Όλοι οι άλλοι μαζί και ο Σεζάν μόνος του!
«Το μάτι δεν αρκεί χρειάζεται και σκέψη», έλεγε ο Σεζάν σχολιάζοντας την πεπερασμένη φύση του ιμπρεσιονισμού και τις αντιφάσεις του
Αντίθετα με τους ιμπρεσιονιστές που αρκούνταν σε στιγμιαίες καταγραφές φευγαλέων εντυπώσεων, ο Σεζάν αφιέρωνε ώρες και ώρες στοχασμού και παρατήρησης. Ο μεγάλος αυτός καλλιτέχνης θεωρούσε ότι από τον ιμπρεσιονισμό έλειπε η σταθερότητα και κάποιο στοιχείο διαχρονίας, όπως συμβαίνει σε κάθε τέχνη που υπολείπεται σε απλότητα και συγκροτημένη άποψη.
«Η τέχνη δεν είναι κάτι αυθαίρετο, δημιουργεί μια αρμονία παράλληλη με τη φύση», γράφει ο Σεζάν. Για χάρη της χρωματικής λαμπρότητας, οι ιμπρεσιονιστές θυσίαζαν την σταθερότητα της μορφής αλλά και κάθε έννοια τάξης και συνοχής.
Ο Σεζάν ήταν ο μόνος ζωγράφος που μπορούσε να διακρίνει τις εγγενείς αδυναμίες του ιμπρεσιονισμού και να μην παρασυρθεί από αυτή την γοητευτική πλημμυρίδα.
Οι «νεκρές φύσεις» και τα τοπία του είναι αλήθεια πως αποτέλεσαν ένα είδος ιδεοληψίας για κάποια χρόνια, ωστόσο ο Σεζάν δεν αδιαφόρησε ποτέ για το ανθρώπινο στοιχείο, αν σκεφτεί κανείς πως οι προσωπογραφίες του ιδιαίτερα αυτές των οικείων του παραμένουν ίσως τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα του.
Πολλοί από αυτούς τους πίνακες υπαινίσσονται μια μικρή ιστορία, όπως η «Γυναίκα με το ροζάριο». Πρόκειται για καλόγρια που το έσκασε από τη μονή της, κι αφού περιπλανήθηκε αρκετά, βρήκε καταφύγιο στο σπίτι του ζωγράφου ως υπηρέτρια.
Στο στενό περιβάλλον του φαίνεται πως κινείται και «Ο κηπουρός».
Οικείες και γεμάτες ανθρώπινη ζεστασιά είναι και οι φιγούρες των χαρτοπαικτών που απεικονίζονται σε τοπικό καφενείο. Σε έναν από αυτούς πίνακες δύο γείτονες του καλλιτέχνη χαρτοπαίζουν ζυγίζοντας ο ένας τον άλλο. Οι χαρτοπαίκτες του Σεζάν αποπνέουν όχι μόνο μια αυθεντική λαϊκότητα αλλά και ένα βαθύτερο στοχασμό τον οποίο αδυνατούν να αποδώσουν οι ιμπρεσιονιστές.
Αυτός ο σπουδαίος ζωγράφος άλλαξε την πορεία της σύγχρονης τέχνης, όχι μόνο με τις εικαστικές καινοτομίες αλλά και με τη βαρυσήμαντη φιλοσοφία του. Κάπως έτσι ξεπέρασε όσα βλέπει το μάτι του ανθρώπου φτάνοντας ως το έσχατο βάθος των πραγμάτων.