Κριτική βιβλίου: Η γυναίκα της άμμου

Το μυθιστόρημα του Κόμπο Αμπέ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση Στέλιου Παπαλεξανδρόπουλου.

Κριτική βιβλίου: Η γυναίκα της άμμου

Διαβάζει κανείς το μυθιστόρημα του Κόμπο Αμπέ, «Η γυναίκα της Άμμου», και αισθάνεται πως πατά με τα ακροδάχτυλα της συνείδησής του πάνω στη μισή σχεδόν λογοτεχνία που έχει προηγηθεί. Αυτό από μόνο του προσδίδει αξία στο βιβλίο, γιατί φαίνεται πως δεν αρκεί ένας συγγραφέας να έχει γαλουχηθεί με τη λογοτεχνική παράδοση, πρέπει στην πραγματικότητα να έχει γεννηθεί με αυτήν. Η τρύπα στην οποία πέφτει ο αινιγματικός πρωταγωνιστής του Αμπέ θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και η λαγότρυπα του Λιούις Κάρολ από την «Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων» αλλά, γιατί όχι, και ο μινωικός λαβύρινθος.

Η αδιαπέραστη άμμος της αφήγησης του Αμπέ επιδέχεται ένα σωρό ερμηνείες αλλά στο τέλος παραμένει ανερμήνευτη όπως πρέπει να είναι μια σωστή αλληγορία στη λογοτεχνία. Το ξέρουμε άλλωστε πια πως η ερμηνεία των πραγμάτων θα είναι ο οριστικός θάνατος της λογοτεχνίας σε αυτόν τον κόσμο.

Από εκεί και πέρα ο συλλέκτης εντόμων που πρωταγωνιστεί γίνεται ένας Σαμπέρ της άμμου, ή, αν θέλετε, ο Ματία Πασκάλ της Ανατολής, και χάρις σ’ αυτόν ο Αμπέ επισημαίνει τις εκδοχές του θανάτου, μια από τις οποίες είναι σίγουρα και η καθαρά γραφειοκρατική. Αλλά και η παραπομπή στον Γκρέγκορ Σάμσα της «Μεταμόρφωσης» και στον αυλόγυρο της καφκικής μυθοπλασίας δεν θα ήταν λιγότερο εύστοχη. Κι ακριβώς όπως ισχυρίζονται κάποιοι ότι ο Κάφκα δεν είναι πρόσωπο αλλά μια αφηγηματική συνθήκη, έτσι κι ο πρωταγωνιστής του Κόμπο Αμπέ που παγιδεύεται στον περίτεχνο ιστό της άμμου, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό (την αδιαφορία των άλλων, τη νωθρότητα της συνήθειας και της καθημερινότητας, τις αγκυλώσεις των κοινωνιών, αλλά και την υποχονδρία και τον απομονωτισμό του ατόμου) εξαϋλώνεται και στο τέλος του βιβλίου μοιάζει περισσότερο εμμονή μιας αρρωστημένης φαντασίας και λιγότερο απτή ανθρώπινη ύπαρξη.

Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι η λογοτεχνία όσο κι αν φλερτάρει με το παράλογο και την αλληγορία, κατά βάθος ποθεί όσο τίποτε άλλο τη συμφιλίωση με την πραγματικότητα, ή αλλιώς την εξίσωση με τον ρεαλισμό η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό που περιγράφει ο Αμπέ: «Η επιφάνεια που όποια κατεύθυνση και να πάρεις είναι γεμάτη δρόμους, που μπορείς να τους περπατήσεις ελεύθερα ως τα πέρατα του κόσμου».

Ο Ιάπωνας συγγραφέας μοιάζει να διακρίνει τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες: Στους κατόχους εισιτηρίου μιας διαδρομής και σ’ εκείνους με το εισιτήριο μετ’ επιστροφής, θεωρώντας προφανώς την επιστροφή ένας είδος Ιθάκης και ψυχικής τελείωσης. Όσο αφορά τέλος τον συγγραφικό του εαυτό είναι πιο σαφής από ποτέ: «Το να θέλεις να γίνεις συγγραφέας είναι σαν να θέλεις να γίνεις μαριονετίστας, συνεπώς σαν να θέλεις να ξεχωρίσεις τον εαυτό σου από τις μαριονέτες, άρα δεν είναι τίποτε περισσότερο από εγωισμός».