Bάιος Χαρακοπίδης: Και Thrax και Punks

Bάιος Χαρακοπίδης, ο ένας της τριάδας των Thrax Punks. Ένα συγκρότημα που συνδυάζει τη Θράκη με την πανκ μουσική, γι’ αυτό και ο πρώτος δίσκος τους έχει μια θρακιώτισσα με παραδοσιακή στολή και μια παραμάνα.

Bάιος Χαρακοπίδης: Και Thrax και Punks

Σπούδασε στο Πολυτεχνείο Ξάνθης, πήρε το πτυχίο, δούλεψε πάνω στην επιστήμη του, αλλά την παράτησε και... πήρε τους δρόμους. Η γκάιντα τον συνεπήρε περισσότερο από τα ηλεκτρολογικά σχέδια, τα πιστοποιητικά ΔΕΗ, τη δομημένη καλωδίωση, το net metering, το αλεξικέραυνο, τους αυτοματισμούς κτιρίων και την πυρανίχνευση. Ο διονυσιασμός τον έσπρωξε στη μουσική και δεν είναι τυχαίο, αφού και ο Διόνυσος από τη Θράκη κατάγεται όπως και ο Ορφέας, αλλά και οι Σπάρτακος, Δημόκριτος. Έκανε τρίο μαζί με τον συμπολίτη του από την Ορεστιάδα Γιώργο Σταυρίδη και τον Αλεξανδρουπολίτη Πάνο Γκίνη, κυκλοφόρησαν τον πρώτο δίσκο τους, Thrax Punks - ΘΡΑΞ ΠΑΝΚC, ηχογραφούν τις «Βάκχες» και ετοιμάζονται και για τρίτο. Με εργαλεία γκάιντες, λύρες, νταούλια και ό,τι άλλο ή όποιον άλλο βρεθεί και ψήνεται, «καταστρέφουν» οποιαδήποτε εκδήλωση, πειράζοντας τα δημοτικά τραγούδια με ηλεκτρικούς ήχους. Οι ρίζες ήταν οι δύο παππούδες, ο Βαΐτσης Χαρακοπίδης και ο Ηλίας Γαντζίας, ο πρώτος με γκάιντα και ο δεύτερος χορωδός, ενώ και οι γονείς είχαν σχέση με τη μουσική, η μάνα Αναστασία με το τραγούδι και ο πατέρας Χρήστος με την κιθάρα, αν και καθηγητές.

Με τον παππού παίξατε γκάιντα;

Ναι, τον πρόλαβα, γιατί πέθανε πρόσφατα, την 1η Γενάρη. Παίξαμε μαζί και ήταν συγκινητικό. Από το τέλος του Δημοτικού άρχισα να ασχολούμαι με την γκάιντα σαν παιχνίδι.

Άργησες να το πάρεις στα σοβαρά;

Ναι, έπαιζα χαλαρά. Πέρασα στη σχολή Μηχανολόγων στην Ξάνθη, ασχολήθηκα με το μπάσο, ελληνικό ροκ, Pink Floyd, μετά με κόντρα μπάσο και το 2006 συνάντησα τον Σταυρίδη που έπαιζε λύρα. Κάναμε ντουέτο και πήραμε τα σουρτούκια, πολίτες της γύρας. Παίζαμε όπου μας καλούσαν, σε γάμους, βαπτίσεις, παρέες. Τα γουστάραμε κι ας μας κοιτούσαν με μισό μάτι γιατί παίζαμε εναλλακτικά. «Πειράζαμε» τα παραδοσιακά με δικό ματς στυλ. Ακούγαμε πανκ, ψυχεδέλεια, χιπ χοπ. Μετά παίζαμε και σε φεστιβάλ.

Και πώς προέκυψε το Thrax Punks;

To όνομα το φτιάξαμε το 2011. Σιγά σιγά ανέβαινε η φάση, έδενε και μας κάλεσαν στη Μυτιλήνη. Μας είπαν όμως ότι πρέπει να έχουμε ένα όνομα. Από τη Θράκη είμαστε, ακούγαμε πανκ και ταίριαξε.

Πτυχίο πήρες;

Ναι, δούλεψα και πέντε χρόνια μηχανικός, αλλά δεν τραβούσε. Με τράβηξε η μουσική και σε μια γιούρτα συναντήσαμε τον Πάνο

Τι είναι η γιούρτα;

Μογγολική σκηνή, όπου στηνόταν σε κάθε μέρος της Ελλάδας. Ένα καραβάνι, αναδεικνύοντας κάποια μέρη με πρωτοβουλία του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος». Και έπαιζαν μουσική διάφορα συγκροτήματα. Τζαμάραμε με τον Πάνο που έπαιζε ηλεκτρική κιθάρα και δέσαμε. Το 2015.

Οι γονείς δεν αντέδρασαν;

Μια ζωή αντιδρούν σε κάτι που δεν είναι mainstream. Και στην Ελλάδα είναι μαθημένοι στην ασφάλεια και τη σιγουριά, είναι δύσκολο να είσαι καλλιτέχνης. Και στην καραντίνα ακόμη πιο δύσκολο.

Εμπνευστήκατε από τους Ιoannina Villagers;

Όχι, ξεκινήσαμε νωρίτερα, αλλά ήμασταν άσημοι. Αυτοί έγιναν γνωστοί, ενώ εμείς δεν το πήραμε εξαρχής στα σοβαρά. Αυτοί είναι το ανάποδο από εμάς. Αυτοί ήταν ροκ και έβαλαν μέσα παραδοσιακό, ενώ ήμασταν παραδοσιακοί και βάλαμε ροκ. Από δυο διαφορετικούς κόσμους, αλλά στον ίδιο πράγμα.

Και πότε ήρθατε στην Αθήνα;

Πρώτος ήρθε ο Πάνος το 2017 ή το 2018 και έπειτα από έναν χρόνο ήρθαμε κι εμείς. Κάνουμε κι άλλα πράγματα βέβαια. Ο Γιώργος έχει και τα μελίσσια, ο γαμπρός του πάνω στην παραγωγή κι αυτός στην Αθήνα στην πώληση. Παίζουμε και σε άλλα σχήματα, μετέχουμε σε ηχογραφήσεις, κάνουμε στούντιο. Εγώ παίζω και στα συγκροτήματα «Μπαρούτι», «Patenta Device». Στη «Χαβούζα», στη «Σουρλουλού» και στους «LA Productions».

LA από το Los Angeles;

Όχι, από τη Λαϊκή Αγορά. Παραγωγοί Λαϊκής Αγοράς. Εκεί βγάζουμε μεροκάματο.

Δηλαδή;

Στην καραντίνα παίζαμε στον δρόμο, στις λαϊκές αγορές,

Και στην Ερμού;

Όχι, στην Ερμού δεν υπάρχει καλό μεροκάματο, ενώ στις λαϊκές είναι βασιλικό.

Ποιοι σας δίνουν χρήματα; Οι παραγωγοί ή οι πελάτες;

Και οι δύο και δεν τσιγκουνεύονται. Τη βρίσκουμε στον δρόμο περισσότερο. Έχουμε και μια κοπέλα που βγάζει καπέλο. Από το να πηγαίνεις όλο το βράδυ σε ένα μαγαζί για 50 ευρώ είναι καλύτερα στον δρόμο. Παίζεις ό,τι ώρα θες, δεν σου λέει κανένας τι να παίξεις, ξεκινάς και τελειώνεις όποτε θες και είσαι σε επαφή με κόσμο που δεν θα σε έβλεπε υπό άλλες συνθήκες. Εκτίθεσαι και προσπαθείς να καταλάβεις πώς σκέφτεται ο κόσμος.

Και πού μπορούμε να σας βρούμε;

Σε φεστιβάλ το καλοκαίρι. Μέσω facebook το ανακοινώνουμε. Στους δρόμους δεν χρειάζεται να μας βρείτε, σας βρίσκουμε εμείς.

Και πώς βρεθήκατε στο «Σταύρος Νιάρχος»;

Είχαμε έναν μάνατζερ και μας έκλεισε αυτός. Παίξαμε στον ανοιχτό χώρο. Παίξαμε και στο «Γκαγκάριν» με το συγκρότημα «Δεν χαλάει η λάμπα».

Ποιοι είναι το κοινό σας;

Περίεργο και ετερόκλητο. Μπαρμπάδες πωρωμένοι με το δημοτικό, αλλά και νεολαία εναλλακτική που ακούνε πανκ και ροκ, χωρίς περίεργα ντυσίματα.

Πού ηχογραφήσατε τον πρώτο δίσκο σας;

Στο «Αλτσχάιμερ» στη Θεσσαλονίκη, με παραγωγούς από τις Τρύπες, βορειοελλαδίτικο.

Υπάρχει άνθηση στο δημοτικό τραγούδι;

Ναι. Ο κόσμος παλιά ήθελε να το αποβάλει από μέσα του. Τους απέτρεψε η συνεχής επανάληψη που γινόταν στη χούντα. Μπούχτισε. Τώρα βαρέθηκαν την ξένη μουσική και έγινε ένα «μπαμ».

Το ρεπερτόριό σας στον πρώτο δίσκο;

Θρακιώτικο, έχουμε και ένα ικαριώτικο. Έχουμε και δικές μας πρόζες. Το καλοκαίρι γράψαμε και μουσική για αρχαία τραγωδία, τις «Βάκχες», σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κουντούρη, με Άκη Σακελλαρίου, Ιωάννα Παππά, Κωνσταντίνα Τάκαλου. Τους αρέσει η μουσική μας στο θέατρο και στον κινηματογράφο επειδή έχουμε σκαμπανεβάσματα, αλλάζουμε φόρμες και ατμόσφαιρες.

Οι «Βάκχες» παραπέμπουν στον διονυσιασμό, στην έκσταση και τη Θράκη

Ναι, παίξαμε και ζωντανά στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο. Τώρα το ηχογραφούμε.

Γενικά βγαίνει το μεροκάματο;

Ναι, δεν τρώμε βέβαια με χρυσά κουτάλια. Το σώζουμε στις λαϊκές αγορές.

Ε, είστε και νέοι

Μη το λες, έχουμε και πενηντάρηδες σε άλλα σχήματα. Αν είσαι μουσικός πρέπει να είσαι μέσα στη φάση. Αν είσαι εκτός δεν λέει. Όταν ήμουν μηχανικός και το έκανα παράλληλα κορόιδευα τον εαυτό μου. Δεν είναι έκανα πρόβα και εντάξει. Θέλει χρόνο, πρέπει να μάθεις το όργανό σου να μάθεις τον ήχο σου, να φτιάξεις τον εξοπλισμό σου, να ακούς, να μάθεις κομπιούτερ, να συνδυάσεις πράγματα, να κάνεις μίξη, να κάνεις σύνθεση, να γνωρίσεις κόσμο, να ακούσεις μουσική.

Γράφετε και στίχους;

Γράφουμε κάποιους στίχους, αλλά δεν είμαστε τρομεροί σε αυτόν το τομέα, η μουσική είναι το ατού μας.

Παίζετε το πασίγνωστο, τα «Λιανοχορταρούδια»;

Ε, αυτό είναι σούπα, το παίζει και η κουτσή Μαρία, προτιμούμε πιο εναλλακτικά.

Με τα συναφή συγκροτήματα παίζετε. Τους Μανιταρόκ, τους Ιωάννινα Villagers, τους Μπαΐλντισα, τους Γκιντίκι και τον Πάνα, Κωνσταντή Πιστιόλη;

Έχουμε παίξει πολλές φορές, σε συναυλίες και γλέντια.

Το πιο παράξενο που σου ζήτησαν;

Να γράφω τον ύμνο της ποδοσφαιρικής ομάδας , της Γενησέας Ξάνθης.

Ασχολείσαι με το ποδόσφαιρο;

Καθόλου.

Έχεις ένα όνειρο;

Το ζω το όνειρό μου. Παίζω μουσική και είμαι αυτόνομος, Κάνω αυτό που μου αρέσει. Θέλω και να ταξιδέψω περισσότερο στο μέλλον. Κατά τα άλλα αυτά που θέλω να κάνω, τα κάνω.

Οι γονείς σου χαίρονται πλέον που πέτυχες;

Χαίρονται, χαίρονται. Και τι σημαίνει πέτυχα; Το σημαντικό είναι να κάνεις αυτό που θες και να είσαι ευτυχισμένος. Δουλεύω πολύ, από το πρωί ως το βράδυ. Η μουσική είναι το πάθος μου, δεν κάνω κάτι άλλο.