Τα «θαύματα» που έγιναν στο βόλεϊ των Ιωαννίνων

Μιλά στο «ΦΩΣ» ο επί 23 χρόνια προπονητής του ΑΓΣ Ιωαννίνων, Δημήτρης Αντωνιάδης, που οδήγησε την ομάδα στην Α’ Εθνική.

Τα «θαύματα» που έγιναν στο βόλεϊ των Ιωαννίνων

Όταν μιλάμε για το βόλεϊ των Ιωαννίνων, σταματάμε σε ένα όνομα: Δημήτρης Αντωνιάδης. Ήταν ο προπονητής που κάθισε επί 23 συνεχόμενα χρόνια στον πάγκο του Αθλητικού Γυμναστικού Συλλόγου Ιωαννίνων (ΑΓΣΙ) και τον οδήγησε το 1991 στην Α’ Εθνική. Πήρε μια ομάδα από τα τοπικά της περιφέρειας Ηπείρου και την έφτασε ψηλά. Ανέδειξε παίκτες, έπλασε χαρακτήρες, έσπειρε τον σπόρο για να αναπτυχθεί το άθλημα στα Γιάννινα. Παίκτες που μεγάλωσαν μαζί του στα παρκέ των γηπέδων και κάτω από τα φιλέ, σήμερα είναι προπονητές, μεταλαμπαδεύοντας τις γνώσεις τους στις νεότερες γενιές. Μα ποτέ δεν ξέχασαν τον μεγάλο δάσκαλο, που τους δίδαξε αρχές, τους έμαθε πολλά για το βόλεϊ. Όλοι μιλούν με αγάπη και σεβασμό για τον Δημήτρη Αντωνιάδη.

Δεν είναι σύνηθες αλλά ούτε εύκολο πράγμα να μείνει ένας προπονητής στην ίδια ομάδα επί 23 χρόνια. Να παλεύει και να προσπαθεί μέσα σε δύσκολες συνθήκες και πολλές αντιξοότητες. Κακά τα ψέματα, τα Γιάννινα εκείνα τα χρόνια ήταν καθαρά μια ποδοσφαιρούπολη. Ο ΠΑΣ μαγνήτιζε το ενδιαφέρον όλων. Λίγοι ήταν οι άνθρωποι που στήριζαν τα υπόλοιπα αθλήματα. Όμως, όταν υπάρχουν το μεράκι και η φλόγα της δημιουργίας, γίνονται και θαύματα. Ο Δημήτρης Αντωνιάδης, με μια μεγάλη διαδρομή ο ίδιος στο βόλεϊ, έκανε τεράστιο έργο στον ΑΓΣΙ και στο βόλεϊ της περιοχής. Έφτιαξε μια δυνατή ομάδα, με παιδιά από τα Γιάννινα, χωρίς ουσιαστική στήριξη και βοήθεια από πουθενά. Τα έφερε βόλτα με τα λίγα έσοδα του συλλόγου. Ο οποίος σύλλογος δεν είχε μόνο το βόλεϊ αλλά και άλλα τμήματα να συντηρήσει. Πολλές φορές ο κόουτς έβαλε χρήματα από την τσέπη του. Για τις δικές του αποδοχές ας μη γίνεται λόγος. Ευτυχώς σπούδασε φαρμακευτική και το φαρμακείο συντηρούσε την οικογένειά του. Κάναμε και τότε ρεπορτάζ, καταθέτοντας προσωπικές διαπιστώσεις.

Ο Δημήτρης Αντωνιάδης αποτελεί σημείο αναφοράς για το βόλεϊ των Ιωαννίνων. Τα έξι χρόνια στην Α’ Εθνική του ΑΓΣΙ είναι και στις ημέρες μας ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει το άθλημα αυτό στα Γιάννινα αλλά και στην Ήπειρο. Πολλά εύσημα και στη διοίκηση του ΑΓΣΙ, ειδικά στον πρόεδρο Σπύρο Μπαλτογιάννη και στον έφορο βόλεϊ Δημήτριο Καραμούτσο, που ανέθεσαν την ομάδα τόσα χρόνια εν λευκώ στον Αντωνιάδη, χωρίς καμία παρέμβαση στο έργο του. Αν είχαν όλες οι διοικήσεις αυτήν τη λογική, όπως και έναν Αντωνιάδη οι ομάδες, πολλά θα άλλαζαν στον χώρο του ελληνικού αθλητισμού.

Το «ΦΩΣ» φιλοξενεί σήμερα μια αποκλειστική συνέντευξη με τον Δημήτρη Αντωνιάδη. Μιλά μετά από πολλά χρόνια σιωπής. Μας μιλά για τη ζωή του, τα ηρωικά χρόνια στον ΑΓΣΙ και την εποποιΐα που γράφτηκε στο γιαννιώτικο βόλεϊ. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, ασχολούμενος από μικρός με τον στίβο. Ξεκίνησε από… σπόντα το βόλεϊ στον ΒΑΟ, έπαιξε στον Δημόκριτο και στη συνέχεια ως φοιτητής φαρμακευτικής στην Ιταλία αγωνίστηκε στην Μπολόνια και σε άλλες ομάδες. Πολύ νωρίς ασχολήθηκε εκεί με την προπονητική. Με το πέρας των σπουδών γύρισε στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη. Ο ΑΓΣΙ ήταν το πρώτο στοίχημα της καριέρας του, που έγινε έργο ζωής. Ρίζωσε επαγγελματικά στα Γιάννινα ως φαρμακοποιός, έκανε οικογένεια, πολιτογραφήθηκε Γιαννιώτης. Η ομάδα του ΑΓΣΙ έγινε το δεύτερο σπίτι του. Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο να ξετυλίξει το κουβάρι της ιστορίας του.

Κύριε Αντωνιάδη, πόσα χρόνια ασχοληθήκατε ενεργά ως προπονητής με το βόλεϊ του ΑΓΣΙ;

Από το 1983 μέχρι το 2006, συνολικά 23 χρόνια ήμουν προπονητής. Προπονητής όχι μόνο για τις προπονήσεις αλλά και για κάθε δουλειά προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες. Δουλεύαμε σαν μια οικογένεια, όλοι για όλα.

Μετά το 2006 γενικά αποτραβηχτήκατε από την ομάδα του ΑΓΣΙ αλλά και από τα αθλητικά δρώμενα. Αν δεν γίνομαι αδιάκριτος, υπάρχει κάποιος λόγος;

Όχι, δεν υπάρχει λόγος ούτε και πρόβλημα. Αντίθετα είμαι πολύ χαρούμενος που μεγάλωσα τα παιδιά μου, και εννοώ τους παίκτες της ομάδας, τους οποίους είχα από μικρά παιδιά, τους είδα να προοδεύουν, ανεβήκαμε μαζί στην Α1 Κατηγορία, άλλοι έπαιξαν στις εθνικές ομάδες, σχεδόν όλοι πήραν μεταγραφές όταν πέσαμε από την Α’ Εθνική και σήμερα αρκετοί από αυτούς είναι και προπονητές. Αυτό για μένα είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση. Ήμουν συνέχεια κοντά τους, συζητούσα μαζί τους όχι μόνο για τα αθλητικά θέματα αλλά και για τα προσωπικά τους. Κάναμε πράγματα πέραν των δυνατοτήτων της ομάδας και της πόλης, ανεβήκαμε στην Α1 Κατηγορία και σταθήκαμε αξιοπρεπώς έξι χρόνια, επειδή ήμασταν μία οικογένεια. Πολλοί πήγαν στη Γυμναστική Ακαδημία και επειδή αγαπούσαν το άθλημα έγιναν και καλοί προπονητές.

Είστε ακμαιότατος, αθλητικός τύπος, θα μπορούσατε να προσφέρετε και σήμερα ως τεχνικός σύμβουλος ή ως παράγοντας. Τόσες ομάδες βόλεϊ είναι στην πόλη.

Να σας πω την αλήθεια, θα ήθελα να κάνω αυτό που λέτε, αλλά για πολλά χρόνια που ήμουν στον ΑΓΣΙ είχα παραμελήσει την οικογένειά μου. Είμαι άνθρωπος που δίνομαι ολοκληρωτικά σε ό,τι ασχολούμαι. Γι’ αυτό, από τότε που έφυγα από τον ΑΓΣΙ, έδωσα προτεραιότητα στην οικογένεια, για να χαρώ ό,τι δεν χάρηκα προηγούμενα χρόνια. Επίσης το βόλεϊ στα Γιάννινα εξαπλώθηκε με τη δημιουργία πολλών ομάδων. Πολλά παιδιά δικά μου είναι τώρα προπονητές. Δεν μπορώ εγώ να έχω ενεργό ρόλο ως τεχνικός σύμβουλος σε μια ομάδα και να μη βοηθώ και τα υπόλοιπα παιδιά του ΑΓΣΙ που είναι προπονητές σε άλλες ομάδες. Γι’ αυτό και δεν ασχολήθηκα. Από την ομοσπονδία βόλεϊ ζητούν πολλές φορές τη γνώμη μου για διάφορα θέματα της Εθνικής αλλά και του αθλήματος. Δεν αρνήθηκα σε κανέναν τη βοήθειά μου.

Διατηρείτε επαφές με τους παίκτες σας, όσοι είναι προπονητές σάς συμβουλεύονται;

Υπάρχει ένα μεγάλο συναισθηματικό δέσιμο με τα παιδιά. Χαίρομαι όταν πάνε καλά στον αθλητισμό και στη ζωή. Είναι η ηθική ικανοποίηση η καλύτερη ανταμοιβή των όσων έκανα τα 23 χρόνια στην ομάδα. Πολλές φορές με ρωτούν για ό,τι τους απασχολεί στις ομάδες τους και λέω τη γνώμη μου. Δεν έχω κανένα παράπονο από κανέναν, ούτε από το σωματείο. Μπορεί να λέγονταν διάφορα για τον ΑΓΣΙ, αλλά ήταν μια κοιτίδα πολιτισμού στον χώρο του αθλητισμού. Είχε σοβαρούς ανθρώπους στη διοίκηση, χωρίς να παρεμβαίνουν στο δικό μας έργο. Γαλουχήσαμε τους παίκτες με αρχές. Πρώτα να προσφέρουν, να παρουσιάζουν έργο και μετά να βλέπουν το οικονομικό. Εγώ πήρα ελάχιστα χρήματα από το βόλεϊ, αλλά η μεγαλύτερη ανταμοιβή είναι η ηθική ικανοποίηση για όσα ζήσαμε και όσα πετύχαμε. Ηθικά ακόμα πληρώνομαι, όταν βλέπω να προοδεύουν τα παιδιά στη ζωή και σε ό,τι ασχολούνται.

Πώς βλέπετε το βόλεϊ σήμερα στα Γιάννινα; Πολλές ομάδες, αλλά μεγάλες επιτυχίες σε ομαδικό επίπεδο δεν υπάρχουν. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;

Πάντα ήταν δύσκολα τα πράγματα σε αυτό το άθλημα. Γενικά στο βόλεϊ δεν υπήρξαν διορατικοί παράγοντες για να ψάξουν να βρουν τους κατάλληλους ανθρώπους που μπορούν να βοηθήσουν. Αυτό ως μια γενική θεώρηση της κατάστασης. Στα Γιάννινα πάντα ήταν δύσκολα τα πράγματα. Θυμάμαι μια φορά, σε συνάντηση με τον πρόεδρο της ομοσπονδίας, Μαστρανδρέα, και τον πρόεδρο του ΑΓΣΙ, Σπύρο Μπαλτογιάννη, όταν με ρώτησαν πώς είναι τα πράγματα στα Γιάννινα, απάντησα: «Άσ’ τα, πρόεδρε, κινδυνεύουμε να… ανέβουμε στην Α1 κατηγορία». Έβαλε τα γέλια. Αλλά του εξήγησα ότι τα δικά μας παιδιά, που παίζουν σχεδόν ανιδιοτελώς, θα γνωρίσουν άλλους παίκτες και θα μάθουν ότι εκείνοι παίρνουν κάποια χρήματα και αυτοί όχι. Κάναμε πρωταθλητισμό, από μια τρέλα όλων μας, χωρίς την υποδομή των εγκαταστάσεων και το οικονομικό υπόβαθρο. Κρατήσαμε όσο αντέξαμε. Μετά δεν υπήρξε συνέχεια. Στη συνέχεια έγινε επαγγελματικό το βόλεϊ και τα πράγματα έγιναν ακόμη δυσκολότερα για τους δικούς μας συλλόγους.

Μιλήστε, κύριε Αντωνιάδη, για αυτήν την «τρέλα», πώς τα κατάφερε ο ΑΓΣΙ να ανέβει στην Α’ Εθνική;

Ήταν ένα θαύμα, μια τρέλα. Όλα αυτά έγιναν γιατί τα παιδιά είχαν όρεξη για δουλειά και πίστεψαν σε ό,τι τους έλεγα. Ήταν μια καλή φουρνιά παικτών που τους είχα από μικρά παιδιά. Αποτύπωναν αμέσως ό,τι κάναμε, ρουφούσαν τα πάντα σαν σφουγγαράκι. Έτσι τα παιδιά ωρίμασαν αθλητικά, έβγαλαν την ενέργεια και το ταλέντο που είχαν, με αποτέλεσμα την άνοδο στην Α’ Εθνική. Πριν έρθω στα Γιάννινα, είδα έναν αγώνα του ΑΓΣΙ στη Θεσσαλονίκη και μου άρεσε η ομάδα. Είχε τότε τον Γιάννη Φάκα που πήγε μετά στον Ολυμπιακό, τον Θεοδωράκη, τον Πριτσίνη, τον Ράπτη και άλλους. Όταν μου έγινε η πρόταση να έρθω στον ΑΓΣΙ, τη δέχτηκα με ευχαρίστηση. Στην πορεία βρήκαμε παιδιά που είχαν πάρα πολύ μεγάλη όρεξη για δουλειά.

Ήταν όλοι οι παίκτες Γιαννιώτες;

Ναι, από τα Γιάννινα και την Ήπειρο. Όσο δούλεψαν στον ΑΓΣΙ δεν δούλεψαν στη συνέχεια ούτε στις εθνικές ομάδες που πήγαν. Μετά που ανεβήκαμε πήραμε δύο ξένους, τους Ντότσι και Ντραγκίεβιτς. Με τα παιδιά αυτά έχουμε ακόμη επαφές, μιλάμε συχνά στο τηλέφωνο.

«Δουλέψτε για να βγάλετε χρήματα»

Η ομάδα άντεξε αγωνιστικά, αλλά δεν είχε υποστήριξη και γι’ αυτό με τον χρόνο αποδυναμώθηκε. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Η πρώτη μαχαιριά ήταν όταν το βόλεϊ έγινε επαγγελματικό. Μεγάλωσαν οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις των παικτών. Τα παιδιά πάλι αγωνίστηκαν, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και άκουσαν αυτό που τους είπα: «Τώρα εδώ στον ΑΓΣΙ μπορεί να μη βγάλετε χρήματα, αλλά είστε νέοι, το μέλλον είναι μπροστά σας να κάνετε καριέρα, να πάρετε μεταγραφή και να κερδίσετε χρήματα». Αυτό έγινε. Μετά τον υποβιβασμό όλα τα παιδιά πήραν μεταγραφές σε άλλες ομάδες και έβγαλαν κάποια χρήματα. Αυτό που με πίκρανε επίσης πολύ ήταν η διαιτησία. Κάποια παιχνίδια έβγαζαν μάτια. Κάποιες φορές συνέλαβα τον εαυτό μου εκτός ελέγχου, έβγαινα από τα ρούχα μου από αυτά που έβλεπα. Ορισμένοι διαιτητές έρχονταν στα Γιάννινα με τις αποστολές των αντιπάλων ομάδων και έξω από την πόλη έπαιρναν ταξί για να κρατήσουν τα προσχήματα.

Η πόλη στήριξε αυτήν τη μεγάλη προσπάθεια;

Όχι, δεν τη στήριξε όπως θα έπρεπε και δεν εκτιμήθηκε σωστά και η δουλειά που έγινε. Αν ήμασταν σε άλλη πόλη, θα ήταν τελείως διαφορετικά τα πράγματα. Οι παράγοντες του ΑΓΣΙ προσέφεραν τα μέγιστα, δεν μπορώ να παραβλέψω τον Καραμούτσο που ήταν έφορος βόλεϊ και η ψυχή της ομάδας, αλλά δεν αρκούσε μόνο αυτό. Η ομάδα είχε δυσκολίες, δεν είχε την ανάλογη συμπαράσταση. Ούτε μετάθεση σε έναν φαντάρο δεν μπορούσαμε να κάνουμε για να τον έχουμε κοντά μας. Οι τοπικές επιχειρήσεις δεν βοήθησαν. Μεγάλες επιχειρήσεις μάς έδωσαν γελοία ποσά. Για ένα διάστημα είχαμε μόνο οικονομική βοήθεια από τον πτηνοτροφικό συνεταιρισμό Πίνδος. Έστελνα τον πρόεδρο με τις γνωριμίες του να βρει χορηγούς και μεγάλες επιχειρήσεις τού έδιναν αστεία ποσά. Εγώ από την τσέπη μου έβαζα περισσότερα χρήματα στην ομάδα. Του έλεγα να τα γυρίσει πίσω. Δεν δίναμε δεύτερη πορτοκαλάδα στα παιδιά, γιατί δεν υπήρχαν χρήματα. Παρ’ όλα αυτά νικούσαμε τον Ολυμπιακό που είχε τεράστιο μπάτζετ, όπως και άλλες μεγάλες ομάδες. Ό,τι πετύχαμε τότε οφείλεται στην προσπάθεια των παιδιών, τη δική μου και των ανθρώπων που ήταν στο τμήμα. Προσπαθούσε και ο σύλλογος να βοηθήσει, αλλά ο ΑΓΣΙ είχε το μπάσκετ και άλλα τμήματα και στις δαπάνες πατούσε φρένο. Ήθελαν οι άνθρωποι να βοηθήσουν, αλλά ήταν μετρημένα τα έσοδα.

«Τυχαία ασχολήθηκα με το βόλεϊ»

Ποια είναι η διαδρομή σας στον χώρο του αθλητισμού και στο βόλεϊ;

Εγώ αρχικά στη Θεσσαλονίκη ήμουν αθλητής στίβου του ΒΑΟ. Έκανα 110 μέτρα εμπόδια, άλμα εις ύψος και ταχύτητες. Ένα βράδυ, εκεί όπου έκανα προπόνηση ως αθλητής στίβου στο ανοιχτό γυμναστήριο του ΒΑΟ, η ομάδα βόλεϊ για να κάνει αγώνα προπόνησης ήθελε έναν ακόμη παίκτη. Ο Σωτήρης Ιεροκλής, μεγάλη μορφή του βόλεϊ, έβαλε εμένα για να συμπληρωθεί ο 12ος παίκτης. Εγώ περισσότερο έκανα την πλάκα μου. Μου άρεσε να κάνω καρφιά από πίσω, που δεν το συνήθιζαν τότε. Ο Ιεροκλής με το που τελείωσε το παιχνίδι με έβαλε και υπέγραψα δελτίο στον ΒΑΟ. Έτσι, τυχαία, μπήκα σε αυτόν τον χώρο. Έγινα βασικός στον ΒΑΟ, με κάλεσαν στη Μικτή Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια όλη η παρέα των παικτών του ΒΑΟ πήγαμε στην ομάδα Δημόκριτος Θεσσαλονίκης. Εγώ πήγα για σπουδές στην Ιταλία, όπου αγωνίστηκα στην Μπολόνια και σε άλλες ομάδες, ενώ με κάλεσαν και στην Εθνική Ελλάδας. Μετά τις σπουδές στη φαρμακευτική γύρισα στη Θεσσαλονίκη, ως προπονητής πλέον. Στην Ιταλία έμαθα πολλά πράγματα για το βόλεϊ. Έπαιξα με μεγαθήρια. Εγώ με ύψος 1,83 μ. έμοιαζα σαν σπόρος μπροστά τους, αλλά είχα μεγάλη θέληση και όρεξη για δουλειά. Γνώρισα και τον προπονητή της Εθνικής Ιταλίας. Ένα διάστημα ήμουν κοντά του εκτελώντας χρέη βοηθού. Γνώρισα έναν πλούτο γνώσεων. Αν θέλετε να σας πω και μια ιστορία με αυτόν.

Πολύ ευχαρίστως, να την ακούσουμε.

Όταν ήμουν προπονητής στα κλιμάκια της ομοσπονδίας βόλεϊ, κάναμε ένα τουρνουά στα Χανιά, όπου ήταν προσκεκλημένος και ο Ιταλός προπονητής. Είχαμε μια μεγάλη φουρνιά στους εφήβους, με Νίκο Σαμαρά και άλλους εξελίξιμους αθλητές. Ο ομοσπονδιακός προπονητής της Ιταλίας έμεινε ικανοποιημένος από τα δικά μας παιδιά όσον αφορά τους αγώνες που έγιναν, αλλά του έκανε μεγάλη εντύπωση το πώς χόρευαν πεντοζάλη τα κρητικόπουλα, καθώς η διοργάνωση έκλεισε με δεξίωση. Με κάλεσε από τα μεγάφωνα στο τραπέζι του για να μου πει ότι δεν έχει ξαναδεί τόσο επιδέξιες κινήσεις των κάτω άκρων όσο ήταν αυτές των παιδιών που χόρευαν πεντοζάλη και άλλους σκοπούς της Κρήτης. Όλα αυτά τα παιδιά, μου είπε, μπορεί να παίξουν βόλεϊ, καταλήγοντας ότι στην Ελλάδα έχουμε ταλέντα, αλλά λείπουν οι υποδομές για να πάει ψηλά το άθλημα.

«Αντί για τον ΠΑΟΚ, ήρθα στον ΑΓΣΙ»

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον ΑΓΣΙ; Πώς βρεθήκατε στα Γιάννινα;

Εγώ μετά τις σπουδές στην Ιταλία ήθελα να ανοίξω φαρμακείο στη Θεσσαλονίκη. Είχα μια πρόταση από τον ΠΑΟΚ για να αναλάβω προπονητής στην ομάδα βόλεϊ, αλλά τελικά εκεί πήγε ο παλιός προπονητής μου, ο Ιεροκλής. Εγώ ήμουν ελεύθερος. Ήταν τότε καλοκαίρι του 1983 η Εθνική εφήβων στη Θεσσαλονίκη. Μαζευτήκαμε στο ξενοδοχείο πολλοί προπονητές, ήμασταν φίλοι μεταξύ μας. Μου είπε ο Φυσικόπουλος ότι ο πρόεδρος των Ιωαννίνων, γιατρός Σπύρος Μπαλτογιάννης, ψάχνει για προπονητή της ομάδας βόλεϊ. Είχε πουλήσει τότε ο ΑΓΣΙ τον Γιάννη Φάκα στον Ολυμπιακό και είχε χρήματα για να κινηθεί. Πράγματι, μίλησα με τον κύριο Μπαλτογιάννη και τα βρήκαμε. Εμένα δεν με ένοιαζε τόσο πολύ η αμοιβή που θα έπαιρνα ως προπονητής, αλλά ήθελα να ασχοληθώ και με τη φαρμακευτική, μην πάνε χαμένες οι σπουδές μου. Ο πρόεδρος του ΑΓΣΙ, που είχε και κλινική στα Γιάννινα, είχε κουμπάρο τον φαρμακοποιό Ιωαννίδη και έτσι λύθηκε και αυτό το θέμα, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η συνεργασία, η οποία κράτησε 23 χρόνια, μια ζωή. Και όταν έφυγα από την ομάδα, δεν ξέκοψα από την οικογένεια του συλλόγου.

Τι θα λέγατε ως συμβουλή σε όσους ασχολούνται με το βόλεϊ;

Πρώτα να δουλεύουν, να δείχνουν έργο και μετά να έχουν απαιτήσεις. Ένα αυτό. Δεύτερον, να έχουν ομόνοια και σωστή συνεργασία. Να υπάρχουν ιεραρχία και σεβασμός. Η ιστορία και όσα έγιναν παλιότερα στα Γιάννινα δεν είναι ανταγωνιστικά στο σήμερα. Τουναντίον μπορούν να αποτελέσουν φωτεινό φάρο στους ανθρώπους που ασχολούνται με το βόλεϊ. Βλέπω στα Γιάννινα ότι έχουν γίνει πολλοί σύλλογοι. Ο καθένας δημιουργεί και μια ομάδα. Στο γυναικείο βόλεϊ διαπιστώνω ότι υπάρχει πρόοδος και δουλεύουν σωστά. Χρειάζονται και οι σωστοί παράγοντες για να βρουν τα παιδιά και να εμφυσήσουν το πνεύμα δημιουργίας στα σωματεία. Το γιαννιώτικο βόλεϊ έχει ανάγκη από παράγοντες, όπως ήταν παλιότερα οι Μπαλτογιάννης, Τσώκος, Καραμούτσος.

Θα κλείσουμε με το καυτό θέμα των αθλητικών υποδομών στα Γιάννινα, αφού και εσείς είχατε τότε πολλά προβλήματα. Υπάρχουν οι ανάλογες εγκαταστάσεις για να αναπτυχθεί σωστά ο αθλητισμός στην πόλη;

Είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Σίγουρα φταίει διαχρονικά και η πολιτεία, που έχει υποεκτιμήσει τις δυνατότητες του αθλητισμού στα Γιάννινα. Με καλύτερες εγκαταστάσεις μπορούμε να βγάλουμε και παγκόσμιους πρωταθλητές, ειδικά στον στίβο όπου υπάρχουν και καλοί προπονητές.