Χαμηλά παραμένει η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας
Υψηλό κόστος ενέργειας, έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων και δημογραφικό είναι μερικοί από τους παράγοντες που «υπονομεύουν» την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Βελτιωμένη κατά 9 θέσεις είναι η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας την πενταετία 2019-2023, ωστόσο παραμένει χαμηλά σε σύγκριση με άλλες χώρες στη σχετική λίστα του IMD World Competitiveness Ranking 2023. Το εύρημα αυτό καταδεικνύει πως ακόμη η χώρα μας έχει αρκετό δρόμο να διανύσει για να ενισχύσει, μεταξύ άλλων, την οικονομική της αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων, καθώς και τις επιδόσεις της ως προς την υλοποίηση τεχνολογικών –και όχι μόνον– υποδομών.
Σύμφωνα με τη φετινή κατάταξη στην οποία συμμετείχαν 64 χώρες, η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας μέσα σε μία πενταετία, ήτοι από το 2019-2023, βελτιώθηκε κατά 9 θέσεις και κατατάσσεται πλέον στην 49η θέση από την 58η θέση το 2019.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Ωστόσο, ο πληθωρισμός, το υψηλό κόστος ενέργειας, η έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων καθώς και το δημογραφικό είναι μερικοί από τους παράγοντες που «υπονομεύουν» την ανταγωνιστικότητά της.
Φέτος, η Ελλάδα υποχώρησε κατά 2 θέσεις καταλαμβάνοντας την 49η θέση από την 47η θέση το 2022, με τη Ρουμανία (48η) και την Τουρκία (47η) να προηγούνται στη σχετική κατάταξη.
Οπως προκύπτει από την έρευνα, η Ελλάδα υποχώρησε κατά 7 θέσεις στον δείκτη που μετράει την οικονομική της αποδοτικότητα, καταλαμβάνοντας την 58η θέση το 2023 από την 51η θέση το 2022, σημειώνοντας παράλληλα χαμηλές επιδόσεις ως προς την απασχόληση (61η θέση) και τις διεθνείς επενδύσεις (52η).
Στη λίστα του IMD μεταξύ 64 χωρών κατατάσσεται 49η – Σε καλύτερη θέση Ρουμανία και Τουρκία.
Σε σύγκριση με το 2022, βελτιωμένη είναι η θέση της ως προς τον δείκτη της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας, καταλαμβάνοντας την 53η θέση το 2023 από την 55η το 2022, καθώς και ως προς τον δείκτη που αφορά την υλοποίηση υποδομών (40ή θέση από 41η). Η Ελλάδα υποχώρησε κατά 2 θέσεις στον δείκτη της «επιχειρηματικής αποτελεσματικότητας», με αποτέλεσμα να κατατάσσεται 48η από 46η το 2022.
Οι παράγοντες που ενισχύουν την ελκυστικότητα της χώρας είναι το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, η δυναμική της εγχώριας οικονομίας καθώς και το ανταγωνιστικό κόστος. Aπό την άλλη, στα «αδύναμα» σημεία της συγκαταλέγονται η ποιότητα της εταιρικής διακυβέρνησης, η αποτελεσματικότητα του νομικού πλαισίου και η φορολογική ανταγωνιστικότητα.
Την πρώτη θέση της λίστας που έχει καταρτίσει το IMD, καταλαμβάνει η Δανία, ακολουθεί η Ιρλανδία –η οποία αναρριχήθηκε 9 θέσεις στη σχετική κατάταξη σε σχέση με το 2022– και έπεται η Ελβετία. «Αυτές οι 3 μικρές οικονομίες έχουν καλή πρόσβαση στις αγορές και διατηρούν πολύ καλές εμπορικές σχέσεις, όπως και η Σιγκαπούρη η οποία καταλαμβάνει την 4η θέση».
Πέντε ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται μεταξύ των 10 κορυφαίων χωρών σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητάς τους, με την έρευνα να τονίζει πως οι πιο ανταγωνιστικές οικονομίες συνήθως διαθέτουν ισχυρούς και αποτελεσματικούς θεσμούς.
Εκτός από τις παραπάνω χώρες, το Top 10 συμπληρώνουν η Ολλανδία, η Ταϊβάν, το Χονγκ Κονγκ, η Σουηδία, η Αμερική, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιρά-τα. Τις τελευταίες θέσεις στην κατάταξη του IMD καταλαμ-βάνουν η Μογγολία (62η), η Αργεντινή (63η) και η Βενεζουέλα (64η).
Πηγή: kathimerini.gr