Λίβερπουλ: Ο προπονητής του... πλαγίου άουτ, που «θάμπωσε» τον Κλοπ (pics-vid)

O Δανός, Τόμας Γκρόνεμαρκ, άλλο ένα εργαλείο του Κλοπ στη Λίβερπουλ, η οποία ψάχνει ακόμα και το πλάγιο. 

Λίβερπουλ: Ο προπονητής του... πλαγίου άουτ, που «θάμπωσε» τον Κλοπ (pics-vid)

Την δεκαετία του 1980 στο ελληνικό ποδόσφαιρο, κυριαρχούσε το «δίδυμο» Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός, καθώς οι δύο «αιώνιοι» κατέκτησαν τα επτά από τα δέκα πρωταθλήματα (σ.σ. τα άλλα τρία πήραν ο ΠΑΟΚ, η Λάρισα και η ΑΕΚ). Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των αγώνων του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, ήταν οι... εκτελέσεις των πλαγίων άουτ.

Όσον κι εάν φαίνεται περίεργο, πολλές από τις φάσεις την αντίπαλη εστία, προέκυπταν από τα... χέρια του Κύπριου κεντρικού αμυντικού των «ερυθρολεύκων», Σταύρου Παπαδόπουλου, και του μεσοαμυντικού των «πρασίνων», Λάκη Σημαιοφορίδη, οι οποίοι είχαν την δυνατότητα να στείλουν την μπάλα δεκάδες μέτρα μακριά από το πλάγιο άουτ και «συστημένη» στους συμπαίκτες τους.

Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, έκαναν κατά καιρούς την εμφάνιση τους, παίκτες που είχαν την... ιδιόμορφη αυτή ιδιότητα. Όπως ο Νορβηγός αμυντικός της Λίβερπουλ (σ.σ. έχει παίξει ακόμη μεταξύ άλλων σε Ρόμα, Μονακό, Φούλαμ και ΑΠΟΕΛ), Γιον Αρνε Ρίισε, αλλά και ο Ισλανδός μέσος της Κάρντιφ, Αρον Γκούναρσον.

Ποιος, όμως, θα μπορούσε να φαντασθεί την εποχή των Σημαιοφορίδη και Παπαδόπουλου, πως σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, θα υπάρξει άνθρωπος, που θα ασχοληθεί επισταμένως με την... προπόνηση των ποδοσφαιριστών στις εκτελέσεις και στην αξιοποίηση των πλαγίων άουτ;

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον κορυφαίο Γερμανό προπονητή και τους φιναλίστ του Champions League...

«Υπήρξα ποδοσφαιριστής για περίπου 18 χρόνια. Ομως, δεν τα κατάφερα ως επαγγελματίας. Στα 20 μου δοκίμασα να ασχοληθώ με τον στίβο και ήμουν μέλος της εθνικής ομάδας της Δανίας στα 100, 200, 400 μέτρα και στην σκυταλοδρομία», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γκρόνεμαρκ και συνεχίζει: «Στην συνέχεια ασχολήθηκα με το μπομπσλέι και διετέλεσα μέλος στην εθνική ομάδα της Δανίας για τέσσερα χρόνια (2002-2006)».

Στη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του, το 2004, ο Γκρόνεμαρκ συνέλαβε την ιδέα να διδάξει στους ποδοσφαιριστές την... τέχνη του πλαγίου άουτ.

«Πήγα στην τοπική βιβλιοθήκη προκειμένου να βρω ένα βιβλίο για τα πλάγια άουτ αλλά δεν κατάφερα να βρω τίποτα», εξιστορεί ο Δανός προπονητής στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και συνεχίζει την αφήγησή του: «Οπότε, αναγκάστηκα να παρακολουθήσω ένα εξάμηνο σεμινάριο και μετά ήμουν έτοιμος να προπονήσω. Ήμουν πολύ τυχερός, καθώς μια τοπική ομάδα της Superleague της Δανίας, η Βίμποργκ, με προσέλαβε και από τη σεζόν 2004-05 προπονώ αρκετές επαγγελματικές ομάδες. Εφέτος είμαι στη Λίβερπουλ, στη Λειψία και άλλες τέσσερις ευρωπαϊκές ομάδες, όπως και σε μερικές μη-επαγγελματικές, ομάδες νέων, ενώ ταξιδεύω σε χώρες και μιλάω για τα πλάγια άουτ. Την επόμενη εβδομάδα θα πάω στην Αυστρία να μιλήσω για την τέχνη του πλαγίου άουτ».

Παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών ηλικίας 17 και 14 ετών, ο 44χρονος Γκρόνεμαρκ, αποκαλύπτει πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Γιούργκεν Κλοπ και τη Λίβερπουλ: «Ο Γιούργκεν είναι φανταστικός τύπος και εξαιρετικός συνεργάτης. Ήταν αυτός που με αναζήτησε. Ήμουν σε ταξίδι με την οικογένειά μου και ξαφνικά άκουσα ένα ηχητικό μήνυμα στο κινητό μου από αυτόν! Δεν το περίμενα! Προσπάθησα να τον καλέσω αλλά δεν απάντησε. Λίγο αργότερα κι ενώ οδηγούσα, κτύπησε το τηλέφωνο και απάντησε η γυναίκα μου. Μου είπε γεμάτη ενθουσιασμό πως στην άλλη άκρη της γραμμής είναι ο Γιούργκεν!

Όπως καταλαβαίνετε, σταμάτησα αμέσως το αυτοκίνητο, μίλησα μαζί του και ένιωσα εκπληκτικά! Έτσι, από τον περασμένο Ιούλιο, συνεργάζομαι με την Λίβερπουλ. Βρίσκομαι στην πόλη περίπου μια εβδομάδα κάθε μήνα και τον υπόλοιπο καιρό αναλύω τα πλάγια άουτ της ομάδας σε κάθε ματς και στέλνω τα αποτελέσματα στον Γιούργκεν και το προπονητικό επιτελείο. Είναι φανταστικό να δουλεύεις στη Λίβερπουλ και είμαι πολύ υπερήφανος για την πρόοδο των παικτών στον σχετικό τομέα. Ο Γιούργκεν είναι πολύ καλός τύπος, είναι ευγενικός απέναντι σε όλους και πολύ συνεργάσιμος. Έχει τρομερή ενέργεια και είναι εκπληκτικό να δουλεύεις για αυτόν».

Όπως είναι φυσικό, η επόμενη ερώτηση δεν θα μπορούσε να είναι άλλη, από την αναζήτηση λεπτομερειών, τόσο για την προπόνηση στα πλάγια άουτ, όσο και για την αξιοποίηση της στους αγώνες της ομάδας.

«Στα πλάγια άουτ μαθαίνω τις ομάδες να χρησιμοποιούν τα μακρινά, τα γρήγορα και τα έξυπνα πλάγια. Αρκετοί με ρωτούν γιατί η Λίβερπουλ δεν κάνει πολλά μακρινά πλάγια», εξηγεί ο Γκρόνεμαρκ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει: «Αυτό συμβαίνει, επειδή εστιάζουμε περισσότερο στα γρήγορα και στα έξυπνα πλάγια. Τα γρήγορα είναι περισσότερο για περιπτώσεις αντεπίθεσης και τα έξυπνα αφορούν στην ακρίβεια. Μαθαίνουμε πώς μπορείς να διατηρήσεις ακρίβεια όταν βρίσκεσαι κάτω από πίεση. Οι περισσότερες ομάδες έχουν ποσοστό ακρίβειας κάτω του 50% όταν υπάρχει πίεση από τα πλάγια άουτ. Στην Λίβερπουλ το ποσοστό της ακρίβειας είναι ανάμεσα στο 75% και το 100%, στοιχείο που μας δίνει μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων. Και εστιάζουμε εκεί αρκετά. Οπωσδήποτε στη Λίβερπουλ δουλεύουμε και το μακρινό πλάγιο άουτ, γιατί βοηθά στο να διατηρούμε την κατοχή της μπάλας. Για να διατηρήσεις κατοχή, χρειάζεται να δημιουργείς χώρο, να έχεις υπομονή, να βρίσκεις τον σωστό συμπαίκτη. Πρέπει να δουλεύεις τους τρόπους με τους οποίους, κινούνται διαφορετικοί παίκτες σε διαφορετικές θέσεις».

Και η αφήγηση του Δανού προπονητή, παραμένει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα: «Σε έναν αγώνα, γίνονται περισσότερα από 40-50 πλάγια άουτ. Και μερικές φορές, ο αριθμός αυτός φθάνει τα 60 σε αγώνες της Λίβερπουλ. Οπότε δεν είναι κάτι που συμβαίνει λίγες φορές. Συμβαίνει πολύ συχνά στο ποδόσφαιρο. Εγώ προπονώ κυρίως τα μπακ, αλλά και παίκτες που ενδεχομένως να αγωνιστούν ως μπακ. Τον Ρόμπερτσον, τον Αλεξάντερ-Αρνολντ αλλά και τους Μίλνερ, Μορένο και Τζο Γκόμεζ. Κάποιες φορές, προπονώ όλη την ομάδα σε κινήσεις, στο πώς να κινηθούν σωστά στον χώρο.

Συνεργάζομαι επίσης και με το προπονητικό επιτελείο, έτσι ώστε να γνωρίζουν ό,τι χρειάζεται για τα πλάγια άουτ, τι πρέπει να κάνουν, πότε και πώς. Θεωρώ πως, προκειμένου να χρησιμοποιείς κατάλληλα τα πλάγια άουτ, πρέπει να έχεις κάποια εφόδια. Εγώ έχω περίπου 10 τα οποία μαθαίνω στους παίκτες και μετά χρειάζεται να γνωρίζεις πού θα χρησιμοποιήσεις το κάθε τι. Είναι σαν το σκάκι. Πρώτα χρειάζεται να μάθεις τα πιόνια και το τι μπορεί να κάνει το καθένα. Μετά πρέπει να μάθεις πότε χρησιμοποιείς το καθένα και σε ποια περίσταση. Αυτό συμβαίνει και με το μακρινό, το γρήγορο και το έξυπνο πλάγιο άουτ. Πρέπει να γνωρίζεις πότε χρησιμοποιείς τι».

Ο Γκρόνεμαρκ είναι κάτοχος του ρεκόρ Γκίνες για το μακρινότερο πλάγιο άουτ, καθώς έστειλε την μπάλα σε απόσταση 51 μέτρων και 33 εκατοστών! Ο Δανός προπονητής μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το κατόρθωμά του: «Ναι, έχω το επίσημο ρεκόρ Γκίνες με 51,33 μέτρα. Τα κατάφερα με flip throw, το οποίο είναι λίγο ιδιαίτερο. Επειδή πρέπει να πάρεις φόρα, να κάνεις κολοτούμπα και μετά να πετάξεις την μπάλα. Δεν είμαι αθλητής γυμναστικής, αλλά το 2008 σκέφτηκα πως θα ήταν ωραίο να έχω το παγκόσμιο ρεκόρ στο πλάγιο άουτ εφόσον είμαι και προπονητής του πλαγίου. Μετά από περίπου 2,5 χρόνια προπόνησης και αρκετά ατυχήματα, τα κατάφερα. Ηταν απίστευτο συναίσθημα, σήμαινε πάρα πολλά για εμένα και με έχει βοηθήσει και ως προπονητή».