ΑΕΛ: Τα δύο «κέρδη» ενός αποκλεισμού

Είναι σκληρό να χάνεις την πρόκριση με αυτόν τον τρόπο. Στο παρά ένα κι ενώ για ενενηντατόσα λεπτά κρατούσες το όνειρο του τελικού στα χέρια σου.

ΑΕΛ: Τα δύο «κέρδη» ενός αποκλεισμού

Σκληρό για τους ποδοσφαιριστές, που έκαναν τεράστια προσπάθεια κι είδαν να χάνεται μια μεγάλη ευκαιρία. Μια ευκαιρία που ίσως κάποιοι εξ αυτών να μην είχαν, ούτε να έχουν ποτέ ξανά στην καριέρα τους. Μια ευκαιρία να κερδίσουν μπόι από το μέγεθος της υπέρβασης που θα συνιστούσε μια πρόκριση, αλλά και από το ανάστημα της ίδιας της ΑΕΛ.

Σκληρό και για τον κόσμο, που σε τέτοιες συγκυρίες αναζητά την ευκαιρία να σηκωθεί οπαδικά λίγο ψηλότερα, να ξεφύγει από τη μιζέρια που έχει απλωθεί πάνω από την ομάδα και να πιστοποιήσει τη διαφορετικότητα της φανέλας που υποστηρίζει.

Όμως, δεδομένων των συνθηκών κάτω από τις οποίες υπάρχει και λειτουργεί η ΑΕΛ τα τελευταία χρόνια, αυτός ο αποκλεισμός έχει – όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται – δύο πολύ σημαντικά «κέρδη».

Το πρώτο, είναι η ανακουφιστική επιβεβαίωση ότι το ξεχωριστό DNA της ομάδας αντέχει ακόμα απέναντι στις αντιποδοσφαιρικές λογικές και τις φαιδρές πρακτικές εκείνων που τη διοικούν. Είναι ένα «υλικό» που μπολιάστηκε με τεράστιες επιτυχίες, αλλά και σφυρηλατήθηκε σε εξαιρετικά δύσκολες στιγμές, γι’ αυτό και έχει αποκτήσει χαρακτήρα και αντιστάσεις. Γι’ αυτό και αποτελεί κεκτημένο, που κανείς δεν μπορεί έτσι εύκολα να καταργήσει.

Το δεύτερο, είναι κάτι που βασάνισε συναισθηματικά πολύ κόσμο. Ένας φόβος που συγκρούστηκε άγρια με την πιο βαθιά επιθυμία. Από τη μια κάψα να δει ο κάθε φίλος της ΑΕΛ την ομάδα του ξανά σε θέση να διεκδικεί τρόπαιο μετά από 11 χρόνια και από την άλλη ο φόβος ότι η επιτυχία, έστω της πρόκρισης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κολυμπήθρα του Σιλωάμ για να ξεπλυθούν αμαρτίες.

Να γίνει ένα χαλάκι κάτω από το οποίο η διοίκηση θα προσπαθήσει – ως συνήθως – να κρύψει τα σκουπίδια, να χρησιμοποιήσει την πρόκριση για να στηρίξει ένα σαθρό οικοδόμημα, να μην αλλάξει τίποτα και η ομάδα να συνεχίσει τον αδιέξοδο δρόμο. Γιατί όταν αλλάζεις προπονητές σαν τα πουκάμισα, όταν βολεύεσαι με φτηνές λύσεις και δεν διασφαλίζεις ούτε το μίνιμουμ μιας σύγχρονης λειτουργίας στο αγωνιστικό τμήμα, μια τέτοια επιτυχία αποδεδειγμένα δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα πλάνου και ορθολογικού σχεδιασμού, αλλά συνέπεια συγκυριών και μεμονωμένης ποδοσφαιρικής υπέρβασης.

Θα πει κανείς, τώρα που το χαλάκι δεν υπάρχει, ο υπεύθυνος θα κοιτάξει την πραγματικότητα κατάματα και θα αντιμετωπίσει την αλήθεια; Η μέχρι τώρα παρουσία του στη Λάρισα δεν έχει δώσει το δικαίωμα για τέτοιες ελπίδες.

Στη ουσία, για την ΑΕΛ δεν αλλάζει κάτι ο αποκλεισμός, όπως δεν θα άλλαζε κάτι δραματικά μια πρόκριση στον τελικό. Αν υπάρχει μια παρηγοριά έγκειται στο ότι η πλειοψηφία του κόσμου της ΑΕΛ δεν ήταν έτοιμη για κάτι τέτοιο. Σε καμία περίπτωση η ατμόσφαιρα στην πόλη δεν θύμιζε τη γλυκιά προσμονή, ούτε μύριζε την αύρα των ημερών του 2007. Κι αυτό δεν είναι αδυναμία των πολλών, αλλά ανικανότητα του ενός. Ανικανότητα να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, να ενώσει και να δώσει όραμα.

Η ΑΕΛ γενικά δεν έπαιξε σπουδαίο ποδόσφαιρο και ως εκ τούτου δεν δικαιούται κανένας να αυτοπαραμυθιάζεται. Θα ήταν μεγάλη παγίδα. Δικαιούνται, ωστόσο, ποδοσφαιριστές και επιτελείο να νιώθουν υπερήφανοι ότι – με βάση τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους – έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν και κάτι περισσότερο. Η αναγνώριση από την πλευρά του αντιπάλου μπορεί να μην είναι μετάλλιο Κυπέλλου, αλλά παραμένει ένα μικρό παράσημο σε μια ακόμη χρονιά γεμάτη απογοητεύσεις.