«Μουσική προπάντων»

Το βιβλίο του Γιάννη Ευσταθιάδη από τις εκδόσεις Μελάνι.

«Μουσική προπάντων»

Ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, γευσιγνώστης, οργανωτικός νους στον κόσμο των διαφημίσεων και μουσικός παραγωγός στο Τρίτο Πρόγραμμα, ο Γιάννης Ευσταθιάδης μάς δίνει με το πρόσφατο βιβλίο του «Μουσική προπάντων», που κυκλοφορεί από το Μελάνι, έναν οδηγό πλοήγησης στα μουσικά είδη, θέλοντας ταυτοχρόνως να υποδείξει και κάτι άλλο: τον τρόπο με τον οποίο συνομιλούν μεταξύ τους οι τέχνες. Δεν είναι πρώτη φορά που ο Ευσταθιάδης καταπιάνεται δοκιμιακά με τη μουσική. Τα τρία βιβλία του με τις «Αντιστίξεις» (2003, 2006 και 2014 συν τη συγκεντρωτική τους έκδοση το 2018) έχουν στρώσει με πολλαπλές προεξαγγελίες τον σημερινό δρόμο. Ξεκινώντας από τους τροβαδούρους, το μπαρόκ και την κλασική μουσική και φτάνοντας μέχρι την τζαζ και τη μουσική για τον κινηματογράφο, ο Ευσταθιάδης μιλάει για τη συνεχή γραμμή συνεύρεσης ανάμεσα στη μουσική, τη λογοτεχνία και τις εικαστικές τέχνες, αποφεύγοντας από τη μια πλευρά την άγαρμπη και εξουθενωτική γλώσσα του ειδικού, φροντίζοντας δε από την άλλη να στηρίξει θεωρητικά και με εύλογα επιχειρήματα τα σχόλιά του -,σχόλια τα οποία διαπερνά πάντοτε ένα λεπτό και διακριτικό χιούμορ.

Ποιος κερδίζει το παιχνίδι στον αγώνα που δίνουν στον ένα πόλο οι ήχοι της μουσικής και στον άλλο η ποίηση του λιμπρέτου; Πώς επηρεάζει η μουσική την οικονομία και η οικονομία τη μουσική; Πώς συναντά η μουσική το θέατρο και πώς θα πλησιάσει ο Σαίξπηρ τον Βέρντι ή πού θα τα βρουν ο Μπομαρσέ με τον Μότσαρτ και ο Ούγκο Χόφμανσταλ με την όπερα του Ρίχαρντ Στράους; Κι ύστερα, είναι το ίδιο το έργο συνθετών όπως ο Μπετόβεν και ο Ροσίνι ή η δουλειά λυρικών φωνών, όπως εκείνη της Μαρίας Κάλας. Και επιπροσθέτως πώς θα έρθουν κοντά ο Πίνδαρος, η Σαπφώ, ο Προυστ, η Κολέτ, ο Έκο και ο Ουγκό με τον Μότσαρτ, τον Μπαχ, τον Βέρντι και τους Μπητλς; Και μετά, πώς επικοινωνούν ο Ρενουάρ, ο Κλιμτ, ο Γκόγια, ο Κλέε, ο Πικάσο και ο Σαγκάλ με τον Ντεμπυσσύ, τον Ρεσπίγκι, τον Μουσόργκσκι, τον Ραβέλ και τον Μπερλιόζ;

Τα ερωτήματα δεν είναι για να πελαγώσουμε και να χαθούμε μέσα σε ένα δάσος ονομάτων και ατελείωτων παραπομπών, αλλά για να θυμηθούμε, να συσχετίσουμε και να ξεχωρίσουμε. Και να μην παραλείψουμε, κλείνοντας, τους δεσμούς της λογοτεχνίας με τη γαστρονομία και με τη μουσική του πολέμου.

Να πω συμπληρωματικά, αφήνοντας το συγκεκριμένο βιβλίο και το δοκίμιο, πως η μουσική, εκκινώντας από τον Σούμπερτ και φτάνοντας μέχρι τον Βάγκνερ και τον Μότσαρτ, θα παίξει συχνά στα πεζά του Ευσταθιάδη τον ρόλο ενός σκοτεινού καταλύτη: μια υπόγεια, αλλά σχεδόν ανεξέλεγκτη δύναμη, ικανή να αποδεσμεύσει απειλητικές γυναικείες οπτασίες, να συντρίψει τους άσωτους για τη μαύρη καρδιά τους ή να αφανίσει τους πιστούς, επιτρέποντάς τους να ψηλαφήσουν την όψη τους στο πρόσωπο του Θεού. Γράφοντας για τη μουσική, ο Ευσταθιάδης θα έχει στο τραπέζι του πλήθος συνδαιτυμόνες: από την ψυχανάλυση, τον Μπόρχες, τον Ιούλιο Βερν και τον Παπαδιαμάντη ώς τον Μπομαρσέ, τον Ορσον Γουέλς, τον Γούντι Άλεν και τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Καιρού επιτρέποντος, ο συγγραφέας, θα ανοίξει παρτίδες με το οικολογικό θρίλερ και το ρομάντζο, θα αναμετρηθεί με το θέατρο ενώ δεν θα διστάσει να παρεμβάλει στις αφηγήσεις του ποιήματα και ιχνογραφήματα, όπως και καταλόγους ρούχων ή μουσικές νότες. Και όλα αυτά, χωρίς την παραμικρή φιλολογική και ναρκισσιστική διάθεση - όπως ακριβώς γίνεται και στο «Μουσική προπάντων», τονίζοντας τη βαθύτερη, οργανική ενότητα των έργων και του λόγου του Ευσταθιάδη.

Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ



Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ. 232110