Η γλώσσα του παραλόγου
Όσες φορές η τέχνη επέλεξε την διαμαρτυρία κράτησε αποστάσεις από την ανθρώπινη λογική
Ζούμε σ' ένα αντιφατικό και αλλοπρόσαλλο κόσμο στον οποίο η πολυδιαφημισμένη λογική σπάνια πρυτανεύει. Γι αυτό και η τέχνη, όσες φορές αποφασίζει να αντιταχθεί στο παλιρροϊκό κύμα της Ιστορίας, να διαμαρτυρηθεί και να καταγγείλει τα κακώς κείμενα παίρνει διαζύγιο από την λογική.
Η γλώσσα του παραλόγου ήταν το βασικό εργαλείο της τέχνης στα χρόνια του μεσοπολέμου ύστερα από το ισχυρό σοκ του Μεγάλου Πολέμου. Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα αλόγιστης αμεριμνησίας εκκολάφθηκε το παράλογο. Εκεί γεννήθηκε το Dada, ο σουρεαλισμός και όλα τα πειραματικά κινήματα μιας νεωτερικότητας που ψυχανεμιζόταν τον επόμενο παγκόσμιο όλεθρο. Τη γλώσσα του παραλόγου την οικειοποιήθηκε και η λογοτεχνία σε έργα όπως ο «Ξένος» του Καμύ, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ, η «Φαλακρή Τραγουδίστρια» του Ιονέσκο, ο «Τοίχος» του Σαρτρ. Το παράλογο υπήρξε ανέκαθεν μια ισχυρή συνθήκη στη λογοτεχνία, πολύ πριν την λανσάρει ο Πόε ή ο Κάφκα.
Το παράλογο εφαρμόζεται ως νότα διαμαρτυρίας και ως καταγγελτική στάση τόσο στην τέχνη όσο και στα γράμματα κάθε φορά που υπάρχει μια διάσταση απόψεων με την ιστορική πραγματικότητα. Οι Πικαμπιά, οι Ντυσάν, οι σουρεαλιστές, οι Μπέκετ και οι Ιονέσκο δεν γεννιούνται τυχαία. Είναι φωνές που απαντούν στο αίτημα των καιρών για περισσότερη δικαιοσύνη, για περισσότερη ανθρωπιά, έστω κι αν η επίκληση στη λογική γίνεται μέσω του παραλόγου.