Ηθοποιός αλλά είπε ένα τραγούδι καλύτερα από την μεγαλύτερη φωνή της εποχής του

Μπορεί ένας ηθοποιός να νικήσει έναν τραγουδιστή μπροστά στο μικρόφωνο; Μπορεί!

Ηθοποιός αλλά είπε ένα τραγούδι καλύτερα από την μεγαλύτερη φωνή της εποχής του

Ήταν μεγάλος ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου που ποτέ δεν πίστεψε στη φωνή του θεωρώντας πως ήταν φάλτσος και άχρωμος. Όσες φορές τον ακούσαμε να τραγουδά σε ταινίες ήταν γιατί του το ζήτησε ο σκηνοθέτης.

Κάποια στιγμή μπήκε στο στούντιο να τραγουδήσει το «Ποιος το ξέρει» αλλά επειδή έπρεπε κάπως να το ζευγαρώσει, ο Πλέσσας και ο Πρετεντέρης σκέφτηκαν να δοκιμάσουν ένα λαϊκό τσιφτετέλι το οποίο, ούτως ή άλλως, το είχαν υποσχεθεί σε μια μεγάλη φωνή της εποχής, την Τζένη Βάνου.

«Πες το βρε Τάκη, να το ακούσουμε λίγο». Και ο Τάκης, που δεν ήταν άλλος από τον Δημήτρη Χορν, το είπε με την πεποίθηση ότι γίνεται πλάκα. Χαλάρωσε λοιπόν και τραγούδησε ελεύθερα και πολύ εκφραστικά. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που ακούμε έκτοτε στις «Θαλασσιές τις χάντρες».

Περιττό να πούμε ότι το τραγούδι έγινε γκραν σουξέ και συμπεριελήφθητε στην ταινία-ντοκιμαντέρ του Κλέαρχου Κονιτσιώτη «Η Αθήνα Τη Νύχτα», μια κινηματογραφική περιπλάνηση στη νυχτερινή ζωή της Αθήνας στα πρότυπα των Ιταλικών ντοκιμαντέρ του '60.

Όσο για την Τζένη Βάνου δύο τινά συνέβησαν. Είτε την έβαλαν να το πει αλλά δεν τους άρεσε η ερμηνεία της και έμεινε ακυκλοφόρητη ή, το πιο πιθανό, δεν την άφησαν καν να μπει στην καμπίνα της ηχογράφησης και ντην έστειλαν ευγενικά σπίτι της.

Αξιοσημείωτο είναι ότι κανένα από τα «θηρία» της εποχής, Γαβαλάς, Πόλυ Πάνου, Μπιθικώτσης, δεν διανοήθηκαν να το λανσάρουν εκ νέου. Ειδικά ο Μπιθικώτσης ερμήνευσε εκ των υστέρων με ιδιαίτερη επιτυχία πολλά τραγούδια που σε πρώτη εκτέλεση τραγούδησαν γνωστοί ηθοποιοί της εποχής. Όμως ο Χορν τις κλείδωσε τις «Χάντρες» και έκτοτε έγιναν σήμα κατατεθέν της φωνής του.

Και να φανταστεί κανείς πως ο σπουδαίος ηθοποιός πάντοτε γκρίνιαζε για αυτό το τραγούδι: «Ξέρεις τι είναι μετά να έχω παίξει του Ριχάρδους και τους Αμλέτους και να με σταματούν για τις Χάντρες!»