Οι Έλληνες πολέμησαν στην Κριμαία και στην Ουκρανία, εναντίον, αλλά και μαζί με τους Ρώσους

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με την προτροπή των Γάλλων, έστειλε χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες στη μεσημβρινή Ρωσία (σημερινή Ουκρανία), στην Κριμαία στις αρχές του 1919, για να καταπνίξουν την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-56) όμως πολέμησαν στο πλάι των Ρώσων.

Οι Έλληνες πολέμησαν στην Κριμαία και στην Ουκρανία, εναντίον, αλλά και μαζί με τους Ρώσους

Μιλάμε για 23.551 στρατιώτες και αξιωματικούς του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος που στάλθηκε στην Οδησσό και την Κριμαία για να συμβάλει στην καταστολή των μπολσεβίκων από τους αντεπαναστάτες Λευκούς και τους Αγγλογάλλους, συν τα πληρώματα των πολεμικών πλοίων που τους συνόδευαν.

Στις γραμμές των αξιωματικών, οι οποίοι ήταν όλοι εθελοντές, συναντάμε φιλόδοξα στελέχη που έγραψαν αργότερα ιστορία ως πραξικοπηματίες, πολιτικοί, στελέχη της Αντίστασης αλλά και του ένοπλου δωσιλογισμού: Νικόλαος Πλαστήρας, Γεώργιος Κονδύλης, Στυλιανός Γονατάς, Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, Λεωνίδας Σπαής, Γεώργιος Τσολάκογλου, Παναγιώτης Δεμέστιχας, Διονύσιος Παπαδόγκωνας, Χαράλαμπος Παπαθανασόπουλος, Ευάγγελος Καλαμπαλίκης κ.ά.

Την περίοδο εκείνη, οι Μπολσεβίκοι είχαν υπό την κυριαρχία τους τις μεγάλες πόλεις (Πετρούπολη, Μόσχα κλπ), αλλά στην ύπαιθρο συναντούσαν ισχυρή αντίσταση από τις τσαρικές δυνάμεις. Οι μεγάλες χώρες της Δύσης βρήκαν την ευκαιρία να επέμβουν στο πλευρό των αντεπαναστατών, αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην περιοχή της Ουκρανίας, Ουκρανοί εθνικιστές, οπαδοί του Τσάρου, τοπικοί οπλαρχηγοί, στρατηγοί και πρίγκιπες αντιδρούσαν.

Οι γαλλικές δυνάμεις ήταν παρούσες στην περιοχή από τις 5 Δεκεμβρίου του 1918. Ο γάλλος πρωθυπουργός, Ζορζ Κλεμανσό, ζήτησε από τον ομόλογό του Ελευθέριο Βενιζέλο τη συμμετοχή ελληνικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις, με αντάλλαγμα την ευμενή στάση της χώρας του υπέρ των εθνικών διεκδικήσεων σε Ανατολική Θράκη και Μικρά Ασία στη Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων. Ο Βενιζέλος απάντησε θετικά στο αίτημα του Κλεμανσό.

Η μεταφορά των ελληνικών δυνάμεων (2η και 13η Μεραρχία) άρχισε στις 2 Ιανουαρίου 1919. Οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες άρχισαν να αποβιβάζονται στην Οδησσό στις 7 Ιανουαρίου και στο επόμενο διάστημα το εκστρατευτικό σώμα αριθμούσαν 23.551 άνδρες. Οι ελληνικές δυνάμεις τέθηκαν αμέσως υπό τη διοίκηση της Α' Συμμαχικής ομάδας μεραρχιών, δυνάμεως 70.000 ανδρών, την οποία διοικούσε ο γάλλος στρατηγός Ντ' Ανσέλμ.

Οι Σοβιετικοί διέθεσαν τρεις στρατιές, με δύναμη 217.000 ανδρών. Ο στρατός αυτός, αφού συνέτριψε το ουκρανικό αυτονομιστικό κίνημα τον Ιανουάριο του 1919, στράφηκε στη συνέχεια κατά των Συμμάχων στην Οδησσό και την Κριμαία. Οι 'Ελληνες στρατιώτες έλαβαν μέρος σε πολλές μάχες, έως τις 20 Μαρτίου 1919, όταν έπειτα από απόφαση των συμμάχων δόθηκε εντολή για το τέλος της εκστρατείας και την εκκένωση της Οδησσού.

Η είσοδος του Κόκκινου Στρατού στην Οδησσό

Στην περιοχή της Κριμαίας παρέμειναν έως τις 14 Απριλίου 1919 όπου αντιμετώπισαν αλλεπάλληλες επιθέσεις του Κόκκινου Στρατού. Η ανακωχή στο μέτωπο της Κριμαίας συνάφθηκε στις 17 Απριλίου και είχε δεκαήμερη διάρκεια, που έληγε στις 27 Απριλίου. Κατά το διάστημα αυτό αποφασίστηκε η εκκένωση της Κριμαίας και η μεταφορά όλου του συμμαχικού υλικού στη Κωνσταντινούπολη.Τον Ιούνιο του 1919 το Α' Σώμα Στρατού προωθήθηκε στη Σμύρνη, όπου ο ελληνικός στρατός επιχειρούσε από τον Μάιο. Οι συνολικές απώλειες του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στη μεσημβρινή Ρωσία ανήλθαν σε 398 νεκρούς και 657 τραυματίες.

Η επιλογή του Ελευθέριου Βενιζέλου δεν δικαιώθηκε. Οι εθνικές διεκδικήσεις σε Ανατολική Θράκη και Μικρά Ασία δεν καρποφόρησαν, αφού μεσολάβησε η Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ κόστισε βαρύτατα στις ελληνικές κοινότητες της νότιας Ρωσίας, που θεωρήθηκαν αμφίβολης νομιμοφροσύνης από τις σοβιετικές αρχές.

Δύο μόλις μήνες αργότερα οι Μπολσεβίκοι, ως αντίποινα, εξαπέλυσαν διωγμούς και δολοφονίες Ελλήνων της περιοχής, ενώ ένα τεράστιο κύμα προσφύγων άρχισε να φθάνει στην Ελλάδα, μετά μάλιστα και την άρνηση των συμμάχων Αγγλο-Γάλλων για την αποβίβασή τους στην Κωνσταντινούπολη που ήταν ο αρχικός προορισμός τους. Μόνο στο πρώτο δίμηνο που ακολούθησε μετά την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων, 103 Έλληνες, ρωσικής υπηκοότητας, τουφεκίστηκαν μεταξύ των οποίων ο επιφανής Αμπατιέλος με το πρόσχημα ότι δεν κατέβαλαν τις αναγκαστικές εισφορές που τους επιβλήθηκαν.

Η ελληνική παροικία της Οδησσού υπέστη τα μέγιστα. Για τις ελληνικές παροικίες του Κιέβου, Χερσώνας και Νικολάγιεφ, όπου ήταν η έδρα του ελληνικού προξενείου σημειώθηκαν μεγάλες διαρπαγές. Τα αρχεία κάηκαν, τα έπιπλα κλάπηκαν ή καταστράφηκαν, ενώ οι προξενικές σφραγίδες αφαιρέθηκαν και τα οικήματα αποδόθηκαν σε άλλους ενοικιαστές. Τα δε οικήματα και εμπορεύματα επιφανών Ελλήνων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν καταφέρνοντας να διαφύγουν κατά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς.

Kριμαϊκός Πόλεμος

Ο Κριμαϊκός Πόλεμος (Οκτώβριος 1853 - Φεβρουάριος 1856) υπήρξε η ένοπλη σύγκρουση μεταξύ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από τη μία πλευρά και των συμμαχικών δυνάμεων της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, της Αυτοκρατορίας της Γαλλίας, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Σαρδηνίας από την άλλη πλευρά.

Η Ελληνική Λεγεώνα του Αυτοκράτορα Νικόλαου Α' (1854-Ιούνιος 1856) – ήταν σώμα Ελλήνων εθελοντών στον ρωσικό στρατό, κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου και πήρε μέρος στις μάχες στο Δούναβη και την Κριμαία.

Oι Έλληνες εθελοντές

Η συμμετοχή των ευρωπαϊκών δυνάμεων στον πόλεμο στο πλευρό των Τούρκων, προσέδωσε, για τους Έλληνες, τον χαρακτήρα του πολέμου της Ορθοδοξίας. Στις 6 Δεκεμβρίου, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, τα πορτρέτα του αυτοκράτορα της Ρωσίας, στολισμένα με δάφνες, ήταν παντού στην Αθήνα, το όνομα του αυτοκράτορα είχε αναφερθεί σε όλες τις εκκλησίες. Όταν ήρθε η είδηση της ήττας του τουρκικού στόλου στην Σινώπη, ο ελληνικός πληθυσμός αντάλλασε την Πρωτοχρονιά την ευχή «Και του χρόνου στην Κωνσταντινούπολη»

Στις αρχές του 1855 η Λεγεώνα, η οποία αριθμούσε περίπου 800 εθελοντές, μεταφέρθηκε στην Κριμαία. Με το λάβαρο της Λεγεώνας όπου ήταν γραμμένο στα ελληνικά "Για την Ορθοδοξία". Στο τέλος του πολέμου σε 735 λεγεωνάριους απονεμήθηκαν τα μετάλλια «Για την άμυνα της Σεβαστούπολης." Περισσότεροι από 500 Έλληνες εθελοντές είχαν πέσει στο πεδίο της μάχης και πέθαναν από ασθένειες. Τον Ιούνιο του 1856 η Λεγεώνα διαλύθηκε. Μερικοί από τους εθελοντές αρνήθηκαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για τον φόβο των διώξεων από τις τουρκικές αρχές, καθώς πολλοί ήταν Τούρκοι υπήκοοι. Οι 201 εθελοντές εγκαταστάθηκαν στη Μαριούπολη, όπου από τον 18ο αιώνα, υπήρχε ο γηγενής ελληνικός πληθυσμός της Κριμαίας. Το 1864, ο συνταξιούχος πια συνταγματάρχης Χρυσοβέργης έγραψε ένα υπόμνημα προς τις ρωσικές αρχές για να στήσει μνημείο για τους Έλληνες, που έπεσαν στον πόλεμο της Κριμαίας. Το σχέδιο του αυτό δεν υλοποιήθηκε, αλλά στη Σεβαστούπολη υπάρχει μια αναμνηστική πλάκα προς τιμήν της ελληνικής Λεγεώνας.