Μεταβολές στον λιπώδη ιστό

Η άσκηση σε συνδυασμό με την αυξημένη φυσική δραστηριότητα είναι οι κύριοι ρυθμιστές της κατανάλωσης ενέργειας και της ενεργειακής ισορροπίας.

Μεταβολές στον λιπώδη ιστό

Η άσκηση σε συνδυασμό με την αυξημένη φυσική δραστηριότητα είναι οι κύριοι ρυθμιστές της κατανάλωσης ενέργειας και της ενεργειακής ισορροπίας μέσω της δράσης τους στη μάζα και στη λειτουργία του λιπώδους ιστού. Ύστερα από κάθε άσκηση ενεργοποιούνται δυναμικές μεταβολές στον λιπώδη ιστό και σε πολλά όργανα. Ο λιπώδης ιστός αποτελείται από τριγλυκερίδια των οποίων η διάσπαση σε λιπαρά οξέα αποδίδει ενέργεια. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται λιπόλυση.

Ο λιπώδης ιστός αποτελεί το 20% του βάρους του σώματος στους άνδρες και το 28% στις γυναίκες, αλλά στα παχύσαρκα άτομα μπορεί να φτάσει στο 80%. Η διάσπαση-κινητοποίηση του λίπους είναι μεγαλύτερη όταν η άσκηση γίνεται ύστερα από στέρηση τροφής αρκετών ωρών, μετά τον νυχτερινό ύπνο για παράδειγμα. Η χαμηλής έως μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα τις πρωινές ώρες αποτελεί ένα ισχυρό ερέθισμα για την κινητοποίηση του λίπους σε κατάσταση νηστείας, ενώ η αυξημένη φυσική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας έχει προσθετική δράση. Μετά από ένα γεύμα η κινητοποίηση του λίπους μειώνεται-καταστέλλεται εξαιτίας της έκκρισης ινσουλίνης, η οποία, ως γνωστόν, αποθηκεύει λίπος. Η αποθήκευση λίπους μετά τα γεύματα εξαρτάται από τον βαθμό διέγερσης-έκκρισης ινσουλίνης.

Ο λιπώδης ιστός είναι δομημένος σε σταγόνες, η ποιότητα των οποίων επηρεάζει την υγεία. Η συσσώρευσή τους στο ανώτερο τμήμα του σώματος (κοιλιά) σχετίζεται με επιβλαβείς επιδράσεις στη μεταβολική υγεία και με θνητότητα, ενώ η εντόπισή τους στους γλουτούς σχετίζεται με προστατευτικές επιδράσεις.

Η συσσώρευση λίπους στην κοιλιά αντανακλά το άθροισμα του ενδοκοιλιακού (λιπώδης διήθηση του ήπατος και άλλων οργάνων) και του υποδόριου κοιλιακού λίπους. Ο λιπώδης ιστός έχει μεγάλη αγγείωση και αυξημένη ροή αίματος, ιδιαίτερα σε κατάσταση νηστείας. Επομένως, η ροή του αίματος εξαρτάται από την κατάσταση της θρέψης. Έχει βρεθεί μάλιστα ότι η ροή του αίματος σε κατάσταση νηστείας είναι μεγαλύτερη από αυτήν των μυών σε ήρεμη κατάσταση.

Το λίπος αποτελεί ένα πολύ σημαντικό μεταβολικό υπόστρωμα κατά τη διάρκεια παρατεταμένης, χαμηλής έως μέτριας διάρκειας, άσκησης. Έχει παρατηρηθεί ότι η μέγιστη οξείδωση του λίπους παρατηρείται σε εντάσεις 60-65% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου. Έχει υπολογιστεί ότι ο υποδόριος λιπώδης ιστός συμβάλλει με μεγαλύτερη αναλογία λιπαρών οξέων σε μέτριας έντασης άσκηση σε σχέση με το ενδοκοιλιακό, σπλαχνικό λίπος. Ο βαθμός ελευθέρωσης-οξείδωσης των λιπαρών οξέων από τον λιπώδη ιστό εξαρτάται από τη λιπόλυση και τη ροή του αίματος στη μάζα του λίπους. Η ροή του αίματος παρέχει οξυγόνο, ορμόνες και άλλες βιολογικές δραστικές ουσίες στα λιποκύτταρα. Η αυξημένη λιπόλυση αποδίδεται στα αυξημένα επίπεδα κατεχολαμινών (αδρεναλίνη, νοραδρεναλίνη). Ακόμη και μικρής έντασης άσκηση, στο 40-45% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου, αυξάνει τα επίπεδα της αδρεναλίνης περίπου στο τριπλάσιο. Όσο αυξάνεται η διάρκεια της άσκησης τόσο αυξάνεται και ο ρυθμός της λιπόλυσης. Αυτό οφείλεται στη συνδυασμένη ορμονική δράση της αυξητικής ορμόνης και της κορτιζόλης. Η αύξηση στις ορμόνες εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ένταση και η διάρκεια της άσκησης. Με την πάροδο της ηλικίας επέρχεται ελάττωση της έκκρισης της αυξητικής ορμόνης, η οποία επιτυγχάνεται με την ίδια ένταση και διάρκεια προπονητικής επιβάρυνσης.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.