Δεν υπάρχει καλύτερο ζεϊμπέκικο  και το χορέψαμε περισσότερο από όλα τα άλλα

Τραγούδι-σταθμός, για πολλούς λόγους, γραμμένο από ένα συνθέτη που δεν είχε καμία σχέση με τη λαϊκή μουσική, άφησε εποχή, χορεύτηκε και χορεύεται περισσότερο από κάθε άλλο.

Δεν υπάρχει καλύτερο ζεϊμπέκικο  και το χορέψαμε περισσότερο από όλα τα άλλα

Το 1971 ο Ελληνικός κινηματογράφος έπνεε τα λοίσθια. Μπαίνοντας η νέα δεκαετία, με την αισθητική της χούντας, είχε αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό τον λαϊκό πολιτισμό, με πρώτο θύμα το σινεμά. Τα μεγάλα ονόματα ωστόσο διατηρούσαν κάτι από τη λάμψη του ’60.

Στην δραματική κοινωνική ταινία Ορατότης μηδέν με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, ο Μίμης Πλέσσας, μουσικοσυνθέτης που δεν είχε καμία σχέση με το λαϊκό τραγούδι, χρειάστηκε ένα ζεϊμπέκικο, το οποίο θα χόρευε ο μεγάλος σταρ. Τους στίχους τους έγραψε με συνοπτικές διαδικασίες ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αλλά έλειπε η αδρή λαϊκή φωνή που θα έβαζε τη στάμπα της πάνω στο τραγούδι.

Ο Πλέσσας θυμήθηκε τότε τον Στράτο Διονυσίου, τον οποίο είχε γνωρίσει στο κέντρο ΣΟΥ ΜΟΥ με προτροπή του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τον φώναξε και ο Στράτος το είπε μια κι έξω. Ενθουσιάστηκε ο Πλέσσας, χάρηκε ο Διονυσίου, χαιρετήθηκαν και το πράγμα ξεχάστηκε. Όταν η ταινία βγήκε στους κινηματογράφους, αυτό που έκανε περισσότερο αίσθηση ήταν το συγκεκριμένο τραγούδι: «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου». Ο Διονυσίου έγινε ανάρπαστος από τη μια μέρα στην άλλη.

Υπήρχε όμως κι ένα πρόβλημα. Το τραγούδι δεν μπορούσε να γίνει δίσκος με τη φωνή του, καθώς ο Πλέσσας δεν συνεργαζόταν με την εταιρία του τραγουδιστή. Έμεινε στην ιστορία η ατάκα που ξεστόμισε ο Διονυσίου παίρνοντάς τον στο τηλέφωνο: «Δάσκαλε, μου έδωσες ένα ξεροκόμματο, γλυκάθηκα, και τώρα μου το παίρνουν πίσω».

Η γενναιοδωρία του Πλέσσα βοήθησε ώστε να ξεπεραστούν τα νομικά κωλύματα. Το τραγούδι κυκλοφόρησε με τη φωνή του Στράτου Διονυσίου. Δύο μήνες αργότερα στο Καυτατζόγλειο της Θεσσαλονίκης ογδόντα χιλιάδες άνθρωποι άναψαν αναπτήρες την ώρα που ο Διονυσίου υπό την καθοδήγηση του Πλέσσα, τραγουδούσε: «… Κι ούτε αδερφός, αγόρι μου, δεν νοιάστηκε για σένα…»

Πέρασε μισός αιώνας από τότε, ο Διονυσίου έχει φύγει εδώ και τριάντα χρόνια κι ακόμα χορεύουμε το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» με τη φωνή του που παραμένει αθάνατη, στιβαρή και αλάνθαστη όπως τότε.