Κέφι για άθληση

Όταν ο αθλητής εμπνέεται από το άθλημα στο οποίο επιδίδεται κατορθώνει να ξεπεράσει τον εαυτό του και να γίνει απρόβλεπτος.

Κέφι για άθληση

Όταν ο αθλητής εμπνέεται από το άθλημα στο οποίο επιδίδεται αυξάνει την προσπάθεια και ανεξάρτητα από κοινωνικοοικονομικούς λόγους ή νοσήματα κατορθώνει να ξεπεράσει τον εαυτό του και να γίνει απρόβλεπτος. Αντίθετα, το μειωμένο ενδιαφέρον, λόγω εξωτερικών ή εσωτερικών δυσκολιών, οδηγεί σε αδιαφορία και τελικά σε πλήρη απομάκρυνση από τις αθλητικές δραστηριότητες.

Η σχέση μεταξύ ψυχολογικής κατάστασης και απόδοσης στα αθλήματα είναι αυξημένου ενδιαφέροντος. Το κέφι και η θετική διάθεση για άσκηση επηρεάζει τα κινητικά κέντρα του εγκεφάλου, πυροδοτώντας κινητικά προγράμματα τα οποία ενεργοποιούν περισσότερες μυϊκές ίνες μέσα στους μύες, με αποτέλεσμα να παράγεται περισσότερη ενέργεια από τον αερόβιο μεταβολισμό. Η μειωμένη, αρνητική διάθεση σημαίνει χαμηλό επίπεδο ενεργοποίησης των κινητικών κέντρων που συνεπάγεται στρατολόγηση μικρότερου αριθμού μυϊκών ινών μέσα στον μυ, ο οποίος έχει να εκτελέσει σκληρότερο έργο. Αποτέλεσμα είναι οι μύες να εισέρχονται ευκολότερα σε αναερόβιο μεταβολισμό με παραγωγή γαλακτικού οξέος και εύκολη κόπωση.

Το υψηλό επίπεδο ενεργοποίησης σχετίζεται με αύξηση των επιπέδων αδρεναλίνης και νοραδρεναλίνης στο αίμα και στους μύες, επίπεδα τα οποία είναι απαραίτητα για τη ρύθμιση της χρήσης του γλυκογόνου που απαιτείται για την παροχή ενέργειας.

Ελαττωμένο ενδιαφέρον για άσκηση σημαίνει μειωμένη διέγερση για διάσπαση γλυκογόνου προς παραγωγή γλυκόζης. Αυτό συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση της γλυκόζης του αίματος με αποτέλεσμα υπογλυκαιμία. Από την άλλη, υπερδιέγερση, λόγω παθολογικά ισχυρής εξάρτησης από την άσκηση προκαλεί μεγάλη διάσπαση του γλυκογόνου με αποτέλεσμα ταχεία εξάντληση των αποθηκών του. Επομένως, η ισορροπία μεταξύ υπό και υπερδιέγερσης είναι απαραίτητη για άριστη απόδοση και το ψυχολογικό υπόστρωμα του αθλητή έχει πολύ μεγάλη σημασία για την επίτευξη αυτής της ισορροπίας.

Η προοδευτική βελτίωση της τεχνικής μέσα από την επαναλειπτικότητα των κινήσεων συνεπάγεται αύξηση της απόδοσης η οποία επιδρά σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με αίσθημα επιβράβευσης, ικανοποίησης και ευφορίας, έτσι ώστε ο αθλητής να έχει περισσότερη διάθεση για επανάληψη της δραστηριότητας. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται θετική ανατροφοδότηση (positive feedback) και οφείλεται στο γεγονός ότι το τελικό αποτέλεσμα μιας προσπάθειας είναι ωφέλιμο και ωθεί το άτομο στην επανάληψη της.

Η θετική ανατροφοδότηση είναι ρυθμιστικός μηχανισμός πολλών βιολογικών αντιδράσεων στις οποίες το τελικό αποτέλεσμα επηρεάζει τη λειτουργία τους, με σκοπό τη διατήρηση της ομοιοστασίας του οργανισμού. Ωστόσο, υπάρχει και αρνητική ανατροφοδότηση. Ένα παράδειγμα είναι η ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος. Ύστερα από ένα γεύμα η γλυκόζη του αίματος αυξάνεται, οπότε διεγείρεται το πάγκρεας και απελευθερώνει ινσουλίνη η οποία εισάγει τη γλυκόζη στα κύτταρα. Τα ηπατικά κύτταρα αποθηκεύουν την περίσσια της γλυκόζης σε μορφή γλυκογόνου. Τα μυϊκά κύτταρα επίσης αποθηκεύουν τη γλυκόζη υπό μορφή γλυκογόνου ή τη χρησιμοποιούν για παραγωγή ενέργειας (ATP). Καθώς με την άσκηση καταναλώνεται η γλυκόζη και μειώνονται οι συγκεντρώσεις της στο αίμα το πάγκρεας μειώνει την παροχή ινσουλίνης και τα κύτταρα ελαττώνουν την πρόσληψη γλυκόζης. Με αυτό τον τρόπο τα επίπεδα της γλυκόζης διατηρούνται σταθερά στο αίμα. Τα χαμηλά επίπεδα γλυκόζης διακόπτουν την έκκριση ενός προϊόντος, εν προκειμένω της ινσουλίνης η οποία μειώνει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Όταν, μάλιστα, αυτά πέσουν πολύ χαμηλά η οδός παραγωγής ινσουλίνης διακόπτεται εντελώς.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.