονητή, με έναν πολύ καλό κορμό Ελλήνων παικτών που ήταν χρόνια μαζί. Υπήρχαν και κάποιοι εξωγενείς παράγοντες σε κάποιες περιπτώσεις -τώρα δεν θέλω να τους αναφέρω, όλοι γνωρίζουν σε τι αναφέρομαι…- και δεν καταφέραμε να κάνουμε κάτι καλό εκείνες τις χρονιές».

Υπάρχει κάτι, σε αυτή την τριετία που ήσουν στον Ολυμπιακό, που θα ήθελες να αλλάξεις; Κάποιο ματς στο οποίο θα ήθελες να παίξεις ξανά;

«Θα ήθελα να είναι διαφορετική η κατάληξη του τριπόντου που είχα κάνει στο Τελ Αβίβ και δεν μπήκε... Ήταν άστοχο, δεν μπήκε και δεν πήγαμε στην παράταση. Θα είχαμε ένα έξτρα πεντάλεπτο για να διεκδικήσουμε την είσοδο στο φάιναλ 4, που νομίζω ότι θα ήταν πάρα πολύ σημαντικό για την ομάδα αλλά και τον κόσμο της».

Είναι πιο «βαρύ» να είσαι αρχηγός στον Ολυμπιακό; Βαραίνει περισσότερο τις πλάτες σου;

«Είναι πώς το νιώθει κάποιος. Δεν νομίζω πως μόνο το περιβραχιόνιο σε κάνει να νιώσεις το βάρος, πρέπει να το έχεις και μέσα σου, ώστε να μπορείς να κερδίσεις τον σεβασμό και να εμπνεύσεις τους συμπαίκτες σου. Μόνο το περιβραχιόνιο δεν σ’ το δίνει αυτό. Θεωρώ ότι με την όλη συμπεριφορά μου, όλα αυτά τα τρία χρόνια, είχα μια πολύ καλή συνεργασία και με τη διοίκηση και με τους προπονητές με τους οποίους συνεργάστηκα, αλλά προπάντων έχω κάνει φιλίες ζωής με πολλά παιδιά που ήμασταν μαζί -συνεχίζουμε και έχουμε ακόμα επαφές- και νομίζω πως είναι το μεγαλύτερο εφόδιο ζωής που πήρα από τον Ολυμπιακό».

Αυτή η σχέση, που λες, βλέπουμε πως έχει διάρκεια μέσα στον χρόνο. Στο παιχνίδι της Λήμνου με τον Ολυμπιακό σε βράβευσε η Θύρα 7, ενώ γενικότερα θεωρείσαι μέλος της «οικογένειας» του Ολυμπιακού…

«Ακριβώς έτσι νιώθω και εγώ. Έχω φύγει από τον Ολυμπιακό αρκετά χρόνια, αλλά όποτε βρίσκομαι στο ΣΕΦ βρίσκω φίλους και γνωστούς, που περάσαμε ωραίες στιγμές. Είναι σχέσεις ζωής και αυτό είναι το πιο σημαντικό».

Είχες ποτέ πρόταση για κάποιο ο πόστο;

«Πριν γίνω βοηθός προπονητή στη Λήμνο, είχα πρόταση να αναλάβω υπεύθυνος ακαδημιών στον Ολυμπιακό. Πριν από δύο χρόνια μού είχε γίνει αυτή η πρόταση. Επέλεξα να έρθω στη Λήμνο, αλλά είμαι πολύ τυχερός γιατί ξέρω πως οι δύο φίλοι μου που βρίσκονται στο τιμόνι των ακαδημιών του Ολυμπιακού και της ομάδας στην Α2, όπως έχουν γίνει τα πράγματα, ο Δημήτρης Τσαλδάρης και ο Νίκος Μπάρλος, κάνουν εξαιρετική δουλειά και είμαι πολύ περήφανος για αυτούς και χαίρομαι απίστευτα».

Ποιον παίκτη από την καριέρα σου έχεις ψηλά;

«Πολλά παιδιά… Ο Γιάννης Μπουρούσης είναι αδελφικός μου φίλος. Παιδιά που ξεκινήσαμε από το Περιστέρι μαζί, όπως ο Κώστας Τσαρτσαρής. Παιδιά που παίζαμε στην εθνική ομάδα μαζί από 15 χρόνων, όπως ο Αντώνης Φώτσης, ο Λάζαρος Παπαδόπουλος. Αντίπαλοι, αλλά παράδειγμα για όλα τα παιδιά είναι ο Δημήτρης Διαμαντίδης που ήμασταν μαζί στην εθνική ομάδα και ο Βασίλης Σπανούλης, όχι μόνο για το παικτικό κομμάτι του, αλλά για την εγκεφαλική προσήλωση στο άθλημα. Είναι πάρα πολλά παιδιά… Ο Νίκος Ζήσης, ο Θοδωρής Παπαλουκάς. Με όλα αυτά τα παιδιά είχα τη χαρά και την τιμή να είμαστε συμπαίκτες στην Εεθνική ομάδα, αλλά και να παίζουμε αντίπαλοι και στο ελληνικό πρωτάθλημα και στην Ευρωλίγκα. Νομίζω ότι όλος αυτός ο ανταγωνισμός που υπήρχε έκανε το ελληνικό πρωτάθλημα να απογειωθεί και την εθνική ομάδα να πάρει διακρίσεις».

Μιας και ανέφερες την Εθνική. Έμεινε απωθημένο το ότι δεν πήγες σε μία μεγάλη διοργάνωση; Ήσουν εκεί πιστός στρατιώτης και κοβόσουν για διαφόρους λόγους τελευταίος.

«Κοίτα… απωθημένο… Δεν θα ήθελα να χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη γιατί θα σήμαινε πως δεν είχα δώσει τον καλύτερο εαυτό μου για να διεκδικήσω τη θέση που μου άρμοζε. Προφανώς είχα μπροστά μου παίκτες τους οποίους ο προπονητής έκρινε εκείνη την περίοδο ότι ήταν πιο πλήρεις και είχε στο μυαλό του πως μπορούσαν να προσφέρουν περισσότερα πράγματα στην ομάδα. Νιώθω πολύ ικανοποιημένος από την προσπάθεια που έκανα κάθε φορά που βρισκόμουν στην εθνική ομάδα, ασχέτως αν κοβόμουν την τελευταία στιγμή -τέσσερις φορές έχει γίνει αυτό- αλλά δεν νιώθω αδικημένος σε κάτι. Δεν μου αρέσει να το παίζω αδικημένος ή να νιώθω αδικημένος. Νιώθω ότι έχω συμβάλει και εγώ, έστω ένα μικρό λιθαράκι, σε αυτές τις διακρίσεις της εθνικής ομάδας, και όπως πάντα, θα είμαι πιστός στρατιώτης της, από οποιοδήποτε πόστο μου ζητηθεί, οποιαδήποτε στιγμή μου ζητηθεί».

Έχεις στο μυαλό σου να συμβάλεις στα του μπάσκετ από άλλο πόστο, όπως βλέπουμε τώρα π.χ. με τον Παναγιώτη Φασούλα, που μαζεύει γύρω του πρώην παίκτες για τις εκλογές στην ΕΟΚ, ή έχεις «κλειδώσει» στο μυαλό σου την προπονητική;

«Όταν έπαιζα, πάντα με εξίταρε η ιδέα τού να γίνω προπονητής. Πολλές φορές έκανα κακό στον εαυτό μου ως παίκτης επειδή σκεφτόμουν προπονητικά. Δεν με εξιτάρει η ιδέα τού να μην είμαι μέσα στο προπονητικό κομμάτι. Προφανώς ενημερώνομαι για όσα συμβαίνουν στον χώρο του μπάσκετ και νομίζω πως αυτές οι υποψηφιότητες που υπάρχουν με τόσο μεγάλα ονόματα και τόσο αξιόλογους ανθρώπους δείχνουν πως το ελληνικό μπάσκετ έχει μεγάλη «δεξαμενή» ανθρώπων που ενδιαφέρονται γι’ αυτό, και θα κάνουν -όποιος κι αν βρεθεί στη θέση στη Ομοσπονδία- το καλύτερο δυνατό για την προώθηση του αθλήματος. Νομίζω ότι το ζητούμενο, για όσους από εμάς ασχολούμαστε με το μπάσκετ, είναι να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος που θα συσπειρώσει όλες τις δυνάμεις γύρω του. Γιατί το μπάσκετ είναι ομαδικό άθλημα, δεν είναι ομαδικό μόνο μέσα στο γήπεδο, είναι ομαδικό και έξω από αυτό. Αν γίνει αυτή η συσπείρωση νομίζω ότι μόνο καλά πράγματα θα προκύψουν».