«Οι ρίζες δεν είναι για να γυρίζουμε πίσω είναι για να βγάζουνε κλαριά»

Η Όλγα Νικολαΐδου γράφει για την Κατερίνα Γώγου με αφορμή τα 79 χρόνια από τη γέννηση της μεγάλης Ελληνίδας ποιήτριας.

«Οι ρίζες δεν είναι για να γυρίζουμε πίσω είναι για να βγάζουνε κλαριά»

«Το όνομά μου βγαίνει από το όνομα του μεγαλύτερου κινδυνευτή της πατρίδας μου. Με λένε Οδύσσεια»

Έτσι ξεκινά την ποιητική της αυτοβιογραφία η Κατερίνα Γώγου.

Γεννημένη την 1η Ιουνίου, τον «μήνα των κερασιών», όπως έλεγε εκείνη που έγραψε για τον «μήνα των παγωμένων σταφυλιών».

Πολλά τα παγωμένα κομμάτια μέσα της. Τα διέσχισε όπως διασχίζει κανείς την πολική θάλασσα μια νύχτα θεοσκότεινη και κρύα:

«Καταμεσής του πελάγου, χωρίς σκαρί, χωρίς συντρόφους και πανί, χωρίς εμένα, χωρίς γυρισμό, μόνο να ταξιδεύω»

Ταξίδεψε μ’ ένα «Ξύλινο παλτό», μ’ έναν «Νόστο», αναζητώντας τους «Απόντες», (στα εισαγωγικά τίτλοι ποιητικών της συλλογών) παρούσα η ίδια πάντα μ’ έναν λόγο αναβλύζοντα από χαίνουσες πληγές μιας ψυχής πάσχουσας:

«Έρωτας σημαίνει να αγαπήσεις παράφορα τον στραπατσαρισμένο εαυτό σου, γιατί έτσι μονάχα θα αγαπήσεις και τον δίπλα σου».

Η ποίηση της Γώγου, σκληρή, αντισυμβατική, τόσο τρυφερά σκοτεινή, τόσο φωτεινά απελπισμένη, βάζει στο στόχαστρο των λέξεων τις εξορισμένες σκέψεις, τα ακινητοποιημένα όνειρα, τις ακρωτηριασμένες ελπίδες, στέλνοντας τα απαραίτητα σήματα κινδύνου:

«Πώς τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στην ζωή
από το στυλ της καρέκλας»

«Εδώ η ζωή μας ταύρος, με καρφωμένα
χιλιάδες φασιστικά μαχαιράκια»

Από το «Ιδιώνυμο» το παραπάνω απόσπασμα. Όσο για τον τίτλο αυτής της ποιητικής της συλλογής, τον εμπνεύστηκε από τον αντίστοιχο νόμο της κυβέρνησης του Ελ.Βενιζέλου το 1929, όπου ως «ιδιώνυμο», ειδικό δηλαδή έγκλημα, περιγράφεται εκείνο που «απειλεί το κοινωνικό καθεστώς και τις ελευθερίες των πολιτών».
Ο νόμος του Βενιζέλου, τότε, ήθελε να βάλει στο στόχαστρο τις ανατρεπτικές ιδέες, τους κομμουνιστές, τους αναρχικούς, τους συνδικαλιστές.

Στο στρατό παρεμπιπτόντως, για να βρεθεί ο στόχος όταν μπαίνει στο στόχαστρο – «ξέρω πως ποτέ δεν σημαδεύουνε στα πόδια, στο μυαλό είναι ο στόχος, το νου σου ε;» - οι επικεφαλής σε κατευθύνουν λέγοντάς σου, πόσα κλικ δεξιά, ή αριστερά να πας.

Η Κατερίνα Γώγου με την ποίησή της πήγε «Τρία κλικ αριστερά», σημειώνοντας τεράστια επιτυχία μιας και το εν λόγω βιβλίο της πούλησε τρελά.

Και μετά πήγε κι ακόμα πιο πέρα, βρίσκοντας αλήθειες όχι καταγεγραμμένες σε ιερά βιβλία, αλλά σε ιερές ματωμένες εσωτερικές διαδρομές:

«Από εμπειρική γνώση πιστεύω πως σε κάθε άνθρωπο μένει –με ό,τι όνομα του δίνουν- ένας Χριστός.

Αγαπάω τον Χριστό γιατί έχει καθαρά μάτια κι είναι “ον ρόουντ” ξυπόλυτος».

Ξυπόλητη κι η Κατερίνα Γώγου πέρασε την λεπτή εκείνη γραμμή και βγήκε στην αντίπερα όχθη, πέφτοντας στην αγκαλιά του θανάτου, αφού προηγουμένως είχε φροντίσει να τον αποτυπώσει με την διαύγεια του ποιητικά προφητικού της βλέμματος:

«Ο θάνατος είναι θάνατος. Με αίμα θυσίας. Ένας αδελφός μας άνεργος, όπως κι εγώ, όπως ολόκληρη η Ελλάδα, υποσιτιζόμενη, εκτός πάντα των ιδίων γνωστών ολίγων, μια ελληνική σημαία με αίμα θυσίας βαμμένη πάντα, εκείνων που την αγαπήσανε πιο πολύ».

Αγάπησε πολύ η Κατερίνα Γώγου. Και τις ρίζες. Γνωρίζοντας ότι

«οι ρίζες δεν είναι για να γυρίζουμε πίσω
είναι για να βγάζουνε κλαριά»

Αγάπησε πολύ η Κατερίνα Γώγου. Και ονειρεύτηκε:

«Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Απλώνω τα χέρια
στον Έρωτα, στην αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι απ’ την αρχή».

Η ποίησή της, έχοντας αποτολμήσει την βουτιά στον μαύρο βυθό, παραμένει σπαραχτικά επείγουσα για ό,τι -αν και θαμμένο στης ψυχής μας τα τρίσβαθα- ακόμη δοκιμάζει τα φτερά του, ελπίζοντας πάντα μια έξοδο στο φως.

Άλλωστε, η Κατερίνα Γώγου ήξερε πως «Θα ‘ρθει ο καιρός», όπου:

«Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
Με γερμένους απέξω.
Και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε
Δε θα ‘μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι –σκέψου- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες».

Υ.Γ : Το υλικό του κειμένου που αφορά στα λεγόμενα της Κ.Γώγου, έχει αντληθεί από το βιβλίο, εκδόσεις Καστανιώτη, «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ’ έναν ήλιο που καίγεται από μόνος του».

Δικό της απόφθεγμα και αυτό…