Tάκης Χαλάς, ο νάνος που αποδείχθηκε... γίγας και η κηδεία του στην Πάρο

Mια από τις πλέον αναγνωρίσιμες και αγαπητές φιγούρες του ελληνικού σινεμά και θεάτρου, o Τάκης Χαλάς γεννήθηκε με νανισμό, αλλά αποδείχθηκε ... γίγας.

 Tάκης Χαλάς, ο νάνος που αποδείχθηκε... γίγας και η κηδεία του στην Πάρο

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1951 και ανέπτυξε τον δικό του αμυντικό μηχανισμό απέναντι στο μπούλινγκ, τις διακρίσεις, τον ρατσισμό, που ήταν το χιούμορ και το θράσος. Κάλυπτε όσο μπόι του έλειπε.

Τον ανακάλυψε ο θεατρικός παραγωγός, Βαγγέλης Λιβαδάς, όταν σταμάτησε σε βενζινάδικο με το αυτοκίνητό του και είδε τον νεαρό Τάκη. «Τι κοιτάς αφεντικό; Βλέπεις την μάνικα που είναι ψηλότερη από εμένα;», τον ρώτησε και ο Λιβαδάς κατάλαβε ότι μπορούσε να επιβιώσει και να διακριθεί στον φανταχτερό αλλά επίσης σκληρό χώρο του θεάματος.

Του έδωσε ένα μικρό ρόλο σε μια καλοκαιρινή επιθεώρηση «Παρκ». Το γκελ του Χαλά με το κοινό ήταν άμεσο.

Πήρε μέρος σε πολλές ταινίες, στη διάρκεια των «χρυσών» χρόνων του ελληνικού σινεμά, με συνέπεια να συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής. Με πηγαίο χιούμορ και ανοιχτό χαρακτήρα, ξέφευγε από το σενάριο, αυτοσχεδιάζοντας με απογειωτικές ατάκες...

Η καταξίωση ήρθε μέσα από το σανίδι. «Καζιμίρ και Καρολίνα», «Βολπόνε», «Η γυναίκα της Ζάκυνθος» , ήταν μερικά από τα έργα στα οποία έπαιξε είτε στο Εθνικό Θέατρο, είτε στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.

Ο τελευταίος του ρόλος, ήταν σπουδαίος, αφού έπαιξε στον «Δον Ζουάν» το 2000 και έκτοτε δεν ήταν σε θέση να ασχολείται με την υποκριτική λόγω της υγείας του από τον νανισμό και αποφάσισε να αποσυρθεί στην Πάρο, όπου ζούσε η αγαπημένη του αδελφή. Η αίτησή του για χορήγηση αναπηρικής σύνταξης απορρίφθηκε και ο Τάκης Χαλάς έμεινε ξεχασμένος από όλους.

Η ύστατη επιθυμία του ήταν να προσκληθούν όλοι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές που συνεργάστηκε μαζί τους στην κηδεία του. Τελικά, δεν εμφανίστηκε κανένας και ο επίσης συγχωρεμένος Κώστας Τσάκωνας απολογήθηκε «Συχώρα μας φίλε Τάκη και μένα και τους άλλους που δεν ήρθαμε στον αποχαιρετισμό, αλλά ντρεπόμαστε γιατί όλοι σε είχαμε ξεχάσει. Πώς λοιπόν να σε θυμόμαστε στο φριχτό φευγιό σου από ένα κόσμο θεατρίνικο γεμάτο υποκρισία»…