Η Νίκη της Σαμοθράκης

Η Νίκη της Σαμοθράκης

Η Νίκη της Σαμοθράκης, μία από τις τρεις φτερωτές Νίκες που βρέθηκαν στο νησί, αποτελούσε, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, αφιέρωμα στο ναό των Μεγάλων Θεών ή Καβείρων στη Σαμοθράκη. Η ιστορία του αγάλματος μάς είναι λίγο πολύ γνωστή, εκείνο που δεν γνωρίζουμε με σιγουριά είναι το όνομα του καλλιτέχνη που το φιλοτέχνησε γύρω στο 190 π.χ.

Ειρωνεία: Αναφερόμαστε σ’ ένα από τα διασημότερα γλυπτά όλων των εποχών, ως έργο ανώνυμου δημιουργού, σε μια εποχή σαν τη δική μας όπου εμφανίζονται σωρηδόν επώνυμοι καλλιτέχνες ανώνυμων έργων.

Ύστερα από χιλιετίες ανθρώπινης παρουσίας στη Γη ήρθε ίσως η ώρα να δεχθούμε ότι η Ιστορία δεν είναι απλά ένα είδος Χόλυγουντ όπου πρωταγωνιστούν οι μεγάλοι άνδρες. Είναι πρωτίστως η κιβωτός μέσα στην οποία διαφυλάχθηκαν τα μνημεία λόγου και τέχνης κι εκεί εγκαταβιώνει το ανθρώπινο πνεύμα στην πιο υψηλή του έκφανση.

Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι με ποια κριτήρια επιλέγονται αυτά τα μνημεία λόγου και τέχνης. Τι τους προσδίδει τον αρχετυπικό χαρακτήρα που τους αποδίδουμε;

Ακούω συχνά κάποιους να λένε ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δημιούργησαν με βάση τον κώδικα που εμπνεύστηκαν από το φυσικό περιβάλλον. Έτσι όμως μοιάζει η μεγάλη τέχνη να είναι απλώς αποτέλεσμα παρατήρησης, μια διαδικασία μίμησης στην οποία μπορεί ο καθένας να ανταποκριθεί αρκεί να προσπαθήσει.

Στην πράξη βέβαια αυτό δεν ισχύει, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τις πηγές της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Το στοιχείο της τυχαιότητας αποκλείεται ευτυχώς στην Τέχνη: Πίσω από κάθε μείζον δημιούργημα υπάρχει ένας μεγάλος δημιουργός. Υπάρχει στρατηγική, υπάρχει όραμα, μια συνεπής πορεία και μια διαρκής συνομιλία με το χρόνο. Αν σκεφτεί κανείς ότι από κάθε εποχή επιζούν τελικά ελάχιστα έργα, η αντίληψη ότι το ταλέντο αφθονεί στον κόσμο, παρηγορεί απλώς όσους οραματίζονται τον εαυτό τους ως μεγάλο καλλιτέχνη.

Ο Ελληνικός πολιτισμός παραμένει ορόσημο στην παγκόσμια Ιστορία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλοι οι Αρχαίοι Έλληνες υπήρξαν μεγάλοι δημιουργοί και όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα ισοδυναμούν με έργα τέχνης. Οι άριστοι της εποχής εκείνης μας αποκαλύπτονται στο διάβα των αιώνων και κάθε αποκάλυψη αλλάζει την άποψη τόσο για την αρχαιότητα όσο και για τον σύγχρονο κόσμο.

Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ένα άγαλμα σαν τη Νίκη της Σαμοθράκης πριν αυτό ξαναδεί το φως του ήλιου δυο χιλιετίες μετά τη γέννησή του; Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι ένας καλλιτέχνης της εποχής εκείνης θα συλλάμβανε με τέτοιο δυναμισμό τη στάση και την κίνηση του ανθρώπινου σώματος∙ θα εμπλούτιζε αλληγορικά το εκτόπισμά του, θα αναδείκνυε τη θηλυκότητα μέσα από αδρά σχήματα, θα ανέτρεπε τον κώδικα του κλασσικού ιδεώδους, θα συνομιλούσε με ρεύματα και τάσεις που εμφανίστηκαν μόλις τον εικοστό αιώνα.

Έτσι όμως συμβαίνει πάντα. Ένα μεγάλο έργο δεν είναι κόσμος περίκλειστος. Είναι μια ανοιχτή πρόκληση και πρόσκληση εκ μέρους του δημιουργού του. Όπως ο Όμηρος, ο Σαίξπηρ, ο Δάντης κι ο Θερβάντες είναι οι βασικοί συνομιλητές των ανθρώπων του λόγου σε κάθε εποχή, έτσι κι έργα όπως η Νίκη της Σαμοθράκης μέσα από τις διαδοχικές ερμηνείες που επιδέχονται κατά καιρούς θα συνεχίσουν να μας εμπνέουν με κάθε τρόπο.

Ο Χέγκελ προσπαθώντας να αιτιολογήσει την αναγκαιότητα της τέχνης στον κόσμο μας, την ορίζει ως τη φυσική ικανότητα του ανθρώπου να αναδιπλασιάζεται μέσω της συνείδησης και των έργων του. Πλησιάζει δηλαδή σε αυτό που πολλοί δημιουργοί συναισθάνονται «ως στοίχημα με την αθανασία». Ποια άλλη ανθρώπινη ανάγκη καλύπτει εντέλει η τέχνη παρά την λαχτάρα του καλλιτέχνη να νικήσει το χρόνο, να προεκτείνει τα σύνορα της δικής του ύπαρξης και να ακυρώσει το φυσικό και αναπόφευκτο γεγονός του θανάτου;

Η ηγεμονία της καθημερινότητας οδηγούσε ανέκαθεν τον άνθρωπο στη λατρεία του εφήμερου, σε αυτή την παράξενη θεότητα η οποία προβάλλει και αναδεικνύει τη μια μέρα ό,τι πιο ασήμαντο για να το καταργήσει βάρβαρα την επόμενη

Κυρίαρχο δόγμα της εποχής μας αυτή η λατρεία του εφήμερου και του ασήμαντου μας αποπροσανατολίζει. Η μάστιγα της συνεχούς ενημέρωσης και η πλανητική ηγεμονία της τεχνολογίας δημιούργησαν πρωτόγνωρα ήθη. Οι δημοσιογράφοι διαχειρίζονται σε μεγάλο βαθμό τις τύχες της λογοτεχνίας και της Ιστορίας. Οι γκουρού της πληροφορικής εμφανίζονται ως κλειδοκράτορες του σύγχρονου κόσμου. Ίσως όμως κάπου αυτή τη στιγμή φιλοτεχνείται μια αντίστοιχη Νίκη της Σαμοθράκης, η ποιότητα και η υψηλή αισθητική της οποίας θα λοιδορεί ύστερα από εκατό χρόνια την ανούσια παρέμβαση όλων αυτών. Δεν βρίσκω άλλο τρόπο να καταλήξω από το να παραφράσω τον Πεσσόα και να πω ότι: «Η μεγάλη τέχνη αποτελεί απόδειξη πως η πραγματικότητα δεν είναι αρκετή».