Ο σακχαροδιαβητικός αθλητής

Ο σωστός συνδυασμός άσκησης, διατροφής, νηστείας και πιθανής φαρμακευτικής αγωγής παίζει σημαίνοντα ρόλο στην απόδοση του διαβητικού αθλητή.

Ο σακχαροδιαβητικός αθλητής

Ο σωστός συνδυασμός άσκησης, διατροφής, νηστείας και πιθανής φαρμακευτικής αγωγής παίζει σημαίνοντα ρόλο στην πρόληψη και αντιμετώπιση πολλών χρόνιων νοσημάτων καθώς και στην απόδοση του διαβητικού αθλητή. Η καλύτερη απάντηση του σώματος στην άσκηση εξαρτάται από τη σύσταση του γεύματος (άριστο καύσιμο) αλλά και τον χρόνο που επιλέγει κάποιος να ασκηθεί σε σχέση με το γεύμα. Αν δηλαδή είναι ωφελιμότερο να ασκείται κανείς πριν ή μετά το γεύμα.

Η κατανάλωση φαγητού συνοδεύεται από μια σειρά ενδοκρινικών και μεταβολικών αντιδράσεων που διακρίνονται σε δύο μεταβολικά ξεχωριστές περιόδους: τη μεταγευματική η οποία διακρίνεται σε πρώιμη έως 3 ώρες, την απώτερη 3-5 ώρες μεταγευματική και τη μετααπορροφητική όταν έχει γίνει η πλήρης απορρόφηση τροφών από το γαστρεντερικό σύστημα και η οποία διαρκεί μέχρι το επόμενο γεύμα.

Στη μεταγευματική περίοδο διαπιστώνεται αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης και των τριγλυκεριδίων στο αίμα, η μεγάλη και παρατεταμένη άνοδος των οποίων θεωρείται αίτιο αθηροσκλήρωσης των αγγείων. Η μεταγευματική λιπιδαιμία και υπεργλυκαιμία παράγουν επιβλαβή παραπροϊόντα που αυξάνουν τη γένεση τοξικών ριζών οξυγόνου και άλλων φλεγμονωδών ουσιών με συνέπεια σοβαρές αγγειακές επιπλοκές.

Μια διατροφή υψηλής περιεκτικότητας λιπών μπορεί να είναι σοβαρή αιτία αντίστασης στην ινσουλίνη και διαβήτη τύπου 2. Όσο μεγαλύτερες, μάλιστα, είναι οι τιμές των τριγλυκεριδίων στο αίμα τόσο σοβαρότερος είναι ο κίνδυνος των καρδιακών συμβαμάτων. Επομένως η ρύθμιση της μεταγευματικής υπεργλυκαιμίας και λιπιδαιμίας σε διαβητικούς αθλητές μπορεί να αναστείλει την περαιτέρω εξέλιξη της νόσου και των σχετιζόμενων επιπλοκών και να ανατρέψουν ήδη εγκαταστημένες βλάβες.

Η επίδραση της άσκησης στο μεταγευματικό μεταβολικό προφίλ είναι σημαντική. Το ερώτημα είναι αν θα πρέπει να γίνεται πριν ή μετά το γεύμα. Έγινε δοκιμασία 60 λεπτών περπατήματος σε ηλεκτρικό διάδρομο στο 60% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου, σε κατάσταση νηστείας και μετά από γεύμα υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος. Φαίνεται ότι η άσκηση σε κατάσταση νηστείας σε σχέση με τη μεταγευματική άσκηση στα επίπεδα των τριγλυκεριδίων του αίματος και της HDL χοληστερίνης επιφέρει καλύτερα αποτελέσματα. Επιπλέον διαπιστώθηκε ότι η αύξηση του καρδιακού ρυθμού ήταν μεγαλύτερη όταν η άσκηση ακολουθούσε το γεύμα, κάτι που δείχνει ότι η άσκηση σε κατάσταση νηστείας προκαλεί λιγότερο στρες στην καρδιά. Σε άλλη μελέτη 60 λεπτών ποδηλασίας στο 55% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου 30 λεπτά πριν από το πρωινό γεύμα μειώθηκαν τα επίπεδα της ινσουλίνης και αυξήθηκε η λιπόλυση σε σχέση με την ίδια άσκηση 60 λεπτά μετά το γεύμα.

Όσο μεγαλύτερη είναι η δόση της καταναλισκόμενης ενέργειας με την άσκηση τόσο μικρότερης σημασίας είναι η ποσότητα του γεύματος σε υγιείς αλλά όχι σε διαβητικούς, η οποία πρέπει να είναι μικρότερη και να εξατομικεύεται. Επίσης, τονίζεται ότι η υπογλυκαιμική δράση της άσκησης είναι περισσότερο ανάλογη της καταναλισκομένης ενέργειας και λιγότερο της έντασης. Μια δόση ήπιας έως μέτριας έντασης άσκηση από 65-110 λεπτά σε κατάσταση νηστείας είναι αρκετή, ώστε να μειώσει τη μεταγευματική υπερλιπιδαιμία. Τέσσερις ημέρες την εβδομάδα άσκηση αντοχής, σε κατάσταση νηστείας, είναι ανώτερη από τη μεταγευματική άσκηση σε ό,τι αφορά την ευαισθησία στην ινσουλίνη, τη ρύθμιση της γλυκόζης και τις μυϊκές προσαρμογές.

Τα διαβητικά άτομα διαφέρουν από τα υγιή όσον αφορά τις μεταβολικές και ορμονικές απαντήσεις μετά τη χορήγηση γεύματος. Η άσκηση στον διαβητικό πρέπει να είναι ασφαλής και αποτελεσματική διότι παραμονεύει ο κίνδυνος της υπογλυκαιμίας και των καρδιαγγειακών επιπλοκών. Άσκηση υπό νηστεία, ιδιαίτερα στον σακχαροδιαβητικό αθλητή που λαμβάνει ινσουλίνη, ενέχει τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας, η οποία μπορεί να επισπεύσει ισχαιμία του μυοκαρδίου. Σε σχέση με την αποτελεσματικότητα της άσκησης στη μείωση του σακχάρου έχει επανειλημμένα αποδειχθεί ότι 60 λεπτά ποδηλασία στο 60% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου είναι πιο αποτελεσματική όταν γίνεται στην απώτερη μεταγευματική περίοδο, δηλαδή 4-5 ώρες μετά το γεύμα.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά