Το ανθρώπινο σκάκι στην ΕΣΣΔ, όπου τα πιόνια ήταν άνδρες και γυναίκες του Ερυθρού Στρατού & Ναυτικού
Το «ανθρώπινο σκάκι» στην ΕΣΣΔ. Ο αγώνας όπου τα πιόνια ήταν άνδρες και γυναίκες του Ερυθρού Στρατού και του Ερυθρού Ναυτικού. Οι γκραν μετρ, επέλεγαν τις κινήσεις από το τηλέφωνο.
Ο Λένιν υπήρξε λάτρης του σκακιού και υπάρχουν πολλές φωτογραφίες και πίνακες που τον δείχνουν να παίζει το παιχνίδι. Τόσο στη Ρωσία όσο και στην εξορία του σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, συχνά συναντούσε διεθνούς φήμης παίκτες και στις πολιτικές του ομιλίες έκανε αναφορές στο σκάκι.
Μία περίφημη φωτογραφία από το 1908 τον δείχνει να παίζει σκάκι με τον συγγραφέα και φιλόσοφο Αλεξάντερ Μπογκντάνοφ, ο οποίος υπήρξε υπαρχηγός του στο κίνημα των Μπολσεβίκων, αλλά τον οποίο λίγους μήνες αργότερα εκδίωξε. Οι δυο τους ήταν στο Κάπρι της Ιταλίας για να συναντήσουν τον αυτοεξόριστο συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκι. Με την ευκαιρία, έπαιζαν συχνά σκάκι μεταξύ τους, αλλά και με τον Γκόρκι. Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης και την ίδρυση της ΕΣΣΔ, ο Λένιν πήρε μέτρα ώστε το σκάκι να διαδοθεί σε όλη τη χώρα.
Αυτό συνεχίστηκε και μετά το θάνατό του, με αποτέλεσμα η Σοβιετική Ένωση να γίνει μία από τις χώρες όπου το παιχνίδι γνώρισε μεγάλη άνθηση. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο γνωστοί παίκτες ακόμη και σήμερα είναι οι γκραν μετρ, Ανατόλι Κάρποφ και Γκάρι Κασπάροφ, που ξεκίνησαν την καριέρα τους στη Σοβιετική Ένωση.
Το ανθρώπινο σκάκι
Στο πλαίσιο της διάδοσης του παιχνιδιού, ο Λένιν προώθησε το λεγόμενο «ανθρώπινο σκάκι» όπου άνθρωποι είχαν πάρει τη θέση των πιονιών. Το πρώτο τέτοιο παιχνίδι έλαβε χώρα το 1921 στο Σμολένσκ, αμέσως μετά το τέλος του ρωσικού εμφυλίου όταν νίκησαν οι Ερυθροί. Το 1922 ο αγώνας πραγματοποιήθηκε στο Κερτς, το 1923 στο Όμσκ, και τέλος, το 1924, στο τότε Λένινγκραντ (σημερινή Αγία Πετρούπολη).
Το τελευταίο υπήρξε η πιο σημαντική παρτίδα και έγινε στις 20 Ιουλίου 1924. Ο Λένιν είχε πριν πεθάνει έξι μήνες και η πόλη μετονομάστηκε σε Λένινγκραντ από Πέτρογκραντ. Έτσι αποφασίστηκε η σκακιστική αναμέτρηση, που θα διοργανώνονταν στη μνήμη του, να γίνει με κανονικούς ανθρώπους και όχι με πιόνια. Ο τόπος διεξαγωγής, ήταν η πλατεία μπροστά στα Χειμερινά Ανάκτορα με την παρουσία 8.000 θεατών. Το ρόλο των μαύρων πιονιών έπαιξαν άνδρες του Ερυθρού Στρατού ενώ των λευκών, άνδρες του Ερυθρού Ναυτικού. Οι πύργοι αντιπροσωπεύονταν από πυροβόλα με τρεις στρατιώτες ως πληρώματά τους. Οι βασίλισσες ήταν νοσοκόμες του στρατού και του ναυτικού αντίστοιχα. Το παιχνίδι ήταν μεταξύ δύο μεγάλων γκραν μετρ της Σοβιετικής Ένωσης, του Πέτερ Ρομανόφσκι και του Ιλία Ραμπινόφσκι. Οι γραμμές του πίνακα ήταν από κιμωλία ενώ των λευκών τετραγώνων από άσπρη άμμο.
Οι δύο γκραν μετρ δεν βρίσκονταν στο Λένινγκραντ όταν διεξαγόταν το παιχνίδι και έτσι δεν είχαν οπτική επαφή. Κατεύθυναν τις κινήσεις τους μέσω τηλεφώνου. Το παιχνίδι είχε διάρκεια πέντε ώρες και το αποτέλεσμα υπήρξε ισόπαλο. Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό για τους θεατές αλλά ίσως επώδυνο για τους παίκτες που έπρεπε να υπομείνουν την ορθοστασία.