Συνθέτης που ο Στράτος Διονυσίου πάντοτε ευγνωμονούσε

«Λογοτιμήτης, είχε μπέσα και μεράκι, αρχαίο ταλέντο, μ' εμπιστεύτηκε, όταν οι εταιρίες με βάλανε "συρτάρι"»

Συνθέτης που ο Στράτος Διονυσίου πάντοτε ευγνωμονούσε

Τα λόγια αυτά ο Στράτος Διονυσίου τα κρατούσε για ένα μόνο συνθέτη που βρέθηκε στον δρόμο του, τη στιγμή που χρειαζόταν κάποιον να τον εκτοξεύσει.

Στο μεταξύ ο βορειοελλαδίτης περίμενε υπομονετικά σχεδόν σε όλη τη δεκαετία του '60 τη σειρά του πίσω από τα πρώτα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, Καζαντζίδη, Μπιθικώτση, Γαβαλά, Αγγελόπουλο, Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκρέι.

Και ήρθε η μεγάλη ώρα κι «έβρεξε επιτυχία στην στράτα του», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Διονυσίου παραφράζοντας τους στίχους του πασίγνωστου ζεϊμπέκικου που του έδωσε ο Μίμης Πλέσσας.

Μόνο που δεν ήταν ο Πλέσσας ο «καλός άγγελος» του αλλά ο Άκης Πάνου. Με αφετηρία το «Καλή Γειτόνισσα» και το μαγικό «Τι δεν κάνω», ο Διονυσίου εγκαινίασε την συνεργασία του με αυτό τον μοναδικό δημιουργό κι έγινε έτσι ώστε ο Άκης Πάνου να βγάλει το Στράτο από το «συρτάρι» της εταιρίας, δίνοντάς του τραγούδια, το καθένα από τα οποία ισοδυναμούσε με διαβατήριο για την επιτυχία.

Εκείνη την εποχή ο Άκης Πάνου έδινε τραγούδια σε ένα μικρό και επιλεγμένο κύκλο τραγουδιστών, τον Μπιθικώτση, τη Μοσχολιού, την Πόλυ Πάνου, την Γιώτα Λύδια και το γεγονός ότι έστρεψε το ενδιαφέρον του στον Διονυσίου λειτούργησε καθοριστικά για τη συνέχεια.

Ο Διονυσίου δεν λησμόνησε ποτέ, και πώς θα μπορούσε άλλωστε, τον «λογοτιμήτη» συνθέτη, το «Αρχαίο ταλέντο», όπως χαρακτήριζε συχνά τον Άκη Πάνου.

Από τα χέρια του πήρε το καλύτερο ίσως τραγούδι στην καριέρα του το «Και τι δεν κάνω».