Η Σκωτία, η Κύπρος και το… πείραμα της νέας Super League
Οι ιθύνοντες του ελληνικού ποδοσφαίρου «πέρασαν» μεν την αναδιάρθρωση, ωστόσο ακόμα… ψάχνονται για τη μορφή του πρωταθλήματος και τον αριθμό των αγώνων που θα έχει την επόμενη σεζόν η Super League. Τα ευρωπαϊκά παραδείγματα σε Σκωτία και Κύπρο, γράφει ο Γιώργος Ξανθόπουλος.
Ένα από τα κυριότερα θέματα της ελληνικής ποδοσφαιρικής επικαιρότητας καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν ήταν -και παραμένει- η περιβόητη αναδιάρθρωση. Μια αναδιάρθρωση η οποία κατά κάποιους… άργησε μια μέρα και κατ’ άλλους αποτελεί απλά ένα ακόμη… πείραμα, που όχι μόνο δεν θα προσφέρει λύσεις και δεν θα συμμαζέψει το άθλημα στην ημεδαπή, αλλά θα… μπουρδουκλώσει ακόμα περισσότερο το ταλαίπωρο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Αυτό το ενδεχόμενο, το δεύτερο, φαντάζει -δυστυχώς- προς το παρόν αρκετά πιθανό. Κακά τα ψέματα, μέχρι στιγμής οι «άρχοντες» του φουτμπόλ στη χώρα μας δεν έχουν δώσει δείγματα ότι ξέρουν τι κάνουν και που βαδίζουν σε σχέση με την περιβόητη αναδιάρθρωση. Περισσότερο δίνεται η εντύπωση ότι προχωρούν στα τυφλά με… βάρκα την ελπίδα.
Και πως θα μπορούσε να είναι αλλιώς, τη στιγμή που η όλη προσπάθεια -λίγους μήνες πριν την έναρξη της καινούργιας αγωνιστικής περιόδου- είναι ακόμη ημιτελής. Διότι ναι μεν έχει οριστεί το μοντέλο προβιβασμού-υποβιβασμού και ο αριθμός των ομάδων που θα στελεχώνει η κάθε κατηγορία, όμως η μορφή του πρωταθλήματος της κορυφαίας ελληνικής λίγκας παραμένει μυστήριο.
Ναι, σύμφωνα με το πλάνο των ιθυνόντων η νέα Super League θα αποτελείται από 14 ομάδες. Λαμπρά. Όμως, πόσα παιχνίδια θα δώσουν μεταξύ τους; Θα έχουμε δύο γύρους, τρεις ή τέσσερις; Θα χωριστούν οι ομάδες σε γκρουπ μεσούσης της σεζόν ανάλογα με τη βαθμολογική τους κατάταξη; Κι αν ο αριθμός των αγώνων που θα πρέπει να δώσει η καθεμία δεν είναι ζυγός, πώς θα αποφασιστεί πόσες φορές θα παίξει εντός και πόσες εκτός έδρας;
Πολλά τα ερωτήματα, τα οποία απαιτούν απαντήσεις και μάλιστα άμεσα. Άλλωστε οι ελληνικές ποδοσφαιρικές αρχές δεν φημίζονται για την οργάνωση και την προνοητικότητά τους, παρά μόνο για την… ευελιξία τους. Κι όταν λέμε «ευελιξία», εννοούμε να έχει περάσει το μισό και πλέον πρωτάθλημα και ακόμη ο 13ος της Super League να μην ξέρει αν θα παίξει μπαράζ παραμονής ή όχι με τον 2ο της Β’ Εθνικής. Τέτοια πράγματα…
Τα παραδείγματα ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων με τόσο μικρό αριθμό ομάδων (από 14 και κάτω), από τα οποία θα μπορούσαν να πάρουν ιδέες οι ελληνικές ποδοσφαιρικές αρχές, είναι λιγοστά. Δύο από τα χαρακτηριστικότερα είναι αυτά της Σκωτίας και της Κύπρου, όπου οι κορυφαίες επαγγελματικές κατηγορίες απαρτίζονται από 12 ομάδες.
Στη Σκωτία ο αριθμός αυτός είναι σταθερός εδώ και 19 χρόνια, ενώ η Κύπρος επανήλθε στις 12 ομάδες ύστερα από τρεις σεζόν (από το 2016 ως το 2018) κατά τις οποίες λειτουργούσε με 14. Ενδιαφέρον παρουσιάζει φυσικά και το σύστημα διεξαγωγής του πρωταθλήματος στις δύο συγκεκριμένες χώρες, καθώς αμφότερες εφαρμόζουν διαφορετικό.
Το σκωτσέζικο πρωτάθλημα χωρίζεται σε δύο φάσεις: Στην πρώτη, η κάθε ομάδα αντιμετωπίζει όλες τις άλλες τρεις φορές, είτε δύο εντός και μία εκτός είτε αντίστροφα, δίνοντας συνολικά 33 παιχνίδια. Τότε ξεκινάει η δεύτερη φάση, κατά την οποία η Λίγκα χωρίζεται σε δύο γκρουπ, αυτό των ομάδων που βρίσκονται στις θέσεις 1-6 κι ένα δεύτερο με αυτές που καταλαμβάνουν τις θέσεις 7-12.
Εκεί, κάθε ομάδα «κουβαλάει» τους βαθμούς που συγκέντρωσε στην πρώτη φάση της σεζόν και δίνει πέντε ακόμη ματς με τα άλλα κλαμπ του γκρουπ της, ώστε να προκύψει η τελική κατάταξη. Στο πρώτο γκρουπ στόχος είναι φυσικά ο τίτλος αλλά και τα ευρωπαϊκά εισιτήρια, ενώ στο δεύτερο η αποφυγή του υποβιβασμού. Να σημειώσουμε ότι υποβιβάζεται απευθείας μόνο ο τελευταίος, ενώ ο προτελευταίος δίνει μπαράζ (δύο αγώνες, μέσα-έξω) με τον πρώτο της δεύτερης κατηγορίας (Scottish Championship) για μια θέση στη Scottish Premiership της επόμενης σεζόν.
Στην Κύπρο το πρωτάθλημα χωρίζεται επίσης σε δύο φάσεις, ωστόσο η πρώτη περιλαμβάνει μόνο 22 παιχνίδια για την κάθε ομάδα, η οποία θα αγωνιστεί μία φορά εντός και μία εκτός έδρας με όλες τις υπόλοιπες. Στη συνέχεια ισχύει ακριβώς ό,τι και στη Σκωτία: Οι ομάδες χωρίζονται σε δύο γκρουπ, με αυτές που μετέχουν στο πρώτο να αγωνίζονται για το πρωτάθλημα και την έξοδο στην Ευρώπη και αυτές του δευτέρου να παίζουν για την παραμονή τους στην κατηγορία.
Το θέμα είναι ότι στις δύο συγκεκριμένες χώρες, τα συστήματα αυτά εφαρμόζονται χρόνια τώρα. Δοκιμασμένες «συνταγές», οι οποίες -αν κρίνουμε και από τη στάση των ίδιων των ομάδων που συμμετέχουν- «δουλεύουν» και φέρνουν αποτέλεσμα. Αντίθετα, στην Ελλάδα ακόμα… ψαχνόμαστε. Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να πάμε πολύ πίσω στον χρόνο για να βρούμε τα περίφημα πλέι-οφ της Super League, τα οποία συνήθως αποτελούσαν… αγγαρεία για τις περισσότερες ομάδες που μετείχαν σε αυτά, με λίγες εξαιρέσεις.
Άραγε θα εφαρμοστεί στην εντέλεια κάποιο από τα δοκιμασμένα συστήματα της Σκωτίας και της Κύπρου; Θα παρθούν ιδέες από αυτά και θα προστεθούν νέα στοιχεία, ώστε να προκύψει κάποια παραλλαγή τους; Θα πάμε σε εντελώς διαφορετικό μοντέλο; Ουδείς (στην… κυριολεξία) γνωρίζει σίγουρα. Εδώ θα είμαστε, πάντως, για να το μάθουμε. Το πότε, είναι μια άλλη ιστορία…