Πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα για την πυρηνική ενέργεια
Το «ξεχασμένο» θέμα της πυρηνικής ενέργειας επανάφερε στο τραπέζι των συζητήσεων ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος πρόσφατα δήλωσε πως οι κλιματικοί στόχοι της ΕΕ δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς την συνδρομή της πυρηνικής ενέργειας.
Ήταν μια δήλωση που «δικαίωσε» τους υπέρμαχους της πυρηνικής ενέργειας στην χώρα και προβλημάτισε έντονα όσους θεωρούν πως η χώρα είναι κάθε άλλο παρά έτοιμη και σε θέση να διαχειριστεί τα όσα συνεπάγονται ενός τέτοιου εγχειρήματος.
«Σήμερα, η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο» δηλώνει στο CNN Greece ο Αχιλλέας Χεκίμογλου, δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου ‘Ατομική Εποχή’ το οποίο πραγματεύεται στις πυρηνικές επιδιώξεις της Ελλάδας στον 20ο αιώνα.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
«Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί» διευκρινίζει ο Αχιλλέας Χεκίμογλου, δεδομένου πως σε μια τέτοια συνθήκη η χώρα θα προχωρούσε σε μία θεσμική, οικονομική, τεχνική και επιστημονική προπαρασκευή που θα διαρκούσε πολλά χρόνια, όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα αναπτυξιακά έργα.
«Σε αυτή την προσπάθεια θα μπορούσαν να συνδράμουν Έλληνες πυρηνικοί τεχνολόγοι της Διασποράς, που όπως και στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, έτσι και σήμερα βρίσκονται ως δια μαγείας σε όλα τα μεγάλα πυρηνικά κέντρα του πλανήτη, μεταφέροντας τεχνογνωσία από το εξωτερικό στην Ελλάδα» επισημαίνει.
Γεγονός είναι, πάντως, ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να κάνουν τη συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια στην Ελλάδα, κάτι που πριν από 10-20 χρόνια ήταν εκτός πραγματικότητας.
Ποια είναι τα εμπόδια που υπάρχουν σήμερα
Όπως τονίζει ο κ. Χεκίμογλου πρόκειται για ένα πάρα πολύ πολύπλοκο θέμα που συνδέεται με την πράσινη μετάβαση, η οποία επιχειρείται σε περιβάλλον απελευθερωμένης αγοράς, υπό ραγδαία μεταβαλλόμενες συνθήκες που έχουν πλέον επίπτωση και στην οικονομική ελκυστικότητα των έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
«Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ευρώπη επιταχύνονται οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, ενώ και η χώρα μας έχει κάνει τεράστια βήματα». Ωστόσο, πολύ συχνά η παραγόμενη ενέργεια πάει χαμένη και αυτό το φαινόμενο δημιουργεί τεράστιες επιπλοκές, προσθέτει.
«Γενικότερα, ενώ κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι ΑΠΕ είναι το μέλλον, διεθνώς υπάρχει προβληματισμός γύρω από τη δυνατότητά τους να λειτουργήσουν ως καύσιμο βάσης και να προσφέρουν σταθερότητα στο ηλεκτρικό σύστημα και προβλεψιμότητα στις τελικές τιμές. Αυτός και ο λόγος που πολλές μη πυρηνικές χώρες ανοίγουν τη συζήτηση για την ατομική ενέργεια και προχωρούν σε σχετικά προγράμματα».
«Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι έχει στο μυαλό του ο κ. Πρωθυπουργός ούτε να προβλέψω τι συνέχεια μπορεί να δοθεί στην ελληνική πραγματικότητα» σχολιάζει ο κ. Χεκίμογλου, ο οποίος επισημαίνει:
«Πάντως, όλα τα σημάδια δείχνουν ότι η Πράσινη Μετάβαση στην Ευρώπη και ο στόχος του Net-Zero θα στηριχθεί και στην πυρηνική ενέργεια, που είναι καλώς ή κακώς η μόνη πηγή που μπορεί να εξασφαλίσει απεριόριστη και αδιάλειπτη παραγωγή καθαρής ενέργειας».
Μάλιστα, όπως τονίζει, η αύξηση της διείσδυσης φιλικότερων προς το περιβάλλον τεχνολογιών, βάσει των στόχων του Net-Zero, όπως η ηλεκτροκίνηση στις συγκοινωνίες, την αυτοκίνηση και τις μεταφορές εν γένει, οι αντλίες θερμότητες κτλ., θα αυξήσουν νομοτελειακά τη ζήτηση για ηλεκτρισμό.
Η μακρά ιστορία της Ελλάδας με την πυρηνική ενέργεια
Σύμφωνα με τον Αχιλλέα Χεκίμογλου: «ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η Ελλάδα είχε διακρίνει τις προοπτικές της ατομικής ενέργειας και παρακολουθούσε στενά τις διεθνείς εξελίξεις», παρόλο που εκείνη την εποχή προτεραιότητα είχε η δημιουργία των υδροηλεκτρικών έργων της ΔΕΗ και η αξιοποίηση του λιγνίτη.
Έτσι, έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1960, την σκυτάλη στον πυρηνικό σκοπό της χώρας είχε το ερευνητικό κέντρο «Δημόκριτος».
«Αποκορύφωμα της προσπάθειας αυτής ήταν η έναρξη λειτουργίας του ατομικού αντιδραστήρα του Δημόκριτου το καλοκαίρι του 1961 που έβαλε την Ελλάδα στην Ατομική Εποχή και συνέβαλε αποφασιστικά στην επιστημονική της ανάπτυξη».
«Η ΔΕΗ άρχισε να εξετάζει κάπως διστακτικά την πυρηνική επιλογή κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1960», όμως όπως σημειώνει ο κ. Χεκίμογλου η πυρηνική ενέργεια άρχισε να έχει νόημα για την Ελλάδα την περίοδο της μεγάλης ενεργειακής κρίσης της δεκαετίας του 1970, η οποία εκτόξευσε το ενεργειακό κόστος και «ώθησε τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή να προετοιμάσει τη ΔΕΗ και το υπουργείο Βιομηχανίας για την πυρηνική μετάβαση της χώρας».
«Στόχος της ΔΕΗ της δεκαετίας του 1970 ήταν στον 21ο αιώνα η μισή ενέργεια της χώρας να παράγεται από πυρηνικούς σταθμούς, στην περίπτωση που προχωρούσε με το πυρηνικό πλάνο».
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Χεκίμογλου, «όλα αυτά «πάγωσαν» με την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε προσωπικά στηρίξει το αντιπυρηνικό μέτωπο, και ενταφιάστηκαν οριστικά με την τραγωδία του Τσερνόμπιλ, που επιτάχυνε, μάλιστα, την υιοθέτηση του φυσικού αερίου στην Ελλάδα στο ενεργειακό μείγμα της χώρας».
Το ρίσκο παραμένει
Για όσους δεν ασχολούνται με το θέμα, η πυρηνική ενέργεια αποτελεί ακόμα «ταμπού», κυρίως λόγω του υψηλού ρίσκου που φέρει.
Διεθνώς γίνεται μεγάλη συζήτηση για το εάν η πυρηνική βιομηχανία έχει πάρει τα μαθήματα των τριών μεγάλων ατυχημάτων (Three Mile Island, Τσερνόμπιλ, Φουκουσίμα), τα οποία έγιναν σε πυρηνικά εργοστάσια πρώτης γενιάς και είναι κυρίαρχη η άποψη ότι έχουν γίνει μεγάλες αλλαγές προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης ασφάλειας, χάρη στην εξέλιξη της πυρηνικής τεχνολογίας, η οποία έχει εξελιχθεί σημαντικά και προσφέρει περισσότερες δικλείδες ασφαλείας.
Άλλωστε, όπως τονίζει ο κ. Χεκίμογλου, δεκάδες αντιδραστήρες λειτουργούν π.χ. στις ΗΠΑ ή την Γαλλία χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα.
Την ίδια ώρα όμως επισημαίνει πως: «Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι, σε περίπτωση ατυχήματος, η ραδιενέργεια δεν γνωρίζει εθνικά σύνορα. Ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν κάνει πυρηνικά, ένα ατύχημα θα μπορούσε να συμβεί στη Βουλγαρία ή την Τουρκία που ετοιμάζεται να ενεργοποιήσει το πρώτο της πυρηνικό εργοστάσιο».
Τι νέο φέρνουν οι αντιδραστήρες μικρότερης κλίμακας (SMR)
Οι πρωταγωνιστές της «πυρηνικής» συζήτησης σήμερα είναι οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες (Small Modular Reactors – SMR).
Πρόκειται για αντιδραστήρες νέας γενιάς αντιδραστήρες, με ισχύ έως και 300 MW και με βασικά χαρακτηριστικά το μικρό τους μέγεθος, τη δυνατότητά τους να συναρμολογούνται από το εργοστάσιο και να εγκαθίστανται ως ενιαία μονάδα σε μία τοποθεσία και την παραγωγή, μέσω πυρηνικής σχάσης, περίπου έως και 1/3 της ενέργειας ενός παραδοσιακού μεγάλου αντιδραστήρα ισχύος.
«Το μικρό μέγεθος των SMR επιτρέπει την εγκατάστασή τους σε τοποθεσίες που δεν είναι κατάλληλες για μεγάλα πυρηνικά εργοστάσια» σημειώνει ο κ. Χεκίμογλου και προσθέτει πως υπόσχονται μικρότερο κόστος και σημαντικά περιορισμένο χρόνο κατασκευής, ενώ μπορούν να αναπτύσσονται σταδιακά για να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια.
«Θεωρούνται κατάλληλοι για μη διασυνδεδεμένες περιοχές, καθώς λειτουργούν αυτόνομα».
Θεωρητικά, ένας μικρός SMR θα μπορούσε να εξασφαλίσει απεριόριστη ενέργεια για ένα νησί, μία βιομηχανική περιοχή, ωστόσο για θα πρέπει πρώτα να λυθούν τα ρυθμιστικά θέματα που υπάρχουν και δημιουργούνται.
Μάλιστα, ο κ. Χεκίμογλου δηλώνει βέβαιος ότι οι νέες αυτές πυρηνικές τεχνολογίες συνδυαστικά όχι μόνο θα φέρουν μία νέα περίοδο για την ανθρωπότητα, όπως προέβλεπαν οι σκαπανείς της ατομικής εποχής πριν από 70-80 χρόνια, αλλά και θα επισκιάσουν κάθε άλλη εκθετική τεχνολογία που διαθέτουμε σήμερα, όπως το Α.Ι., εφόσον γίνουν πραγματικότητα και οι πρώτες εμπορικές εφαρμογές της πυρηνικής σύντηξης στο τέλος της δεκαετίας ή τις αρχές της επόμενης.
«Όλες αυτές οι νέες πυρηνικές τεχνολογίες θα συναντήσουν τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες που διαθέτουμε, μέσα από «έξυπνα» δίκτυα τα οποία θα προσφέρουν μεγαλύτερη σταθερότητα, προβλεψιμότητα και βιωσιμότητα στα ενεργειακά συστήματα και κατ’ επέκταση στις εθνικές οικονομίες» τονίζει.
*Ο Αχιλλέας Χεκίμογλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1979. Σπούδασε δημοσιογραφία και είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Ατομική εποχή: Πυρηνική ενέργεια, αντιδραστήρες και ουράνιο στην Ελλάδα του 20ού αιώνα», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
ΠΗΓΗ: CNN