Τα παλιόπαιδα της λογοτεχνίας

Το «ΦΩΣ» σάς παρουσιάζει τα κακά παιδιά της λογοτεχνίας με την προτροπή να τους αντιμετωπίσετε με συμπάθεια και κατανόηση. Σύμφωνα άλλωστε με τον Γάλλο συγγραφέα και φιλόσοφο Ζ. Π. Σαρτρ, «το κακό δεν είναι παρά έλλειψη φαντασίας».

Τα παλιόπαιδα της λογοτεχνίας
Laurence Olivier και Joyce Redman στους ρόλους Οθέλλο και Ιάγο, σε θεατρική κινηματογράφηση,1965. Royal National Theatre.

Ποιος είπε ότι στη λογοτεχνία κερδίζει πάντα το καλό; Σε πολλά έργα οι κακοί της ιστορίας έχουν καλύτερη μεταχείριση από τους συγγραφείς τους. Ίσως η εξήγηση είναι πιο απλή από όσο φανταζόμαστε: Μια λογοτεχνία γεμάτη αγαθούς χαρακτήρες θα ήταν μια ανούσια και βαρετή υπόθεση.Όπως και να το κάνουμε, το κακό χρειάζεται έστω και σε μια μικρή δόση για να νοστιμίζει τις αφηγήσεις μας. Όπως σε όλα τα πράγματα, υπάρχουν φυσικά διαβαθμίσεις στους παλιοχαρακτήρες. Δεν είναι όλοι οι αντιήρωες τόσο απεχθείς όσο ο διαβόητος Δράκουλας ή ο μίστερ Χάιντ.

Πολύφημος

Αντιήρωας του Ομήρου, που με την ανθρωποφαγία και το κυκλώπειο μάτι του κατατρομοκρατεί ακόμα τη φαντασία μας, χιλιετίες μετά την υποτιθέμενη δράση του. Παρηγοριόμαστε μόνο στη σκέψη πως ο δαιμόνιος Οδυσσέας τον τύφλωσε και κατάφερε να βγει με τους συντρόφους του από τη σπηλιά του. Ο απαίσιος Κύκλωπας είναι ένας από τους πρώτους κακούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας κι η τιμωρία του ήταν κάτι περισσότερο από δίκαιη. Ο Ποσειδώνας βέβαια είχε άλλη γνώμη και κατέτρεξε τον Οδυσσέα με τις τρικυμίες που του επεφύλαξε, γιατί ο Πολύφημος ήταν γιος του. Σημειωτέον ότι ο Πολύφημος εμφανίζεται αλλιώς στον βουκολικό ποιητή Θεόκριτο της Ελληνιστικής Εποχής - ως καλοκάγαθος βοσκός, του οποίου περιγράφονται οι έρωτες με τη Γαλάτεια, μία από τις Νηρηίδες.

Κάιν

Ο πρώτος κακός της Βίβλου έγινε σημαία του κακού στην Αγία Γραφή, αφού ξεστράτισε από τον δρόμο της αρετής, όταν δολοφόνησε τον αδελφό του, Άβελ. Ο αδελφοκτόνος, εμφορούμενος από αθεράπευτο φθόνο για τον άκακο Άβελ, φρόντισε να τον βγάλει από τη μέση, νομίζοντας πως ο παντεπόπτης Θεός δεν θα το καταλάβαινε. Η μοίρα και οι επιλογές του Κάιν επιδέχονται πολλές ερμηνείες και στις εσχατιές της λογοτεχνίας του ο Πορτογάλος νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου φρόντισε να μας δώσει μια διαφορετική εκδοχή, όπου ο παντοδύναμος και καλοκάγαθος Θεός εκτίθεται περισσότερο από τον παραστρατημένο γιο του Αδάμ και της Εύας.

Ιάγος

Σίγουρα ο Σαίξπηρ έβαλε όση πονηριά και μοχθηρία διέθετε προκειμένου να φτιάξει αυτόν τον σκοτεινό χαρακτήρα δίπλα στον Οθέλλο. Ο Ιάγος έγινε έκτοτε σύμβολο της πιο δολερής φύσης και φαίνεται δύσκολο να υπάρξει άλλος μέσα στο σύμπαν της λογοτεχνικής δημιουργίας που να τον ξεσυνεριστεί σε κακία και φθόνο. Προικισμένος με τα πιο βδελυρά χαρίσματα, ο Ιάγος κατάφερε στο τέλος να σύρει τον κύριό του στην καταστροφή φυτεύοντας βαθιά στην ψυχή του το κεντρί της ζήλιας για τη Δυσδαιμόνα.

Μεφιστοφελής

gustav-grudgens.jpg
Η ερμηνεία του Γκούσταβ Γκρίντγκενς ως Μεφιστοφελή στον «Φάουστ» του Γκαίτε το 1956-57 θεωρείται ακόμη, για ορισμένους, αξεπέραστη

Ο διάβολος μεταμορφωμένος στην κυριολεξία, ο επιλεγόμενος Μεφιστοφελής έρχεται να πάρει τα μυαλά του δόκτορος Ιωάννη Φάουστ και να αγοράσει την ψυχή του με δέλεαρ την αιώνια νεότητα. Και σιγά μην δεν τα κατάφερνε! Σατανάς είναι, αλλά ένας εκλεπτυσμένος σατανάς που μπορεί να συνομιλήσει και να εξαπατήσει μια τόσο απαιτητική διάνοια όπως αυτή του Φάουστ. Η μετάλλαξη που υφίσταται από τον Γκαίτε τον κάνει λιγότερο τρομακτικό και κατά σημεία σχεδόν συμπαθή.

Εξαδέλφη Μπέττυ

Πρωταγωνίστρια του ομώνυμου μυθιστορήματος του Μπαλζάκ, αυτή η δολοπλόκος γεροντοκόρη οδηγεί στον όλεθρο τους συγγενείς της, εκμεταλλευόμενη τα πάθη και τις αδυναμίες τους. Είναι η τελείωση του χαρακτήρα της ανέραστης γεροντοκόρης που ο Γάλλος συγγραφέας ανέπτυξε συστηματικά μέσα στο έργο του. Η εξαδέλφη Μπέττυ είναι ένα κακό κορίτσι.

Χίθκλιφ

Παλιοχαρακτήρας από κούνια ή βασανισμένη ψυχή που πρέπει να κριθεί με μαρξιστικά κριτήρια; Όπως και να τον δει κανείς, ο δυναμισμός του ήρωα της Έμιλι Μπροντέ παραμένει αρνητικός σχεδόν σε όλο το μυθιστόρημα. Στη συνείδηση των περισσοτέρων αναγνωστών ο Χίθκλιφ είναι ο κακός στα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» και δύσκολα κανείς θα έσκυβε πάνω στη ζωή και στα βάσανά του προκειμένου να τον καταλάβει και να τον δικαιολογήσει.

Αχαάβ

Ο Αχαάβ, ο μισότρελος καπετάνιος του φαλαινοθηρικού Πίκοουντ, θα χρειαστεί να ψάχνει ακόμα για πολύ στις θάλασσες της φαντασίας του Χέρμαν Μέλβιλ για να βρει και να σκοτώσει τον Μόμπι Ντικ, που στην πρώτη τους αναμέτρηση τον είχε ακρωτηριάσει. Κι όσο δεν θα τον βρίσκει τόσο το μίσος και η εκδικητικότητα θα κατατρώνε την ψυχή του, τόσο θα ενδίδει στο κακό και στη μοχθηρία. Στο αριστούργημά του «Μόμπι Ντικ» ο Μέλβιλ έχτισε αυτόν τον εμμονικό φαλαινοθήρα που αντανακλά τις πιο σκοτεινές πλευρές του λευκού φονικού κήτους της θάλασσας.

Ο Γκρέγκορι Πεκ πρωταγωνιστεί στην κινηματογραφική μεταφορά του Μόμπι Ντικ!

Ιαβέρης

Αλίμονο αν οι Άθλιοι δεν είχαν έναν κακό χαρακτήρα που να τα βάζει συνεχώς με τον άμοιρο Γιάννη Αγιάννη. Ο Ιαβέρης, το αντίπαλον δέος του συμπαθούς ήρωα, κυνηγά αμείλικτα τον Γιάννη Αγιάννη. Τον εντοπίζει αλλά τελικά τον χάνει, ωστόσο δεν παραιτείται ποτέ. Πηγαίνει μεταμφιεσμένος στα οδοφράγματα, όμως η ταυτότητά του αποκαλύπτεται. Ο Αγιάννης έχει την ευκαιρία να τον σκοτώσει, αλλά του τη χαρίζει. Μην μπορώντας να δεχτεί ότι ένας πρώην κατάδικος του έδειξε έλεος, ο Ιαβέρης αυτοκτονεί πηδώντας στον Σηκουάνα.

Ρασκόλνικοφ

Ο φτωχός και ασήμαντος φοιτητής, που διαπράττει το διπλό έγκλημα μιας γριάς τοκογλύφου και της αδερφής της στην Αγία Πετρούπολη του 19ου αιώνα, ανοίγει την αυλαία του σύγχρονου μυθιστορήματος. Ονομάζεται Ρασκόλνικοφ, είναι ήρωας του Ντοστογιέφσκι, δεν είναι αυτό που θα λέγαμε, παλιάνθρωπος, αλλά αρχικά τουλάχιστον έχει λάθος προσανατολισμό και μας δίνει την εντύπωση πως δολοφονεί τις δύο γυναίκες περισσότερο για να διαπιστώσει πώς αισθάνεται κανείς όταν σκοτώνει. Είναι προφανές ότι πίσω από το κακούργημα αυτό υπάρχει μια νοσηρή κοσμοθεωρία, στο πλαίσιο της οποίας ο Ρασκόλνικοφ προσπαθεί να αποσείσει τις τύψεις από τη συνείδησή του, όταν για παράδειγμα αναρωτιέται γιατί οι μεγάλες προσωπικότητες έχουν το δικαίωμα να εγκληματούν πολλαπλώς στο όνομα της Ιστορίας. Κατά τα άλλα ο Ντοστογιέφσκι προβάλλει και τις καλές πτυχές της ψυχής του Ρασκόλνικοφ, που ασφαλώς και υπάρχουν.

Φιοντόρ Καραμάζοφ

Αν στον Ρασκόλνικοφ ο Ντοστογιέφσκι φρόντισε να δώσει βαθμηδόν πινελιές ανθρωπιάς, έτσι που στο τέλος να καταστεί συμπαθής στα μάτια μας, ο πατέρας Καραμάζοφ, κεφαλή της οικογένειας η οποία πρωταγωνιστεί στο τελευταίο και πιο σημαντικό μυθιστόρημά του, είναι η προσωποποίηση του μονοδιάστατου κακού. Κι είναι τόσο ακόλαστος, αντιπαθής, άσπλαχνος, με μια λέξη τόσο παλιάνθρωπος, ώστε από τις πρώτες κιόλας σελίδες προκαλεί στον αναγνώστη την επιθυμία να τον σκοτώσει ο ίδιος προτού τον ξεπαστρέψουν τα παιδιά του.

Τερέζ Ντεκερού

Εμβληματικό παλιοκόριτσο της μυθιστοριογραφίας, η ηρωίδα του Φρανσουά Μωριάκ παρουσιάζεται αρχικά ως η αδίστακτη νεαρά που παντρεύεται τον ιδιοκτήτη ενός μεγάλου κτήματος όχι από αγάπη αλλά από υπολογισμό και στη συνέχεια επιχειρεί να τον δηλητηριάσει ανεπιτυχώς. Με την πολυσημία όμως που έχει συνήθως ένα μυθιστόρημα φτάνουμε στο σημείο να ερμηνεύσουμε αλλιώς την πράξη της. Η πράξη της όμως αντιμετωπίζεται ως μια απόπειρα να κερδίσει την ελευθερία της, εγκλωβισμένη καθώς είναι από τον συγκεκριμένο κοινωνικό κύκλο.

Φόνισσα

Πνευματικό παιδί του Ντοστογιέφσκι ο Παπαδιαμάντης, θήτευσε στο μακρύ ταξίδι του στη λογοτεχνία αναζητώντας τα μύχια της ανθρώπινης ψυχής. Καρπός της γονιμοποίησης του ταλέντου του από τη συνομιλία με τον μεγάλο Ρώσο θα μπορούσε να θεωρηθεί η «Φόνισσα», κορυφαίο έργο της πρώιμης νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η δαιμονισμένη Φραγκογιαννού, αυτό το σκιαθίτικο ξωτικό, μια ταλαίπωρη γραία που αποφασίζει ποιος πρέπει να ζει ή να πεθάνει στην άγονη γη της Σκιάθου, στρέφει τη στυφή εμπειρία μιας ολόκληρης ζωής και την πεποίθησή της για τη σκληρή μοίρα των γυναικών στα ανήλικα θηλυκά του νησιού. Αρχής γενομένης από τον φόνο της εγγονής της, εγκαινιάζει μια σειρά από εγκλήματα θεωρώντας ότι έτσι απαλλάσσει μικρά κορίτσια από το άχθος μιας άδικης και βάναυσης ζωής. Η θεία αλλά και η ανθρώπινη δίκη δεν θα αργήσουν να έρθουν για τη μισότρελη Φραγκογιαννού.