Το καφέ αμάν Marika's στην καρδιά της Νέας Υόρκης

Στη δεκαετία του '20 το ζεύγος Κώστας και Μαρίκα Παπαγκίκα άνοιξαν ένα καφέ αμάν στην καρδιά της Νέας Υόρκης και πλούτισαν!

Το καφέ αμάν Marika's στην καρδιά της Νέας Υόρκης

Στον αιώνα των θαυμάτων, που μόλις αφήσαμε πίσω μας, οι μελωδίες ταξίδευαν στην Μεσόγειο όπως οι άνθρωποι μέσα στον κυκεώνα των γεγονότων. Πολλές από αυτές αδέσποτες, αγνώστου πατρότητας, στοίχειωναν τα χείλη χαρισματικών τραγουδιστών αλλά και τραγουδιστριών. Ειδικά το θηλυκό στοιχείο συνέβαλε σημαντικά στην μεταλαμπάδευση παραδοσιακών σκοπών από τη μια πλευρά του Αιγαίου στην άλλη. Τα μικρασιάτικα τραγούδια φυγάδες μιας εποχής που παρασύρθηκε από τα παλιρροϊκά κύματα της Ιστορίας, είναι κομμάτι της μεγάλης μνήμης.

Στη δεκαετία του ’20, στη μακρινή Νέα Υόρκη, η Μαρίκα Παπαγκίκα ανάπλαθε τη μυστηριακή γοητεία του παλιού κόσμου ηχογραφώντας σε κερί τις μελωδίες που κουβαλούσε η ψυχή της. Μετανάστρια μαζί με τον σύζυγό της, η Μαρίκα έφτασε στην Αμερική το 1915 αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Μέχρι το 1943, τη χρονιά του θανάτου της, έζησε το αμερικανικό όνειρο σε όλες του τις εκδοχές. Γεύτηκε την επιτυχία, το χρήμα, την δόξα αλλά και την πτώση και την πτώχευση, οικονομική και καλλιτεχνική, που έφερε το οικονομικό κραχ του 1929. Ο υπεραιωνόβιος ρεμπέτης της Αμερικής, ο Γιώργος Κατσαρός έζησε από κοντά την πορεία του ζεύγους Παπαγκίκα έλεγε: «Α, η Μαρίκα Παπαγκίκα πέθανε, είναι πολλά χρόνια τώρα. Όταν ήρθε η δυστυχία η μεγάλη, που είχαμε το λεγόμενο αμερικάνικα depression, δυστυχία, έφερε μια κατάσταση... αυτή την εποχή ήτανε μια κατάσταση που ο κόσμος ο περισσότερος έχασε τις περιουσίες του, τα σπίτια του, τα λεφτά του. Κι αρρώστησε η γυναίκα από τη στεναχώρια της γιατί ήτανε... ζούσε τόσο πλουσιοπάροχα, είχε το σπίτι της, είχανε όλες τις ευκολίες, και αφού ’ρτε η δυστυχία –πολλοί άνθρωποι που εχαθήκανε από τη στεναχώρια τους- και αρρώστησε και μας άφησε χρόνια».

Στη δεύτερη δεκαετία του εικοστού αιώνα ο Κώστας και η Μαρίκα Παπαγκίκα περιόδευαν στα «καφέ αμάν» της Ανατολικής Μεσογείου: Αλεξάνδρεια, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Πειραιά. Η Οθωμανική αυτοκρατορία έπνεε τα λοίσθια και η Ιστορία προετοίμαζε μια παράξενη διαδοχή γεγονότων. Από εκεί μέχρι τα εγκαίνια του “Marika’s” του νεουορκέζικου καφέ αμάν ιδιοκτησίας ζεύγους Παπαγκίκα μεσολάβησαν τουλάχιστον δέκα χρόνια αναζητήσεων. Η άνθηση της δισκογραφίας στην Αμερική δημιούργησε μια μικρή μουσική βιομηχανία μέσα στην οποία η Μαρίκα ήταν το αναμφισβήτητο αστέρι. Οι δίσκοι, οι περιοδείες και οι εμφανίσεις στο ιδιόκτητο καφέ αμάν, που οι ιδιοκτήτες του έπαιζαν κρυφτούλι με τις αρχές, στην καρδιά της ποταπαγόρευσης, είναι η καλή πλευρά του αμερικάνικου ονείρου. Ό,τι συνέβη μετά το 1929, μέσα στην καπιταλιστική επιληψία είναι η κακή πλευρά την οποία η Μαρίκα και ο Κώστας βίωσαν με τον πιο σκληρό τρόπο. Στο μεταξύ όμως η Μαρίκα είχε προλάβει να τραγουδήσει όλη την πραμάτεια της στα πρωτόγονα στούντιο της εποχής. Για λογαριασμό της Columbia και της Victor, γραμμοφώνησε τους ήχους και την ψυχή της Ανατολής. Από τα «Ούλα» του 1919, μέχρι τα «Παιδιά της Γειτονιάς σου», το «Θα σπάσω κούπες», το «Τι σε μέλλει εσένανε» και το «Μήλο μου και Μανταρίνι». Σε 127 ηχογραφήσεις της συμμετείχε κι ο Κώστας Παπαγκίκας παίζοντας σαντούρι ή τσίμπαλο. Η Μαρίκα άφησε την τελευταία της πνοή σε νοσοκομείο της Αμερικής μακριά από τον κόσμο που την έμαθε να τραγουδά.