Οι «μαθητές» του Φέργκιουσον που έγιναν... δάσκαλοι!
Οι παίκτες που αγωνίστηκαν υπό τις οδηγίες του θρυλικού Σκωτσέζου τεχνικού της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και ακολούθησαν το δρόμο της προπονητικής μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής τους καριέρας.
Αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες μορφές όχι μόνο του βρετανικού, αλλά και του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Το όνομά του υπήρξε συνώνυμο της επιτυχίας στο διάστημα της θητείας του στους προπονητικούς πάγκους, ενώ η υπέρλαμπρη καριέρα του στο συγκεκριμένο πόστο αποτέλεσε χρυσό κομμάτι της μακρόχρονης ιστορίας του λαοφιλέστερου αθλήματος σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο λόγος για τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε μία υπερδύναμη του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, να δημιουργήσει αμέτρητες ομάδες «κόκκινων διαβόλων» σαρώνοντας τίτλους και διακρίσεις μέσα και έξω απ’ το Νησί, αλλά και πάνω απ’ όλα να καταστήσει τον σύλλογο στον πιο επιτυχημένο σε ολόκληρη τη «Γηραιά Αλβιώνα» βάσει τροπαίων, παίρνοντας μάλιστα τα «σκήπτρα» από την «αιώνια» αντίπαλο, την Λίβερπουλ.
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Κι όλα αυτά μέσα σε 27 χρόνια, όσα κάθισε στον πάγκο της αγγλικής ομάδας, δημιουργώντας τη δική του αυτοκρατορία στη Βρετανία. Από τα… χέρια του πέρασαν «αμέτρητοι» ποδοσφαιριστές και δεν είναι λίγοι αυτοί που στο τέλος της καριέρας τους αποφάσισαν να ακολουθήσουν το δρόμο της προπονητικής.
Σόλσκιερ: «Με έχει επηρεάσει σε τεράστιο βαθμό στην καριέρα μου»
Ένας εξ αυτών είναι και ο Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, ο οποίος επέστρεψε αυτόν τον μήνα στο σύλλογο της βορειοδυτικής Αγγλίας για να αναλάβει τα «ηνία» της Γιουνάιτεντ ως υπηρεσιακός προπονητής έπειτα από την απόλυση του Ζοσέ Μουρίνιο. Ο Νορβηγός κατά τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής του καριέρας αποτέλεσε επιλογή του Φέργκιουσον το καλοκαίρι του 1996 για την ενίσχυση της επιθετικής γραμμής της ομάδας και έμεινε στην ιστορία για την ικανότητά του να σκοράρει ως αλλαγή στις αναμετρήσεις των «κόκκινων διαβόλων».
Ο «δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο», όπως ήταν το προσωνύμιό του, παρέμεινε 11 ολόκληρα χρόνια στο «Όλντ Τράφορντ» και στο διάστημα αυτό όχι μόνο κατέκτησε «αμέτρητους» τίτλους, αλλά παράλληλα προσπάθησε και να «απορροφήσει» όσες περισσότερες γνώσεις μπορούσε από τον «Φέργκι» για την προπονητική. Ένα επάγγελμα το οποίο τελικά και ακολούθησε το 2007. όταν έβαλε τέλος στην ποδοσφαιρική του καριέρα.
«Ο Φέργκιουσον με έχει επηρεάσει σε τεράστιο βαθμό στην καριέρα μου και ήδη έχω μιλήσει μαζί του. Δεν υπάρχει κάποιος καλύτερος για να πάρεις συμβουλές», είπε ο 45χρονος πλέον Νορβηγός στην πρώτη του συνέντευξη Τύπου όταν πήγε στη Γιουνάιτεντ για να «σκοράρει» ξανά ως αλλαγή. Το παιχνίδι της μοίρας, δε, είναι ότι στο πρώτο του ματς στην τεχνική ηγεσία των «κόκκινων διαβόλων» η Μάντσεστερ πέτυχε πέντε γκολ (σ. 5-1 την Κάρντιφ), κάτι το οποίο συνέβαινε για πρώτη φορά από τον Μάη του 2013, ήτοι από το τελευταίο παιχνίδι του Φέργκιουσον στον πάγκο της ομάδας (σ. 5-5 με τη Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον).
Τα «παιδιά» του Σκωτσέζου
Ο Σόλσκιερ, όμως, δεν είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε υπό τις οδηγίες του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και αργότερα ακολούθησε καριέρα προπονητή σε μία ομάδα. Νωρίτερα τον ίδιο δρόμο είχαν διαβεί και άλλα «παιδιά» του Σκωτσέζου θρύλου. Κάποια εξ αυτών κατάφεραν να σημειώσουν σημαντικές επιτυχίες στο άθλημα, ενώ άλλα είτε δεν δικαίωσαν τις προσδοκίες, είτε αποχώρησαν νωρίς από το χώρο. Το «Φως» σας παρουσιάζει τους παίκτες που αγωνίστηκαν υπό τις οδηγίες του θρυλικού Σκωτσέζου τεχνικού της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και που ακολούθησαν το δρόμο της προπονητικής μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής τους καριέρας…
Λοράν Μπλαν (2001-2003)
Με βάση την πορεία του και τις κατακτήσεις τίτλων ο Λοράν Μπλαν είναι ο πιο επιτυχημένος στη συγκεκριμένη λίστα. Ως ποδοσφαιριστής ο Γάλλος αποκτήθηκε το καλοκαίρι του 2001 ως αντικαταστάτης του Γιάπ Σταμ για τα μετόπισθεν της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (σ. ο Φέργκιουσον προσπαθούσε να τον πάρει από το 1996), ενώ στα δύο χρόνια της πορείας του υπό τις οδηγίες του Σκωτσέζου τεχνικού κατέκτησε ένα πρωτάθλημα και «κρέμασε» τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια το 2003 για να ασχοληθεί με την προπονητική.
Πρώτος του «σταθμός» στη νέα του αυτή πορεία ήταν η Μπορντό το 2007, την οποία από την πρώτη του κιόλας σεζόν οδήγησε στη δεύτερη θέση του βαθμολογικού πίνακα του Σαμπιονά και βραβεύτηκε μάλιστα με τον τίτλο του καλύτερου προπονητή της χρονιάς στη Γαλλία. Την επόμενη περίοδο (2008/09) οδήγησε τους Γιρονδίνους στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και του Λιγκ Καπ, ενώ οι 11 σερί νίκες της Μπορντό εκείνη την περίοδο αποτέλεσαν νέο ρεκόρ στο Σαμπιονά.
Στην τρίτη του χρονιά ο σύλλογος έκανε την έκπληξη στο Τσάμπιονς Λιγκ καθώς πήρε την πρόκριση από τη φάση των ομίλων αφήνοντας πίσω του στο γκρουπ την Μπάγερν Μονάχου και τη Γιουβέντους, αλλά αποκλείστηκε από τη Λιόν στα προημιτελικά της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, ενώ στο τέλος εκείνης της περιόδου ο Μπλαν κλήθηκε από την ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της χώρας του για να αναλάβει τις τύχες της εθνικής Γαλλίας.
Η Εθνική Γαλλίας και η Παρί
Το ρίσκο ήταν μεγάλο για τον ίδιο εκείνη την περίοδο, αφού οι «τρικολόρ» προέρχονταν από μία καταστροφική πορεία στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νοτίου Αφρικής, που δεν στιγματίστηκε μόνο από τον αποκλεισμό στη φάση των ομίλων αλλά και τον καυγά του Ανελκά με τον Ντομενέκ. Παρόλα αυτά όμως, ο Μπλαν αποδέχτηκε την πρόκληση. Οδήγησε το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα στην πρόκριση στα τελικά του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος και έφτασε ως τα προημιτελικά του θεσμού όπου αποκλείστηκε από την Ισπανία, που κατέκτησε τελικά και το τρόπαιο.
Τον Ιούνιο του 2013 ο Μπλαν ανέλαβε την Παρί Σεν Ζερμέν διαδεχόμενος τον Κάρλο Αντσελότι και στο διάστημα της καριέρας του στους «πρωτευουσιάνους» ως το 2016 κατέκτησε τρία πρωταθλήματα, ισάριθμα Λιγκ Καπ, δύο Κύπελλα και τρία Σούπερ Καπ Γαλλίας. Πρόσφατα φήμες στη Βρετανία ανέφεραν πως το όνομά του βρέθηκε στη λίστα των υποψηφίων για τη θέση του μόνιμου προπονητή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έπειτα από την απόλυση του Ζοσέ Μουρίνιο.
Γκόρντον Στράχαν (1984-1989)
Γκόρντον Στράχαν και Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, αν και είχαν μία αρκετά… ταραχώδη σχέση, δεν συνεργάστηκαν μόνο στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αλλά και στην Αμπερντίν. Στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ο Στράχαν αποκτήθηκε το 1984, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1986, έφτασε στο σύλλογο και ο «Φέργκι» για να αναλάβει την τεχνική ηγεσία.
Η ποδοσφαιρική πορεία του Στράχαν στους «κόκκινους διαβόλους» ολοκληρώθηκε τελικά το 1989 με τη μεταγραφή του στη Λιντς, ενώ το 1996 ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα στην Κόβεντρι, στον πάγκο της οποίας παρέμεινε για πέντε χρόνια. Εν συνεχεία, ακολούθησε η πορεία του στη Σαουθάμπτον, όπου δεν κατάφερε να κατακτήσει τον πρώτο του τίτλο ως προπονητής, καθώς οι «άγιοι» ηττήθηκαν στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας το 2003 από την Άρσεναλ, και το καλοκαίρι του 2005 επέστρεψε στην πατρίδα του, την Σκωτία, για να αναλάβει τις τύχες της Σέλτικ.
Στο Πάρκχεντ ο Στράχαν παρέμεινε τέσσερα χρόνια και οδήγησε τους «Καθολικούς» σε τρία πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο και δύο Λιγκ Καπ, ωστόσο η απώλεια του τίτλου στην Πρέμιερ Σκωτίας την περίοδο 2008/09 τον οδήγησε σε παραίτηση και στην επιστροφή στην Αγγλία. Τον Οκτώβρη του 2009 διαδέχτηκε τον Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ στον πάγκο της Μίντλεσμπρο υπογράφοντας σε τετραετές συμβόλαιο συνεργασίας με το σύλλογο του Ρίβερσαϊντ, αλλά παρέμεινε στη θέση του μόνο για έναν μόλις χρόνο, πριν αποχωρήσει λόγω των αρνητικών αποτελεσμάτων της ομάδας και τελευταίος του «σταθμός» μέχρι σήμερα ήταν η εθνική ομάδα της Σκωτίας, την οποία ανέλαβε το 2013. Παραιτήθηκε το 2017 λόγω της αποτυχίας των «χαϊλάντερς» να κερδίσουν την πρόκρισή τους στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ρωσίας.
Μαρκ Χιούζ (1988-1995)
Ο Μαρκ Χιούζ ως ποδοσφαιριστής αποχώρησε από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ λίγους μήνες πριν αναλάβει την ομάδα ο Φέργκιουσον. Ο Τέρι Βέναμπλς τον είχε πάρει στη Μπαρτσελόνα το καλοκαίρι του 1986 μαζί με τον Γκάρι Λίνεκερ από την Έβερτον, αλλά το Μάη του 1988 ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον τον έφερε πίσω στο «Ολντ Τράφορντ» δαπανώντας το ποσό του 1,8 εκατομμυρίων λιρών, που ήταν ρεκόρ μεταγραφής εκείνη την περίοδο για τον αγγλικό σύλλογο.
Ο Χιούζ αποδείχτηκε παίκτης «κλειδί» στο σύλλογο και υπό τις οδηγίες του «Φέργκι» πέτυχε 116 γκολ σε 352 εμφανίσεις του ως το 1995. Κατέκτησε δύο πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα, ένα Λιγκ Καπ, τρία Κομιούνιτι Σιλντ το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και το Κύπελλο Κυπελλούχων, στο οποίο μάλιστα πέτυχε και τα δύο γκολ στη νίκη (2-1) της ομάδας του με 2-1 επί της Μπαρτσελόνα στον τελικό του Ρότερνταμ το 1991. Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε το 1999, όταν ανέλαβε την εθνική ομάδα της Ουαλίας. Στην τεχνική ηγεσία των «δράκων» παρέμεινε ως το 2004 και εν συνεχεία ακολούθησαν οι καριέρες του σε Μπλάκμπερν (2004-08), Μάντσεστερ Σίτι (2008-09), Φούλαμ (2010-11), ΚΠΡ (2012), Στόουκ (2013-18) και Σαουθάπτον, από την οποία μάλιστα απολύθηκε αυτόν τον μήνα λόγω της αρνητικής πορείας των «αγίων» στην Πρέμιερ Λιγκ, καθώς βρέθηκαν στην ζώνη του υποβιβασμού και συγκεκριμένα στην 18η θέση του βαθμολογικού πίνακα.
Για την ιστορία, πριν από ένα παιχνίδι της Μάντσεστερ Σίτι με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα ημιτελικά του Λιγκ Καπ Αγγλίας το Γενάρη του 2010, όπου τέθηκαν αντιμέτωποι από τους προπονητικούς πάγκους Φέργκιουσον και Χιούζ, ο Σκωτσέζος τεχνικός των «κόκκινων διαβόλων» είχε πει για τον Ουαλό ομόλογό του: «Δεν μπορείς να ξέρεις τι φιλοδοξίες έχουν οι ποδοσφαιριστές. Αυτή τη στιγμή ο Γκιγκς, ο Σκόουλς και ο Γκάρι Νέβιλ παίρνουν το δίπλωμα προπονητή. Αυτό είναι υπέροχο και τους ενθαρρύνω να το κάνουν αν θέλουν να παραμείνουν στο παιχνίδι. Είναι δύσκολο όμως να προβλέψεις αν θα γίνει κάποιος παίκτης. Για παράδειγμα κανείς εδώ δεν πίστευε ότι ο Χιούζ θα γινόταν προπονητής, ούτε σε ένα εκατομμύριο χρόνια, και όλοι θεωρούσαμε ότι ο Μπράιν Ρόμπσον θα γινόταν ο καλύτερος τεχνικός».
Στιβ Μπρους (1987-1996)
Ο Στιβ Μπρους δεν αγωνίστηκε μόνο με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ υπό τις οδηγίες του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, αλλά φόρεσε και το περιβραχιόνιο του αρχηγού των «κόκκινων διαβόλων».
Από το 1987 όταν τον πήρε ο Σκωτσέζος τεχνικός από τη Νόριτς ο Μπρους αγωνίστηκε σε πάνω από 400 αναμετρήσεις του αγγλικού συλλόγου σε όλες τις διοργανώσεις και σήκωσε στα χέρια του τρία πρωταθλήματα, ισάριθμα Κύπελλα, ένα Λιγκ Καπ, τρία Κομιούνιτι Σιλντ, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων κι ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ. Η πορεία του στο σύλλογο ολοκληρώθηκε το 1996, ενώ εν συνεχεία αφού αγωνίστηκε και στη Μπέρμιγχαμ έκλεισε την ποδοσφαιρική του καριέρα στη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ το 1999. Στον έναν χρόνο που αγωνίστηκε με τις «λεπίδες» έκανε και τα πρώτα του βήματα στην προπονητική καθώς την περίοδο 1998-1999 είχε αναλάβει ρόλο παίκτη – προπονητή, ενώ στη συνέχεια κάθισε στους προπονητικούς πάγκους των Χάντερσφιλντ (1999-2000), Γουίγκαν (2001 και 2007-2009), Κρίσταλ Πάλας (2001), Μπέρμιγχαμ (2001-2007), Σάντερλαντ (2009-2011), Χαλ (2012-2016) και Άστον Βίλα (2016-2018).
Στην τελευταία απολύθηκε τον περασμένο Οκτώβρη λόγω των αρνητικών αποτελεσμάτων της ομάδας του Μπέρμιγχαμ. Στα σημαντικότερα επιτεύγματά του ως προπονητής ήταν το γεγονός ότι οδήγησε τόσο την Μπέρμιγχαμ το 2002 όσο και την Χαλ το 2016 στην άνοδο στα μεγάλα «σαλόνια» της Πρέμιερ Λιγκ μέσω των πλέι-οφ της Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ με τις «τίγρεις» της Χαλ έφτασε και ως τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας την περίοδο 2013-2014, όπου η ομάδα του γνώρισε την ήττα από την Άρσεναλ στο Γουέμπλεϊ με 3-2 στην παράταση έπειτα από το ισόπαλο 2-2 της κανονικής διάρκειας.
Μπράιν Ρόμπσον (1981-1994)
Η μεταγραφή του Μπράιν Ρόμπσον από τη Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον τον Οκτώβρη του 1981 ύψους 1,5 εκατομμυρίων λιρών αποτέλεσε ρεκόρ για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και δύο μέρες αργότερα έβαλε την υπογραφή του σε συμβόλαιο συνεργασίας με το σύλλογο στον αγωνιστικό χώρο του «Ολντ Τράφορντ».
Το 1986 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον και ως το 1994 που παρέμεινε στην ομάδα, έγινε ο μακροβιότερος αρχηγός στην ιστορία του συλλόγου, πέτυχε 99 γκολ και μέτρησε 461 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις και κατέκτησε δύο πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα, δύο Κομιούνιτι Σιλντ και φυσικά το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1991. Μάλιστα, Με την εισαγωγή των σταθερών αριθμών για όλη την περίοδο, από αυτήν του 1993/94 στην Πρέμιερ Λιγκ, στον Ρόμπσον δόθηκε η φανέλα με το νούμερο «12», ενώ η εμφάνιση με το νούμερο «7» που φορούσε σχεδόν σε όλη του την καριέρα πήγε στον Ερίκ Καντονά.
Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε το 1994 στη Μίντλεσμπρο και έκανε ονειρεμένο ξεκίνημα στο σύλλογο, αφού στην πρώτη του χρονιά κατέκτησε τον τίτλο στην τότε 1η κατηγορία της Αγγλίας (σ. σημερινή Τσάμπιονσιπ) και οδήγησε την ομάδα στα «σαλόνια» της Πρέμιερ Λιγκ. Μάλιστα, είχε βοηθό τον Βιβ Άντερσον, ο οποίος στο παρελθόν είχε αγωνιστεί και αυτός στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Την περίοδο 1996/97 οδήγησε την «Μπόρο» στους τελικούς Κυπέλλου και Λιγκ Καπ και έχασε και τους δύο, αφού ηττήθηκε με 1-0 σε επαναληπτικό από την Λέστερ στο Λιγκ Καπ και 2-0 στο τελικό του Κυπέλλου από την Τσέλσι, ενώ υποβιβάστηκε από την Πρέμιερ Λιγκ. Τελικά, το 2001 αποχώρησε από τη Μίντλεσμπρο και στη συνέχεια ακολούθησαν οι πορείες του σε Μπράντφορντ (2003-2004), Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον (2004-2006), Σέφιλντ Γιουνάιτεντ (2007-2008) και την εθνική ομάδα της Ταϊλάνδης. Από τον Ιούλιο του 2011 είναι Παγκόσμιος Πρεσβευτής της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Οι υπόλοιποι παίκτες του «Φέργκι» και οι ομάδες που ήταν προπονητές
Φρανκ Στάπλετον (1981-1987): Μπράντφορντ (1991-1994), Νιού Ίνγκλαντ
Ρεβολούσιον (1996), Ιορδανία (2014-2015, βοηθός).
Κλέιτον Μπλάκμορ (1982-1994): Μπανγκόρ Σίτι (2006), Πόρθμαντογκ (2007).
Κρις Τέρνερ (1985-1988): Λέιτον Όριεντ (1994-1995), Χάρτπουλ (1999-2002 και 2008-2010), Σέφιλντ Γουένσντεϊ (2002-2004), Στόκπορτ (2004-2005).
Πίτερ Ντάβενπορτ (1986-1988): Μάκλσφιλντ (2000), Μπανγκόρ Σίτι (2001-2005),
Κόλγουιν Μπέι (2006-2007), Σάουθπορτ (2007-2008).
Βιβ Άντερσον (1987-1991): Μπάρνσλεϊ (1993-1994)
Μαρκ Ρόμπινς (1988-1992): Ρόδεραμ (2007-2009), Μπάρνσλεϊ (2009-2011), Κόβεντρι (20123-2013), Χάντερσφιλντ (2013-2014), Σκάνθορπ (2014-2016), Κόβεντρι (2017-…).
Μάικ Φίλαν (1989-1994): Νόριτς (1995-1996, βοηθός), Μπλάκπουλ (1996-1994, βοηθός), Στόκπορτ (1997-1999, βοηθός), Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ρεζέρβες (1991-2001 και 2002), Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (2001-2013 βοηθός και 2018-…), Νόριτς (2015), Χαλ (2016-2017). Νιλ Γουέμπ (1989-1992): Γουέιμουθ (1997), Ρέντινγκ (2001).
Πολ Ινς (1989-1995): Μάκλσφιλντ (2006-2007), Μίλτον Κέινς Ντονς (2007-2008 και 2009-2010), Μπλάκμπερν (2008), Νοτς Κάουντι (2010-2011), Μπλάκπουλ (2013-2014).
Ντάρεν Φέργκιουσον (1990-1994): Πιτέρμπορο (2007-2009 και 2011-2015), Πρέστον (2010), Ντονκάστερ (2015-2018).
Ράιαν Γκιγκς (1990-2014): Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (2014), Εθνική ομάδα Ουαλίας (2018-…).
Αντρέι Καντσέλσκις (1991-1995): Νόστα Νοβοτρόιτσκ (2007-2009), Τορπέδο (2010), Ούφα (2011-2012), Γιούρμαλα (2014), Σολιάρις Μόσχας (2016), Νάβμπαχορ Ναμαγκαν (2018-…).
Πολ Πάρκερ (1991-1996): Τσέλμσφορντ (2001-2003), Γουέλινγκ Γιουνάιτεντ (2003-2005), Φόλκενστοουν Ινβίκτα (2005-2006, βοηθός).
Σάιμον Ντέιβις (1992-1997): Τσέστερ (2007-2008), Μάντσεστερ Σίτι ρεζέρβες (2013-…).
Πατ ΜακΓκίμπον (1992-1997): Λούργκαν Σέλτικ (2006-2009), Μόναγκαν Γιουνάιτεντ (2009-2011, βοηθός), Νιούρι Σίτι (2011-2012), Πόρτνταουν (2016).
Γκάρι Νέβιλ (1992-2011): Αγγλία (2012-2016, βοηθός), Βαλένθια (2015-2016).
Κρις Κάσπερ (1993-1998): Τιμ Μπαθ (2002-2003), Μπέρι (2005-2008).
Ρόι Κιν (1993-2005): Σάντερλαντ (2006-2008), Ίπσουιτς (2009-2011), ΕΙΡΕ (2013-2018 βοηθός), Άστον Βίλα (2014 βοηθός).
Πολ Σκόουλς (1993-2011 και 2012-2013): Σάλφορντ (2015).
Μάικλ Άπλετον (1994-1997): Γουέστ Μπρόμιτς Άλμπιον (2011), Πόρτσμουθ (2011-2012), Μπλάκπουλ (2012-2013), Μπλάκμπερν (2013), Όξφορντ (2014-2017), Λέστερ (2017).
Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ (1996-2007): Μόλντε (2011-2014), Κάρντιφ (2014), Μόλντε (2015-…), Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (2018-…).
Τέντι Σέριγχαμ (1997-2001): Στίβενέιτζ (2015-2016), ΑΤΚ (2017-2018).
Χένινγκ Μπεργκ (1997-2000): Λιν (2005-2008), Λίλεστρομ (2008-2011), Μπλάκμπερν (2012), Λέγκια Βαρσοβίας (2014-2015), Βιντεότον (2016-2017), Στάμπαεκ (2018-…).
Γιάπ Σταμ (1998-2001): Τσβόλε (2009 και 2011-2013 βοηθός), Άγιαξ (2013-2014 βοηθός), Ρέντινγκ (2016-2018).
Ντέιβιντ Χίλι (1999-2001): Λίνφιλντ (2015-…).
Γκάμπριελ Χάιντσε (2004-2007): Γοδόι Κρουζ (2015), Αρχεντίνος Τζούνιορς (2016-2017), Βελέζ Σάρσφιλντ (2017-…)
Μάικλ Κάρικ (2006-2018): Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (2018 βοηθός).
Χάνρικ Λάρσον (2007): Λαντσκρόνα (2010-2012), Χόγκαμποργκ (2013 βοηθός),
Φάλκενμπεργκ (2014), Χέλσινμποργκ (2015-2016), Άνγκελχολμ (2018-…