Τα μυστικά της κοινότητας των μικροβίων
Τα μικρόβια τα οποία κατοικούν στον αυλό του εντέρου μας είναι αλληλένδετα με μια σειρά λειτουργιών
Φαίνεται ότι τα μικρόβια τα οποία κατοικούν στον αυλό του εντέρου μας είναι αλληλένδετα με μια σειρά λειτουργιών, όπως ο μεταβολισμός, η μυϊκή και εγκεφαλική μας λειτουργία, η λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και η φλεγμονώδης απάντηση του σώματος. Μελέτες σε ζώα και σε ανθρώπους έχουν δείξει ότι η σύνθεση και η δραστηριότητα του μικροβιώματος εξαρτώνται από το τρίπτυχο: διατροφή, άσκηση, φυσική κατάσταση.
Η άσκηση εφοδιάζει τη μικροβιακή ποικιλία με είδη ωφέλιμα για την υγεία μας, αφού ευνοεί τη δημιουργία μικροβίων, τα οποία παράγουν ουσίες (μεταβολίτες) που συμβάλλουν στην ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη και στη ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος. Ένας μεταβολίτης είναι τα μικρής αλύσου λιπαρά οξέα (ΜΑΛΟ), τα οποία παράγουν βουτυρικό οξύ. Το βουτυρικό οξύ έχει πολλαπλές δράσεις στον οργανισμό, αφού εισέρχεται στην κυκλοφορία και επηρεάζει απομακρυσμένα κύτταρα και όργανα. Επιπλέον, ενισχύει τον (επιθηλιακό) φραγμό και ρυθμίζει τη διαπερατότητα του εντέρου, εμποδίζοντας τη δίοδο των τοξινών και των μικροβίων από το έντερο στην κυκλοφορία. Τα ελεύθερα λιπαρά οξέα έχουν αντιφλεγμονώδη δράση, διότι εκκρίνουν αντιφλεγμονώδεις ουσίες, οι οποίες ανταγωνίζονται την έκκριση φλεγμονωδών παραγόντων από τον λιπώδη ιστό. Ευνοούν την οξείδωση των λιπών στους σκελετικούς μυς και μετατρέπουν το γαλακτικό οξύ που παράγεται κατά την αναερόβια άσκηση σε ενέργεια, η οποία τροφοδοτεί τα κύτταρα του τοιχώματος του εντέρου.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Η υγιεινή διατροφή και ορισμένα προβιοτικά προϊόντα περιέχουν μικρόβια, όπως γαλακτοβάκιλους, μπιφιλοβακτηρίδια, στρεπτόκοκκους και άλλα ωφέλιμα είδη, τα οποία είναι βασικά συστατικά σε γιαούρτια και παράγουν γαλακτικό οξύ, μια πρόδρομη ουσία των ΜΑΛΟ, που παράγονται από το μικροβίωμα. Η υψηλή περιεκτικότητα ινών και η χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος σε ορισμένα προβιοτικά επηρεάζουν ωφέλιμα μεταβολικές, φλεγμονώδεις και εντερικές παραμέτρους, όπως ο περισταλτισμός (κινητικότητα του εντέρου) και η απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών.
Η μικροβιακή χλωρίδα έχει τη δυνατότητα να μεταβολίζει (διασπά) οργανικές ουσίες, προερχόμενες από τις τροφές που δεν διασπώνται από τα ένζυμα του εντέρου. Επίσης, μπορούν να μεταβολίζουν ενδογενείς εκκρίσεις, όπως κυτταρικά απορρίμματα (συντρίμμια) και άλλες ουσίες. Το μικροβίωμα συνθέτει και ρυθμίζει τη σύνθεση ουσιών, γνωστών ως νευροδιαβιβαστών (νευρομεσολαβητών), όπως η ισταμίνη, σεροτονίνη, αμυνοβουτυρικό οξύ, κατεχολαμίνες, οξείδια του αζώτου και άλλα. Πολλές από τις ουσίες αυτές συμβάλλουν στις αλληλοεπιδράσεις του μικροβιώματος με το ανοσοποιητικό σύστημα και τη διαμόρφωση του φλεγμονώδους αμυντικού προφίλ. Άλλες παραγόμενες ουσίες, όπως οι φαινολικές ενώσεις και τα ΜΑΛΟ, βελτιώνουν την ομοιοστασία της γλυκόζης, την κατανάλωση ενέργειας και συμβάλλουν στη σύνθεση πρωτεϊνών και στη βελτίωση της φυσικής απόδοσης. Συνθέτει αμινοξέα και βιταμίνες Κ και Β, όπως βιταμίνη Β12, για τη σύνθεση της οποίας χρειάζονται ένζυμα που παράγονται μόνο από το μικροβίωμα και όχι από τα φυτά και τα ζώα.
Επομένως το μικροβίωμα είναι ένα ζωντανό, δυναμικό οικοσύστημα, η σύσταση του οποίου μεταβάλλεται καθημερινά, εξαρτώμενη από τη διατροφή, την άσκηση, το στρες, τα φάρμακα και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Για αυτό και διαφέρει από άτομο σε άτομο. Η επιστήμη βρίσκεται στα αρχικά στάδια της κατανόησης του ρόλου του για την υγεία και ακόμη περισσότερο για την αθλητική απόδοση.
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, τ. Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ