Όταν ο Ουϊλτ Τσάμπερλεϊν πέτυχε 100 πόντους

Ήταν 2 Μαρτίου του 1962 όταν ο Ουϊλτον Νόρμαν Τσάμπερλεϊν πέτυχε το ακατόρθωτο: σημείωσε 100 πόντους στον αγώνα Φιλαδέλφεια Ουόριορς-Νιου Γιορκ Νικς 169-147.

Όταν ο Ουϊλτ Τσάμπερλεϊν πέτυχε 100 πόντους

Για πολλούς η έννοια «σούπερ σταρ του ΝΒΑ» ξεκινά από τον Μάικλ Τζόρνταν και καταλήγει στον ΛεΜπρον Τζέιμς, περιλαμβάνοντας τον Μάτζικ Τζόνσον, τον Λάρι Μπερντ, τον Τζούλιους Έρβινγκ. Συγκριτικά με τους απανταχού θαυμαστές του κορυφαίου πρωταθλήματος μπάσκετ, είναι λίγοι αυτοί που θα τοποθετούσαν ανάμεσα στους τρεις κορυφαίους τον Ουϊλτ Τσάμπερλεϊν, έστω κι αν τα επιτεύγματά του μόνο με αυτά του Τζόρνταν θα μπορούσαν να συγκριθούν. Και πάλι, ο «Air» θα έβγαινε χαμένος...

Ήταν 2 Μαρτίου του 1962 όταν ο Ουϊλτον Νόρμαν Τσάμπερλεϊν πέτυχε το ακατόρθωτο: σημείωσε 100 πόντους στον αγώνα Φιλαδέλφεια Ουόριορς-Νιου Γιορκ Νικς 169-147, στο Χέρσλι, κι αυτό είναι ένα από τα πολλά ρεκόρ του που μένουν ακατάρριπτα ακόμη και σήμερα, τέσσερις δεκαετίες μετά. Βάσει αριθμών ήταν αναμφίβολα ο καλύτερος μπασκετμπολίστας που έχει εμφανιστεί στην υφήλιο, ανώτερος ακόμη και από τον Τζόρνταν. Είναι ο μόνος στην ιστορία του ΝΒΑ που έχει ξεπεράσει τους 4.000 πόντους σε μία περίοδο, ενώ παραμένουν δικά του τα ρεκόρ στα συνεχόμενα εύστοχα σουτ (18), τα ριμπάουντ σε έναν αγώνα (55), τα περισσότερα συνεχόμενα παιχνίδια με +20 πόντους (126), και τον υψηλότερο μέσο όρο συμμετοχής (48,5 λεπτά την περίοδο 1961-62). Με άλλα λόγια, ο Τσάμπερλεϊν δεν καθόταν ποτέ στον πάγκο! Ηταν, επίσης, επτά συνεχείς φορές πρώτος σκόρερ στο ΝΒΑ (μόνο ο Τζόρνταν έχει ισοφαρίσει αυτό το επίτευγμα), ενώ ολοκλήρωσε την καριέρα του με μέσους όρους που σήμερα συναντούμε μόνο σε... βιντεοπαιχνίδια: σε 1.045 αγώνες είχε 30,1 πόντους, 22,9 ριμπάουντ, 4,4 ασίστ και 54% ευστοχία εντός παιδιάς.

«Οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια» είχε πει... διπλωματικά ο Οσκαρ Ρόμπερτσον, όταν τον ρώτησαν αν ο Τσάμπερλεϊν ήταν πράγματι ο κορυφαίος παίκτης στην ιστορία. Πέραν τούτου, όμως, ήταν μια ξεχωριστή προσωπικότητα, ένα φαινόμενο ύψους 2.15 και βάρους 130 κιλών, πρωτοφανές για την εποχή του. Γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου του 1936 στη Φιλαδέλφεια και από τα νεανικά του χρόνια έδειξε τις δυνατότητές του, όταν από το 1952 και για τρεις σεζόν οδήγησε το γυμνάσιο του Όβερμπρουκ σε ρεκόρ 19-2, 18-0 και 18-1, αντίστοιχα. Έλεγαν, τότε, ότι οι συμπαίκτες-συμμαθητές του έκαναν ειδική προπόνηση στις... άστοχες ελεύθερες βολές, ώστε ο Τσάμπερλεϊν να παίρνει το ριμπάουντ και να σκοράρει.

Το 1955 αποδέχεται την πρόταση του κολεγίου του Κάνσας και έναν χρόνο αργότερα οδηγεί την ομάδα στον τελικό του NCAA. Παρά την ήττα με ένα πόντο από το πανεπιστήμιο της Νορθ Καρολάινα, ο Τσάμπερλεϊν αναδεικνύεται κορυφαίος του τελικού τουρνουά. Αποφάσισε να γίνει επαγγελματίας το 1958, όμως οι κανόνες του ΝΒΑ δεν επέτρεπαν, τότε, στους παίκτες να αγωνιστούν, αν πρώτα δεν έπαιρναν το πτυχίο τους. Έτσι, για μία χρονιά συμμετέχει στους Χάρλεμ Γκλόουμπτροτερς και περιοδεύει σε πολλές χώρες του κόσμου, με αποδοχές 50.000 δολαρίων, ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα της εποχής. Ηδη τα προσωνύμιά του είχαν κάνει το γύρο της Αμερικής: "Wilt the Stilt" και "Big Dipper". Το τελευταίο σε ελεύθερη μετάδοση θα μπορούσε να αποδοθεί ως «ο μεγάλος σκυφτός» και τού το είχαν «κολλήσει» οι συμπαίκτες του στο κολέγιο, επειδή μονίμως έσκυβε για να περάσει τις πόρτες!

Την ίδια περίοδο, το ΝΒΑ είχε θεσπίσει τον κανόνα του «τοπικού ντραφτ», που επέτρεπε στις ομάδες να αποκτήσουν έναν παίκτη από το τοπικό κολέγιο, με αιτιολογία ότι αυτός θα ήταν ήδη γνωστός και εξαιρετικά δημοφιλής στον κόσμο. Ο ιδιοκτήτης των Φιλαδέλφεια Ουόριορς, Έντι Γκότλιεμπ, «άρπαξε» τον Τσάμπερλεϊν από το Κάνσας, με επιχείρημα ότι είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Φιλαδέλφεια. Ο κόσμος περίμενε με ανυπομονησία το ντεμπούτο του νεαρού γίγαντα και δεν απογοητεύθηκε. Στον πρώτο αγώνα του (1959-1960) με τους Ουόριορς ο Τσάμπερλεϊν πετυχαίνει 43 πόντους και μαζεύει 28 ριμπάουντ, ενώ ολοκλήρωσε τη σεζόν με μέσο όρο 37,6 και 27, αντίστοιχα, κερδίζοντας τον τίτλο του MVP του πρωταθλήματος και του ρούκι της χρονιάς ταυτόχρονα! Η Φιλαδέλφεια, όμως, έχασε στα πλέι οφ από τους Σέλτικς και από τότε ξεκίνησαν οι αξέχαστες «μονομαχίες» Τσάμπερλεϊν-Μπιλ Ράσελ που κράτησαν για πολλά χρόνια. Επτά χρόνια αργότερα κατάφερε να κατακτήσει το πρώτο πρωτάθλημά του με τη Φιλαδέλφεια (ως 76ερς πλέον), ενώ πανηγύρισε το δεύτερο ως παίκτης των Λος Άντζελες Λέικερς το 1972.

Ένα χρόνο αργότερα αποφάσισε να πει «αντίο» δίνοντας τέλος στην καριέρα του, κατά την οποία (εκτός όλων των άλλων) συμπεριλήφθηκε επτά φορές στην καλύτερη πεντάδα του NBA και κατέκτησε τέσσερις φορές τον τίτλο του MVP. Λίγα χρόνια αργότερα (1978) συμπεριλήφθηκε στο Χολ Οφ Φέιμ «Τζέιμς Νέσμιθ», ενώ το 1996 αναδείχθηκε ως ένας από τους 50 καλύτερους παίκτες στην ιστορία του ΝΒΑ. Ο "Wilt the Stilt" «έφυγε» από καρδιακή προσβολή στις 12 Οκτωβρίου 1999, όμως το όνομά του γράφτηκε στην ιστορία με γράμματα ανεξίτηλα. Ήταν μοναδικός σε τέτοιο βαθμό, που τη δεκαετία του 1980, όταν είχε φτάσει τα 50, συχνά-πυκνά κυκλοφορούσαν φήμες περί επιστροφής του στα γήπεδα! Άλλωστε, θα μπορούσε άνετα να παίξει 15-20 λεπτά κάτω από το καλάθι.

ΞΕΡΑΤΕ ΟΤΙ...:
Σε ένα ματς των Ουόριορς με τους Σιάτλ Σουπερσόνικς ο Τομ Μέσερι έκανε τέσσερις προσποιήσεις πριν σουτάρει, όμως ο Τσέμπερλεϊν τον σταμάτησε. Ο σέντερ των Σόνικς ξαναπήρε τη μπάλα, έκανε νέα προσποίηση και δέχθηκε κι άλλη τάπα! Η μπάλα, όμως, παραμένει στα χέρια του και προσπάθησε, αυτή τη φορά, να τον περάσει με ντρίμπλες... Μία, δύο, στην τρίτη ο Ουϊλτ βάζει το χέρι του στο κεφάλι του αντιπάλου του και λέει: «Αρκετά». Και ο Μέσερι πάσαρε τη μπάλα έξω από τη ρακέτα!

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ