Χορτοφαγία ή κρεατοφαγία και τρέξιμο
Ο αρχαίος μαθηματικός Πυθαγόρας υπήρξε ο θεμελιωτής της χορτοφαγίας και γι’ αυτό μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα οι χορτοφάγοι αποκαλούνταν Πυθαγόρειοι (Ντομπρόφσκι 1984).
Στην αρχαία Ελλάδα όμως είναι γνωστό ότι αθλητές όπως ο Μίλων ο Κροτωνιάτης κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες κρέατος, επειδή η ζωικής προέλευσης πρωτεΐνη τούς έκανε δυνατότερους, μέσω της αύξησης της μυϊκής τους μάζας.
Πολλοί χορτοφάγοι υποστηρίζουν ότι η διατροφή τους είναι ανώτερη των κρεατοφάγων, αφού σε πολλές περιπτώσεις υπερτερούσαν σε απόδοση. Το 1983 σε έναν ποδηλατικό αγώνα από το Βερολίνο στη Βιέννη, σε μια απόσταση 599 χιλιομέτρων, οι δύο πρώτοι νικητές ήταν χορτοφάγοι. Λόγω των επιτυχιών που ακολούθησαν και σε άλλους αγώνες πολλοί ερευνητές στην αρχή του εικοστού αιώνα άρχισαν να μελετούν τις αθλητικές ικανότητες των χορτοφάγων, για να διαπιστώσουν ότι οι χορτοφάγοι είχαν καλύτερη απόδοση στις διάφορες δοκιμασίες.
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η φυλή των Ταραχουμάρα, η οποία ζει στα βουνά του Μεξικού και είναι γνωστή για την ικανότητά τους να τρέχουν μεγάλες αποστάσεις καταναλώνοντας κυρίως τροφές φυτικής προέλευσης. Περίπου το 94% της διατροφής τους αποτελείται από φασόλια, καλαμπόκι και κολοκύθες ενώ το 6% από κρέας, αυγά, πουλερικά, ψάρι και γαλακτοκομικά σε μικρά αραιά γεύματα. Αν και η διατροφή τους είναι απλή και στηρίζεται κυρίως σε φυτικές τροφές, εντούτοις, είναι πλούσια σε θρεπτικές ουσίες και σπάνια προκαλεί ανεπάρκεια και υποθρεψία, παρόλο που οι ανάγκες τους για καύσιμη ύλη είναι εξαιρετικά αυξημένες.
Οι χορτοφαγικές δίαιτες διακρίνονται σε αυτές που δεν περιέχουν ζωικής προελεύσεως πρωτεΐνη και στις μικτές, οι οποίες περιέχουν μικρές ποσότητες ζωικής πρωτεΐνης. Ποιες είναι όμως οι επιπτώσεις της χορτοφαγίας στην υγεία; Οι απόψεις των ερευνητών συγκλίνουν στο ότι παρατηρείται μια μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, η οποία δεν οφείλεται στη μειωμένη κατανάλωση κρέατος αλλά στην αυξημένη κατανάλωση φυτικών τροφών. Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι, σε σχέση με τους χορτοφάγους, οι μη χορτοφάγοι έχουν δώδεκα φορές υψηλότερη πιθανότητα να αναπτύξουν ή αναπτύσσουν νωρίτερα, περίπου δύο χρόνια, στεφανιαία νόσο. Επίσης όσοι καταναλώνουν ξηρούς καρπούς, τουλάχιστον τέσσερις φορές την εβδομάδα έχουν πολύ μικρότερη πιθανότητα ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου και άλλων χρόνιων νοσημάτων σε σχέση με αυτούς που σπάνια καταναλώνουν καρπούς.
Ένα πρόβλημα που υπάρχει με τη φυτική διατροφή είναι ότι, παρόλο που περιέχει άφθονες θρεπτικές ουσίες, υπάρχει σχετική έλλειψη σε απαραίτητα αμινοξέα. Η έρευνα έχει αποκαλύψει ότι το συκώτι παρακολουθεί τη σύσταση των πρωτεϊνών που προσλαμβάνονται σε ένα γεύμα. Αν το γεύμα είναι χαμηλό σε περιεκτικότητα κάποιου απαραίτητου αμινοξέως το συκώτι θα διασπάσει τις πρωτεΐνες του σώματος για να το αναπληρώσει. Επομένως, θα δημιουργηθεί προσωρινά ένα δομικό έλλειμα, δηλαδή μια διαταραχή στη σύσταση του σώματος, η οποία θα διορθωθεί όταν το αμινοξύ προσληφθεί σε περίσσεια από τις τροφές. Επειδή η κάθε φυτική τροφή δεν περιέχει όλα τα απαραίτητα αμινοξέα συστήνεται οι αθλητές να χρησιμοποιούν τον κατάλληλο συνδυασμό φυτικών τροφών, ώστε να συμπληρώνουν-εξισορροπούν τις πρωτεΐνες στον οργανισμό τους. Για παράδειγμα τα δημητριακά είναι φτωχά στο απαραίτητο αμινοξύ λυσίνη, ενώ τα όσπρια περιέχουν λυσίνη αλλά έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε αμινοξέα που περιέχουν θείο, όπως η μεθειονίνη, η οποία βρίσκεται άφθονη στα δημητριακά. Ο συνδυασμός των δύο αυτών τροφών περιέχει το ιδανικό μείγμα υψηλής ποιότητας πρωτεϊνικού γεύματος, διότι το ένα αναπληρώνει τις ελλείψεις του άλλου.
Η στρατηγική της αμοιβαίας αλληλοσυμπλήρωσης των φυτικών τροφών, συνδυάζοντας δύο ατελείς πηγές πρωτεΐνης φαίνεται ότι είναι το άριστο καύσιμο για την υγεία και την απόδοση στο τρέξιμο, επειδή προλαμβάνει την τοξικότητα της κρεατοφαγίας, ενώ ικανοποιεί ταυτόχρονα τις αυξημένες ανάγκες των αθλητών.
Από την άλλη οι συνέπειες της ανεπαρκούς πρόσληψης θερμίδων από μια λάθος σχεδιασμένη χορτοφαγική διατροφή μπορεί να εκθέσει τους αθλητές στον κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμινών, να επηρεάσει αρνητικά το ανοσολογικό τους σύστημα και να έχουν κακή προσαρμογή-ανταποκρισιμότητα στην προπόνηση. Η υψηλή περιεκτικότητα των τροφών σε ίνες προκαλεί πρώιμο
αίσθημα κορεσμού, με αποτέλεσμα την ανεπαρκή πρόσληψη θερμίδων και θρεπτικών ουσιών.
Η αμιγώς χορτοφαγική διατροφή, αν δεν είναι προσεκτικά σχεδιασμένη και μελετημένη, μπορεί να έχει τον κίνδυνο της ανεπάρκειας αρκετών θρεπτικών ουσιών, ενώ τα αποτελέσματά της στην απόδοση δεν είναι ακόμη σαφή.
Το βιβλίο του Δρόσου Βενετούλη «Γεννηθήκαμε δρομείς» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μπαρτζουλιάνος».
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά