ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ: Γιαννισκάρι - Η Καραϊβική της Αχαΐας
Μια ατελείωτη αμμώδης παραλία, που το βουνό άνοιξε μια αγκαλιά για να την προστατεύει από τους αδιάκριτους.
Η θερινή ραστώνη ολοκληρώνεται μόνο κάτω από ξεχωριστές συνθήκες, έστω και αν πρόκειται για μία ημερήσια απόδραση. Ανακαλύψαμε την πιο φανταστική παραλία το 1979, βασιζόμενοι σε ένα σχεδιάγραμμα που μας έδωσε ένας φίλος. Συνήθιζε να ψαρεύει ανοικτά και έβγαινε όταν ήθελε να απολαύσει το τοπίο, μόνος. Από τη στεριά δεν υπήρχε δρόμος. Μόνο χωράφια. Ιδιωτική γη. Με το χαρτί ανά χείρας, περάσαμε κάποιο Κυριακάτικο πρωινό, στα σκυφτά και στα κρυφά, και φθάσαμε στην κορυφή του βουνού.
Η θέα δεν περιγράφεται με λόγια. Κατεβήκαμε το κακοτράχαλο μονοπάτι, φαγωμένο από τις βροχές για να φθάσουμε στην αμμώδη έκταση. Ζεστή άμμος, όπου βόλταραν ξέγνοιαστα τα καβούρια. Σιγή που την σπάει η ανάσα της θάλασσας σε τακτικό ήρεμο χρόνο. Η μεγάλη πράσινη ανοίγει απλόχερα την παλέτα των χρωμάτων της. Πράσινο, ανοικτό γαλάζιο, γαλάζιο, μπλε, σκούρο μπλε. Ένας ανοικτός υδάτινος ορίζοντας που σε προκαλεί και σε προσκαλεί να τον ανακαλύψεις, παιχνιδίζει κάτω από το φως του ήλιου. Ατέλειωτα ρηχά μέτρα άμμου, κάνουν το παιχνίδι ατέλειωτο. Νερά πεντακάθαρα σε προσκαλούν στην αγκαλιά τους.
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Ξεχνάς την πόλη, τις σκοτούρες, τις ανέσεις, (έπρεπε να έχεις προνοήσει για τα δέοντα, διότι δεν υπάρχει πολιτισμός). Έτσι σαν νέοι Ροβινσώνες, ξεχαστήκαμε, μέχρι που ένας χρυσοκόκκινος ήλιος βούτηξε στα νερά αφήνοντας πίσω του, ένα ανατριχιασμένο ροδαλό μονοπάτι. Η μαγεία της φύσης μας καθήλωσε. Πως να φύγεις; Με τι καρδιά, με τι ψυχή να γυρίσεις στα καθημερινά, στα απρόσωπα. Άρχισαν ν’ ανάβουν τα αστέρια ένα ένα. Στο ατέλειωτο μπλε βελούδο της νύχτας ανακαλύπτεις στρατιές αστεριών. Ξαπλώσαμε στην άμμο και κοιτάζαμε τον ουρανό, Γίναμε ένα με αυτό το μεγαλείο που ονομάζουμε Φύση.
Στόμα με στόμα διαδόθηκε. Το έμαθαν και άλλοι. Και εμείς οι Πατρινοί είμαστε τυχεροί γιατί υπάρχει δίπλα μας αυτή η εξωτική παραλία. Το Γιαννισκάρι. Πολλοί την αναφέρουν σαν Καραϊβική. Δεν απέχουν της πραγματικότητας.
Σήμερα, υπάρχει δρόμος, κακοτράχαλος βέβαια από τους χειμώνες, αλλά και καντίνα. Ξαπλώστρες και ομπρέλες. Κόσμος αρκετός. Εκεί όπου καμιά μητέρα δεν ουρλιάζει «Κωστάκη, πιο έξω». Εκεί όπου είναι ο παράδεισος των παιδιών, αλλά που υπάρχει και χώρος για όσους θέλουν να απομονωθούν. Τώρα πια η κρίση έφερε την ύφεση και στις εξορμήσεις, αφού, αν θέλεις να δραπετεύσεις θα πρέπει πρώτα να συμβουλευτείς τις τιμές του πετρελαίου για να μπορέσεις να ανταποκριθείς στο κάλεσμα της μαγικής παραλίας.