Φασούλας: «Έγινα αμέσως Ολυμπιακός» (vid)
Ο Παναγιώτης Φασούλας παραχώρησε μία διαφορετική συνέντευξη, μιλώντας τόσο για την καριέρα του, όσο και για τα χρόνια του στον Ολυμπιακό.
Ο Παναγιώτης Φασούλας φιλοξενήθηκε από τον Θοδωρή Βαμβακάρη και τον Τάκη Γιαννούτσο στην εκπομπή της ΕΡΤ “Αυτός κι ο άλλος”, μιλώντας για τη σπουδαία του μπασκετική καριέρα, τη ζωή του, τα πάθη του, τον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟΚ.
Για το γεγονός πως κάπνιζε: «Προφανώς κανείς προπονητής δεν γούσταρε που κάπνιζα. Ομολογώ κι εγώ τώρα ότι δεν πρέπει να υπάρχει πιο αντιαισθητικό θέαμα για έναν αθλητή που καπνίζει. Κάπνιζα πάντα και ζητάω συγγνώμη. Ήμουν πάντα το οργισμένο νιάτο, αγενής και αυθάδης πολλές φορές. Δεν μπορώ πραγματικά να καταλάβω πως το έκανα αυτό το πράγμα, να περπατάω έξω και να καπνίζω».
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Για την υποστήριξή του στον Ολυμπιακό: «Είναι μύθος πως δεν μπορεί ένας παίκτης να αλλάξει την πρώτη του ομάδα. Είναι σαν να παντρεύεσαι μία δεύτερη γυναίκα και νιώθεις ερωτευμένος με την πρώτη. Δεν γίνεται. Μην τρελαθούμε. Μου είναι αδιανόητο να μην υποστηρίζεις την ομάδα που παίζεις. Καλά τα λεφτά, αλλά ο πρωταθλητισμός θέλει πάθος. Έγινα Ολυμπιακός από τον πρώτο μου αγώνα και ακόμα παραμένω με όλο το σεβασμό στον ΠΑΟΚ. Πέρασα ωραία και στις δύο ομάδες. Δεν μετάνιωσα για τις επιλογές μου. Κέρδισα πολλά, πέρα από τα λεφτά. Κέρδισα φίλους, έχασα κιόλας πολλούς».
Για το ύψος του: «Είχα δεχτεί… τρελό bullying για το ύψος μου. Ήμουν σαν τον τρελό του χωριού. Πολλά ψηλά παιδιά… σώθηκαν από το μπάσκετ. Με το που άρχισα το μπάσκετ… τελείωσε το θέμα με τα κορίτσια. Δεν έβγαλα ποτέ το μπροστινό κάθισμα, είναι μύθος, ούτε έσβησα τσιγάρο από το παράθυρο. Είχα πάντα μεγάλη δυσκολία να βρω παπούτσια (νο51), η μάνα μου είχε φτιάξει… καλαπόδι. Τότε το μεγαλύτερο νούμερο ήταν το Νο43.
Για το ενδεχόμενο να επέστρεφε: «Το είχα σκεφτεί να επιστρέψω. Ήμουν έτοιμος να το κάνω (σ.σ. επί Σούμποτιτς στον Ολυμπιακό). Ήμουν άνθρωπος των παθών. Ήμασταν στο γήπεδο του Παπάγου κι ένας πιτσιρικάς μου φώναξε: Ρε Φασούλα δεν βαρέθηκες; Κατάλαβα ότι πρέπει να βγω από το χώρο, δεν μπορούσα να παίζω με 19χρονους πια. Δεν υπάρχουν πιο έντονα συναισθήματα στον πρωταθλητισμό, χαράς ή δυστυχίας. Όταν χάναμε ήταν σαν… κηδεία».