Light of My Life: Όταν οι ιστορίες για παιδιά τελειώσουν, θα φτιάξουμε καινούργιες

Ο Νότης Παρασκευόπουλος γράφει για τη νέα ταινία του Κέισι Άφλεκ, Light of My Life (Φως στο Σκοτάδι), που κυκλοφορεί στους κινηματογράφους.

Light of My Life: Όταν οι ιστορίες για παιδιά τελειώσουν, θα φτιάξουμε καινούργιες

Αυτή φαίνεται να είναι η σκέψη του Κέισι Άφλεκ που έγραψε και σκηνοθέτησε μία δίωρη ταινία ενός δυστοπικού μέλλοντος που θέλει τις γυναίκες να έχουν σχεδόν αφανιστεί εξαιτίας μίας ακόμη πανδημίας. Και λέω «μίας ακόμη» γιατί φαίνεται πως το θέμα της μοναξιάς του ανθρώπινου είδους έχει τα τελευταία χρόνια την τιμητική του κατά έναν τρόπο που θυμίζει την εποχή του E.T. και των ταινιών-δορυφόρων του και άλλες παρόμοιες περιόδους που πατώντας πάνω σε κοινή θεματική με κύρια προβληματική μια άγνωστη απειλή, αναδείκνυαν το πραγματικό πρόβλημα: Τον άνθρωπο.

Είναι φανερό πως το φιλμ κινείται στην ίδια γραμμή με άλλα μετα-αποκαλυπτικά δράματα όπως το “The Road”, το “A Quiet Place” και το “Children of Men”που θέλουν γονείς να προσπαθούν να προστατέψουν τις οικογένειές τους από κάθε είδους ορατή ή αόρατη απειλή. Αν μάλιστα ψάξουμε λίγο περισσότερο, θα δούμε πως το εύρημα της πανδημίας, δεν αποτελεί βέβαια ανακάλυψη του Άφλεκ αλλά, κρατάει γερά από την πρόσφατη – τώρα πια – ζόμπι-σαπουνόπερα “TheWalkingDead” ως το σπουδαίο “Night of the Living Dead” πάνω στο οποίο πατάει κάθε συγγραφέας ανάλογου είδους που σέβεται τον εαυτό του.

Ταξιδεύοντας πίσω από την κάμερα, είναι σαφές πως ο Άφλεκ έχει μεγάλες δυνατότητες και όσο τον οδηγεί η φυσική του μελαγχολία θα μπορεί να παράγει φιλμ που μας δίνουν χρωματικές παλέτες νοσταλγίας, μοναξιάς και ενός μοναδικού μινιμαλισμού που ίσως κάποιους τους ξενίζει. Είναι γεγονός πως ο αργός ρυθμός της ταινίας δοκιμάζει την υπομονή του θεατή που θέλει κάτι να έχει γίνει μέχρι την επόμενη χαψιά ποπ-κορν. Ποιος είπε όμως πως η ζωή κυλάει πιο γρήγορα απ' αυτό;
Η διανομή ρόλων ή πιο συγκεκριμένα η επιλογή της 13χρονης Καναδής ηθοποιού Άννα Πνιόφσκι στον ρόλο του μικρού κοριτσιού είναι εξαιρετικά εύστοχη, σε βαθμό που σε κάνει να στέκεσαι με θαυμασμό μπροστά στο μεγάλο διαγενειακό βάθος υποκριτικών ταλέντων που διαθέτει και αξιοποιεί η αμερικανική βιομηχανία του κινηματογράφου. Είναι κάτι σαν το εθνικό τους σπορ. Προσωπικά, πιστεύω πως η δυναμικότητα που εκπέμπει η νεαρή ηθοποιός θυμίζει τα πρώτα βήματα της Τζόντι Φόστερ.

Ο Κέισι Άφλεκ, δημιουργός ενός ισχυρού κινηματογραφικού δεσμού πατέρα και κόρης και μαγικών τοπίων που στέκουν παραδομένα στην ίδια τους την ομορφιά, παρουσίασε τη δουλειά του στο Φεστιβάλ Βερολίνου τον περασμένο Φεβρουάριο, ενώ υποστήριξε πως ξεκίνησε να δουλεύει την ιδέα 10 χρόνια πριν. Είναι η δεύτερη φορά που γράφει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί μετά από το αμφιλεγόμενο «ντοκιμαντέρ» του 2010 “I’m Still Here” που ήθελε τον Χοακίν Φίνιξ να εγκαταλείπει την υποκριτική για μια καριέρα μουσικού.

Επιστρέφοντας στο φιλμ που κουβεντιάζουμε, αυτό το ταξίδι των δύο χαρακτήρων με μοναδικό προορισμό την επιβίωση και ένα μακρινό παρελθόν που κάνει την εμφάνισή του σαν ξεθωριασμένος τίτλος εφημερίδας, αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση που συνοψίζεται σε μία φράση: Πόσο δύσκολο είναι να είσαι γονιός.