Ζοσέ Μουρίνιο: «Special One» ή ξεπερασμένος προπονητής;

Ο «μετρ των τίτλων», Ζοσέ Μουρίνιο, ζει τον εφιάλτη της αμφισβήτησης τα τελευταία χρόνια και το fosonline.gr ακολουθεί τα βήματα του Πορτογάλου τεχνικού από το Πόρτο και τη Μαδρίτη μέχρι το Μιλάνο, το Μάντσεστερ και το Λονδίνο.

Ζοσέ Μουρίνιο: «Special One» ή ξεπερασμένος προπονητής;

Έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους πιο χαρισματικούς προπονητές στον χώρο του ποδοσφαίρου. Ένας «μετρ των τίτλων» που ξέρει να παίρνει τα θετικά αποτελέσματα και να οδηγεί τις ομάδες του στις επιτυχίες χάρη στην ικανότητα και την οξυδέρκειά του, παρά το γεγονός ότι ουδέποτε στα νιάτα του είχε διακριθεί ως ποδοσφαιριστής. Ένας τεχνικός που αυτοανακηρύχθηκε «εκλεκτός» και η αλήθεια είναι πως δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε όπου όχι μόνο θεωρούνταν αλλά όντως ήταν και ο «Special One» του «βασιλιά των σπορ». Ο λόγος για τον Ζοσέ Μουρίνιο. Έναν πρώην διερμηνέα που έγινε ο καλύτερος προπονητής στα χρόνια που οι ομάδες του θριάμβευαν, αλλά κι ένας άνθρωπος που στην πορεία φάνηκε αδύναμος να προσαρμοστεί σε νέα δεδομένα και στην εξέλιξη του αθλήματος. Τα τελευταία χρόνια ο Πορτογάλος βλέπει συναδέλφους του όπως οι Πεπ Γκουαρντιόλα και Γιούργκεν Κλοπ να του έχουν πάρει το «στέμμα» του «εκλεκτού» με το δημιουργικό τους ποδόσφαιρο, ενώ την ίδια στιγμή ο ίδιος έχει βρεθεί ουκ ολίγες φορές στο επίκεντρο σκληρής κριτικής για την αγωνιστική ταυτότητα των ομάδων του και το αμυντικό στιλ παιχνιδιού τους, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί… ξεπερασμένος. Ακόμα και το ισχυρό δέσιμο που συνήθιζε να έχει με παίκτες του στα πρώτα χρόνια της λαμπρής προπονητικής του σταδιοδρομίας, στην πορεία έδωσε τη θέση του στις μεγάλες του κόντρες με ποδοσφαιριστές του, τους οποίους δεν δίστασε να κατηγορήσει και να ειρωνευτεί δημοσίως. Το «ΦΩΣ» ξετυλίγει το κουβάρι της προπονητικής καριέρας του 57χρονου πλέον Μουρίνιο και ακολουθεί τα βήματα του Πορτογάλου, ο οποίος γεύτηκε το νέκταρ της επιτυχίας, αλλά τα τελευταία χρόνια ζει τον εφιάλτη της αμφισβήτησης.

Το «άστρο» του ανέτειλε στο Πόρτο

Το Πόρτο αποδείχτηκε σταθμός για τη μετέπειτα προπονητική πορεία του Ζοσέ Μουρίνιο, αφού απ’ αυτήν τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Πορτογαλίας (μετά την πρωτεύουσα Λισαβόνα), τοποθετημένη κατά μήκος των εκβολών του ποταμού Ντόουρο στα βόρεια της χώρας, έμελλε να ξεκινήσει και το ταξίδι ενός «άγνωστου» έως τότε τεχνικού προς την καταξίωση. Ο Πορτογάλος, έχοντας αφήσει νωρίτερα καλές εντυπώσεις στις σύντομες πορείες του σε Μπενφίκα και Λεϊρία, ανέλαβε την Πόρτο τον Γενάρη του 2002 αντικαθιστώντας τον Οκτάβιο Μασάντο. Και μάλιστα, σε μία δύσκολη εποχή για τους «δράκους», οι οποίοι όχι μόνο είχαν αποκλειστεί από το Τσάμπιονς Λιγκ και το Κύπελλο, αλλά, παράλληλα, ήταν και πέμπτοι στο εγχώριο πρωτάθλημα πίσω από Σπόρτινγκ, Μποαβίστα, Λεϊρία και Μπενφίκα!

Τα αποτελέσματα της δουλειάς του Μουρίνιο στον νέο του προπονητικό σταθμό ήταν εξαιρετικά με το «καλημέρα», καθώς με 11 νίκες σε 15 αγώνες η Πόρτο τερμάτισε τρίτη στο πρωτάθλημα και στο -7 από την κορυφή. Η υπόσχεση του Πορτογάλου για την επόμενη σεζόν; «Θα κάνω την Πόρτο πρωταθλήτρια!». Ο 39χρονος ακόμα τότε προπονητής βρήκε τη συνταγή της επιτυχίας σε συγκεκριμένους παίκτες που πίστευε πως θα τον οδηγούσαν στην επίτευξη του στόχου του. Στους Βίτορ Μπαΐα, Ρικάρντο Καρβάλιο, Ντέκο, Αλένιτσεφ και Πόστιγκα, ενώ παράλληλα κράτησε τον Ζόρζε Κόστα που είχε παραχωρηθεί την προηγούμενη σεζόν δανεικός στην Τσάρλτον και πήρε επίσης τους Νούνο Βαλέντε και Ντερλέι από τη Λεϊρία, τον Πάουλο Φερέιρα από τη Σετούμπαλ, τον Πέδρο Εμανουέλ από την Μποαβίστα και τους Γιανκάουσκας, Μανίς που είχαν μείνει ελεύθεροι από την Μπενφίκα.

Ο δρόμος προς την κορυφή

Ένα από τα σημεία-κλειδιά της τακτικής του Μουρίνιο ήταν η πίεση στους αντιπάλους που ξεκινούσε από τους επιθετικούς και στην πρώτη του ολοκληρωμένη σεζόν στον σύλλογο ηττήθηκε μόλις δύο φορές σε σύνολο 34 αναμετρήσεων και κατέκτησε τον τίτλο του πρωταθλητή στην Πορτογαλία με 11 βαθμούς διαφορά από τη δεύτερη Μπενφίκα. Και αυτή βέβαια ήταν μόνον η αρχή για τη «νέα εποχή» στην Πόρτο, αφού υπό τις οδηγίες του Πορτογάλου ο σύλλογος κατέκτησε εκείνη τη σεζόν το Κύπελλο και πέτυχε και το τρεμπλ με το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ στη Σεβίλη απέναντι στη Σέλτικ. Ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ που ήταν μάλιστα και το πρώτο μεγάλο ευρωπαϊκό τρόπαιο για την Πόρτο μετά το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1987 κόντρα στην Μπάγερν. Το «άστρο» του Μουρίνιο είχε ήδη αρχίσει να ανατείλει στο ευρωπαϊκό στερέωμα, ωστόσο υπήρχε και συνέχεια! Παρά την ήττα (1-0) στο ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ από τη μεγάλη Μίλαν του Αντσελότι, η Πόρτο διατήρησε τα σκήπτρα στο πρωτάθλημα και έκανε την υπέρβαση στην Ευρώπη με την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ. Παιχνίδι-κλειδί εκείνης της περιόδου στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση ήταν η πρόκριση επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στη φάση των «16» με γκολ του Κοστίνια στο 90’ στη ρεβάνς του «Ολντ Τράφορντ» (1-1), πριν ακολουθήσουν αυτές κόντρα σε Λιόν, Ντεπορτίβο Λα Κορούνια και φυσικά η νίκη επί της Μονακό στον τελικό. Το έργο του Μουρίνιο στους «δράκους» είχε ολοκληρωθεί, αφού στη συνέχεια κλήθηκε να μεταβεί στο Λονδίνο για να ηγηθεί της «ρωσικής επανάστασης» του Ρόμαν Αμπράμοβιτς στην Τσέλσι.

Η «ρωσική επανάσταση» στην Πρέμιερ Λιγκ

Με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς να έχει δαπανήσει το καλοκαίρι του 2003 περίπου 140 εκατομμύρια στερλίνες για την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών της Τσέλσι και ένα ποσό-ρεκόρ για την εποχή άνω των 100 εκατομμυρίων για την απόκτηση νέων παικτών, ο τότε προπονητής των «μπλε» Κλαούντιο Ρανιέρι δεν κατάφερε να οδηγήσει τον σύλλογο του Λονδίνου στις κατακτήσεις τίτλων. Ο Ρώσος μεγιστάνας λοιπόν αποφάσισε την επόμενη χρονιά (2004) να δώσει τα ηνία της ομάδας στον ανερχόμενο Ζοσέ Μουρίνιο από την Πόρτο και ο Πορτογάλος από το ξεκίνημα κιόλας της νέας του καριέρας αυτοανακηρύχθηκε «Special One» στους εκπροσώπους του Τύπου - ένας τίτλος που τον συνοδεύει μέχρι και σήμερα. «Μη με χαρακτηρίσετε αλαζόνα, αλλά είμαι πρωταθλητής Ευρώπης και θεωρώ ότι είμαι ο εκλεκτός» είχε πει χαρακτηριστικά. Ο Αμπράμοβιτς έβγαλε 70 εκατομμύρια στερλίνες για την απόκτηση των παικτών που ήθελε ο Μουρίνιο, με σημαντικότερη φυσικά αυτή του Ντρογκμπά από τη Μαρσέιγ, και αφού ο Πορτογάλος πρόσθεσε τα κομμάτια στο «παζλ» έφτιαξε τη δική του Τσέλσι που κατέκτησε την κορυφή. Πρώτα με το Λιγκ Καπ Αγγλίας στον τελικό του Κάρντιφ με αντίπαλο τη Λίβερπουλ και εν συνεχεία με το πρωτάθλημα - το πρώτο στην ιστορία του συλλόγου μετά από μισό αιώνα (1954-55).

Βέβαια, διακαής πόθος του Μουρίνιο ήταν η κορυφή της Ευρώπης με το Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά στα ημιτελικά η Λίβερπουλ έβαλε «φρένο» στις βλέψεις του και τον άφησε εκτός συνέχειας από τον θεσμό. Την επόμενη σεζόν (2005-06) ο Μουρίνιο στέφθηκε για δεύτερη φορά πρωταθλητής στην Αγγλία, με την Τσέλσι να γίνεται έτσι μόλις η πέμπτη ομάδα που κατέκτησε σερί τίτλο στην κατηγορία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά αυτός ήταν και ο μοναδικός τίτλος της ομάδας εκείνη την περίοδο. Τα πρώτα «σύννεφα» στις σχέσεις του Μουρίνιο με τον ιδιοκτήτη Αμπράμοβιτς και τον τότε αθλητικό διευθυντή Φρανκ Άρνσεσεν άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στο «Στάμφορντ Μπριτζ», όπως και οι πρώτες φήμες περί απόλυσης του Πορτογάλου.

Η πρώτη απόλυση

Ένα από τα σημεία της κόντρας του Αμπράμοβιτς με τον Μουρίνιο ήταν μεταξύ άλλων και ο Σεβτσένκο, τον οποίο ο Ρώσος μεγιστάνας είχε πάρει στον σύλλογο από τη Μίλαν. Παρότι ο Ουκρανός επιθετικός προερχόταν από εξαιρετικές χρονιές στους «ροσονέρι», εντούτοις στους Λονδρέζους δεν κατάφερε να δικαιώσει τις προσδοκίες. Το αποτέλεσμα ήταν να παραγκωνιστεί από τον Μουρίνιο, ο οποίος επέμεινε στη χρησιμοποίηση του Ντρογκμπά στην επίθεση. Η Τσέλσι έκανε τελικά το νταμπλ εκείνη τη σεζόν (2006-07) με το Κύπελλο Αγγλίας στο ανακαινισμένο «Γουέμπλεϊ» και το Λιγκ Καπ, αλλά με ένα σερί 5 ισοπαλιών στις τελευταίες αγωνιστικές στο πρωτάθλημα έχασε με έξι πόντους τον τίτλο στην Πρέμιερ Λιγκ από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και για ακόμα μία φορά αποκλείστηκε στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ από τη Λίβερπουλ. Η πρόσληψη του Αβραάμ Γκραντ στη θέση του διευθυντή ποδοσφαίρου, παρά τις έντονες αντιδράσεις του Μουρίνιο, ανέβασε ακόμα περισσότερο την ένταση ανάμεσα στον Πορτογάλο τεχνικό και στον Αμπράμοβιτς, ενώ τα αρνητικά αποτελέσματα των «μπλε» στο ξεκίνημα της επόμενης περιόδου (2007-08) οδήγησαν τελικά τον Μουρίνιο στην απόλυση από τον πάγκο της Τσέλσι.

Η υπέρβαση στο Μιλάνο με την ‘Ιντερ

Μετά την απόλυσή του από την Τσέλσι τον Σεπτέμβρη του 2007, η επιστροφή του Ζοσέ Μουρίνιο στους προπονητικούς πάγκους δεν άργησε και πολύ. Το καλοκαίρι του 2008 η ‘Ιντερ γνωστοποίησε την έναρξη της συνεργασίας τους και ο Πορτογάλος αντικατέστησε τον Ρομπέρτο Μαντσίνι. Για ακόμα μία φορά μάλιστα προκάλεσε αίσθηση με τις δηλώσεις του, αφού τόνισε πως έμαθε ιταλικά μέσα σε τρεις εβδομάδες και κατά τη διάρκεια της σεζόν άνοιξε μέτωπα με τους Αντσελότι (Μίλαν), Σπαλέτι (Ρόμα) και Ρανιέρι (Γιουβέντους) τονίζοντας πως δεν θα κατακτούσαν κανένα τρόπαιο. Εκ του αποτελέσματος ο Μουρίνιο αποκλείστηκε εκείνη τη σεζόν σε Κύπελλο και Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά οδήγησε τους «νερατζούρι» στην κατάκτηση του πρωταθλήματος με 10 πόντους διαφορά από τη δεύτερη Γιουβέντους. Το καλοκαίρι που ακολούθησε (2009) ενίσχυσε ακόμα περισσότερο το ρόστερ της ‘Ιντερ, με στόχο να φτάσει σε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες. Απέκτησε τον Αργεντινό επιθετικό Ντιέγκο Μιλίτο και πρόσθεσε στη μεσαία γραμμή τους Τιάγκο Μότα και Σνάιντερ, ενώ η μεταγραφή που προκάλεσε αίσθηση ήταν η ανταλλαγή του Ιμπραΐμοβιτς με τον Σαμουέλ Ετό της Μπαρτσελόνα. Τα αποτελέσματα της νέας ομάδας που είχε φτιάξει ο Πορτογάλος δεν άργησαν να φανούν. Κατέκτησε το Κύπελλο και το πρωτάθλημα στη Σέριε Α, ενώ έκανε και την υπέρβαση στο Τσάμπιονς Λιγκ. Αφού απέκλεισε στους «16» την πρώην ομάδα του, την Τσέλσι, άφησε εκτός συνέχειας την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στα προημιτελικά και την Μπαρτσελόνα στα ημιτελικά και κέρδισε 2-0 την Μπάγερν στον τελικό της Μαδρίτης με τα δύο γκολ του Μιλίτο. Ένα τρόπαιο που οι «νερατζούρι» είχαν κατακτήσει τελευταία φορά την περίοδο 1964-65, ήτοι πριν από 45 χρόνια! Ο έντονος πανηγυρισμός του Μουρίνιο στο «Καμπ Νόου» μετά την πρόκριση επί της Μπαρτσελόνα στο Τσάμπιονς Λιγκ και η γενικότερη συμπεριφορά του στο συγκεκριμένο ματς οδήγησαν τη μαδριλένικη εφημερίδα «Marca» να τονίσει στο πρωτοσέλιδό της πως ο Πορτογάλος πέρασε το τεστ για να γίνει ο νέος προπονητής της Ρεάλ Μαδρίτης. Κάτι που εκ του αποτελέσματος δεν άργησε να γίνει πραγματικότητα, αφού οι «μερένχες» το καλοκαίρι του 2010 «έσπασαν» το συμβόλαιο του Μουρίνιο με την ‘Ιντερ και τον έκαναν «βασιλιά» στο «Μπερναμπέου».

Το κεφάλαιο «Ρεάλ Μαδρίτης»

Το καλοκαίρι του 2010 ο Ζοσέ Μουρίνιο αντικατέστησε τον Μανουέλ Πελεγκρίνι και κάθισε στον πάγκο της Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Πορτογάλος υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο συνεργασίας με στόχο να οδηγήσει τον σύλλογο της Μαδρίτης στις επιτυχίες και χαρακτήρισε τον εαυτό του «γκαλάκτικο» - ένας όρος που χρησιμοποιούνταν βέβαια στη Ρεάλ για παίκτες-αστέρες και όχι για προπονητές. Το ξεκίνημα στη «βασίλισσα» δεν ήταν ιδανικό, καθώς στο πρώτο του παιχνίδι πρωταθλήματος η ομάδα του έμεινε στο 0-0 με τη Μαγιόρκα, ενώ στο πρώτο του «κλάσικο» με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα στο «Καμπ Νόου» διασύρθηκε με το βαρύ 5-0. Ένα παιχνίδι που ο πρόεδρος της Ρεάλ, Φλορεντίνο Πέρεθ, χαρακτήρισε το χειρότερο στην ιστορία του συλλόγου! Ο Πορτογάλος κατέκτησε τελικά τον πρώτο του τίτλο στην Ισπανία τον Απρίλη του 2011 που ήταν το Κύπελλο κόντρα στην Μπαρτσελόνα, αλλά έχασε το πρωτάθλημα από τους Καταλανούς και αποκλείστηκε από τους «μπλαουγκράνα» και στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ.

Η Μπάρτσα και οι εσωτερικές κόντρες

Την επόμενη περίοδο (2011-12) η Ρεάλ κέρδισε την Μπαρτσελόνα στο «Καμπ Νόου» για πρώτη φορά από το 2007 και κατέκτησε τον τίτλο στην Πριμέρα Ντιβισιόν από τους «μπλαουγκράνα» για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια. Αποκλείστηκε όμως στο Κύπελλο στα προημιτελικά από τους Καταλανούς και στο Τσάμπιονς Λιγκ έμεινε εκτός συνέχειας στα ημιτελικά με την ήττα από την Μπάγερν. Ο Μουρίνιο πήρε τελικά το ισπανικό Σούπερ Καπ του 2012 και έγινε ο μοναδικός προπονητής στην ιστορία που κατέκτησε κάθε εγχώριο τίτλο σε τέσσερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Η Ρεάλ τού ανανέωσε το συμβόλαιο για άλλα τέσσερα χρόνια, αλλά το τρόπαιο αυτό έμελλε να είναι και το τελευταίο στην καριέρα του στη Μαδρίτη. Η κόντρα του με αρκετά μεγάλα ονόματα της ομάδας, όπως τον Πέπε, τον Σέρχιο Ράμος, τον Κριστιάνο Ρονάλντο αλλά και τον ‘Ικερ Κασίγιας, τον οποίο μάλιστα παραγκώνισε στον σύλλογο, σε συνδυασμό και με τα αρνητικά αποτελέσματα της ομάδας, άνοιξαν τον δρόμο για την απόλυσή του το 2013. Η Ρεάλ έχασε το πρωτάθλημα από την Μπαρτσελόνα με 15 πόντους διαφορά, αποκλείστηκε στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ από την Ντόρτμουντ και έχασε και το Κύπελλο από τη συμπολίτισσα Ατλέτικο μέσα στο «Μπερναμπέου».

Η επιστροφή στο Νησί και η αμφισβήτηση

Έπειτα από την απόλυσή του από τον πάγκο της Ρεάλ Μαδρίτης, ο Μουρίνιο πήρε τη μεγάλη απόφαση να ξαναγυρίσει στην Αγγλία. Η Τσέλσι άνοιξε την αγκαλιά της το 2013 για να τον υποδεχτεί και οι δύο πλευρές άφησαν πίσω τους όσα αρνητικά είχαν προηγηθεί στην πρώτη θητεία του Πορτογάλου και γύρισαν σελίδα με στόχο τις επιτυχίες. Τις επιτυχίες βέβαια που τελικά δεν ήρθαν στην πρώτη χρονιά του Μουρίνιο, αφού πέρα από τους αποκλεισμούς στο Κύπελλο Αγγλίας και στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ από την Ατλέτικο Μαδρίτης οι «μπλε» τερμάτισαν και στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος. Την επόμενη σεζόν οι Λονδρέζοι έμειναν εκτός στο Κύπελλο από την Μπράντφορντ, αλλά κατέκτησαν το Λιγκ Καπ Αγγλίας και επέστρεψαν στον θρόνο του πρωταθλητή, με τον Πορτογάλο να κερδίζει και τον τίτλο του καλύτερου τεχνικού της σεζόν. Η Τσέλσι πήρε την απόφαση να του ανανεώσει το συμβόλαιο για άλλα τέσσερα χρόνια. Όπως αποδείχτηκε, όμως, ο Μουρίνιο δεν έμελλε να παραμείνει περισσότερο από λίγους ακόμα μήνες στον σύλλογο. Με την Τσέλσι να ηττάται σε 9 από τα 16 της παιχνίδια στην Πρέμιερ Λιγκ τη σεζόν 2015-16, ο Μουρίνιο απολύθηκε για ακόμα μία φορά από τους Λονδρέζους.

Το «αντίο» από τη Γιουνάιτεντ και η νέα σελίδα

Παρά τις φήμες που ήθελαν τον Πορτογάλο να επιστρέφει στην Ιταλία και την ‘Ιντερ, εντούτοις ο ίδιος παρέμεινε στην Αγγλία και ανέλαβε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το καλοκαίρι του 2016. Η πρώτη σεζόν του Μουρίνιο στους «κόκκινους διαβόλους» ήταν θετική, αφού πήρε το Λιγκ Καπ Αγγλίας και έφτασε έως την κορυφή της Ευρώπης με την κατάκτηση του Γιουρόπα Λιγκ στον τελικό απέναντι στον Άγιαξ. Τη σεζόν όμως που ακολούθησε ο Πορτογάλος δέχτηκε αρκετή κριτική για τον αποκλεισμό από τη Σεβίλη στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ παράλληλα έχασε τον τελικό του Κυπέλλου από την Τσέλσι και τερμάτισε δεύτερος στο πρωτάθλημα με 19 βαθμούς διαφορά από την πρωταθλήτρια Σίτι. Τα παράπονα και η σκληρή κριτική για τα αρνητικά αποτελέσματα και το κάκιστο αγωνιστικό πρόσωπο της Γιουνάιτεντ στις αναμετρήσεις έγιναν ακόμα πιο έντονα τη σεζόν 2018-19 και οδήγησαν τελικά τον Μουρίνιο στην έξοδο τον Δεκέμβρη του 2018. Από τον περασμένο Νοέμβρη ο Πορτογάλος επέστρεψε στη… δράση αντικαθιστώντας τον Μαουρίτσιο Ποτσετίνο στην Τότεναμ. Αν θα καταφέρει ο Πορτογάλος να επιστρέψει στις κατακτήσεις τίτλων και να δείξει τον δρόμο των επιτυχιών στα «σπιρούνια» παραμένει ένα αίνιγμα, που την απάντηση θα τη μάθουμε προσεχώς.