Σοϊλέδης: «Με τα πρώτα λεφτά από τον Ολυμπιακό, πήγα τα αδέρφια μου σε κέντρα αποτοξίνωσης»

Την άσχημη πλευρά της ζωής που βίωσε, εξιστόρισε ο πρώην ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, της ΑΕΚ, της Στεάουα και άλλων ομάδων, Άρης Σοϊλέδης, στο ριάλιτι του ΣΚΑΪ, Survivor. Ο θάνατος ενός εκ των αδερφών του και του πατέρα του, σε διάστημα 6 μηνών, ήταν δύο στιγμές που τον «γονάτισαν»... 

Σοϊλέδης: «Με τα πρώτα λεφτά από τον Ολυμπιακό, πήγα τα αδέρφια μου σε κέντρα αποτοξίνωσης»

"Γεννήθηκα στην Αθήνα αλλά μεγάλωσα στην Θήβα από μία πολύ φτωχή οικογένεια με πέντε αδέρφια, ήμασταν πέντε αγόρια. Ο μπαμπάς συνεχώς δούλευε και η μητέρα μου ήταν αναγκαστικά σπίτι γιατί έπρεπε να πλύνει έξι άνδρες μαζί με τον μπαμπά, να καθαρίσει το σπίτι, να μαγειρέψει. Οπότε όλα αυτά τα χρόνια περάσαμε πάρα πολύ δύσκολα.

Στον αθλητισμό μπήκα διότι ο μπαμπάς μου ήταν ποδοσφαιριστής, έπαιζε τερματοφύλακας, έχει παίξει μέχρι και Β' Εθνική και μετά έγινε προπονητής σε μία τοπική ομάδα. Τα αδέρφια μου ήταν όλοι παίκτες σε αυτή την ομάδα και εγώ ενά μικρό παιδάκι, να κυνηγάει τις μπάλες στην προπόνηση και να χαίρεται όποτε ακουμπάει μπάλα. Ήταν η χαρά μου από όταν περπάτησα, μεγάλωσα με τη μπάλα στα πόδια.

Γενικά τα παιδικά μου χρόνια ήταν πάρα πολύ δύσκολα οικονομικά γιατί η οικογένειά μας, όταν έχεις πέντε παιδιά, δεν μπορείς να προσφέρεις πολλά πράγματα και δούλευε μόνο ο μπαμπάς. Θυμάμαι πολλές φορές στενοχωριόμουν στις προπονήσεις, στο παιδικό της Θήβας που ήμουν τότε, αναγκαζόμουν να παίζω με ποδοσφαιρικά παπούτσια από σούπερ μάρκετ που μου έπαιρναν οι γονείς μου γιατί δεν είχαν να μου αγοράσουν μάρκες ακριβές και όλοι μου οι συμπαίκτες μου είχαν αυτές τις μάρκες".

"Έλεγα "πότε θα έχω και εγώ ένα καλό παπούτσι που το φοράει και ο Ρονάλντο και ο καθένας"; Μέσω της μεικτής Βοιωτίας που είχα επιλεγεί τότε, κατέληξα στην εθνική ομάδα Παίδων μέσα από οκτώ προεπιλογές των 100 παιδιών.

Κατέληξα στην εθνική ομάδα Παίδων και ήμουν στους βασικούς έντεκα που είχαμε πάει για ένα τουρνουά στην Τουρκία και σε αυτό το τουρνουά που ήμουν τότε 16 χρόνων με είδε ο Ολυμπιακός, ήρθε ένας άνθρωπος από τον Ολυμπιακό Θήβα για να μιλήσουμε για να μεταφερθώ εκεί. Αμέσως τρελάθηκα, ήταν η ομάδα που υποστήριζα κιόλας και βρέθηκα να κάνω προπονήσεις με ανθρώπους που τους είχα αφίσες στο δωμάτιό μου.

Και ήταν όλο αυτό ήταν σαν μία τρέλα, ένα όνειρο που δεν το πίστευα ότι το ζω, δηλαδή βρέθηκα συμπαίκτης με τον Τζόρτζεβιτς. Πρώτο μου μέλημα ήταν να βοηθώ πάντα την οικογένειά μου, η οποία περνούσε πάρα πολύ δύσκολα, όχι μόνο οικονομικά.

Τα δύο μου αδέρφια από τα πέντε που ήμασταν, είχαν μπλέξει με τα ναρκωτικά. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου περνούσαν ένα μαρτύριο όλα αυτά τα χρόνια και δεν ήξερα πραγματικά τι να κάνω για να τους βοηθήσω και αν μπορούσα να κάνω κάτι.

Έτσι, με τα πρώτα λεφτά που πήρα από το συμβόλαιο που είχα κάνει στον Ολυμπιακό τότε, μικρό συμβόλαιο επειδή ήμουν πολύ μικρός ηλικιακά, ήθελα να βοηθήσω την οικογένειά μου και να βάλω τα δύο μου αδέρφια σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης το οποίο θα τους άλλαζε ουσιαστικά το αίμα στο κορμί τους για να μπορέσουν να μην έχουν αυτούς τους πόνους τους σωματικούς και να βγουν από αυτόν τον κόσμο των ναρκωτικών ο οποίος είναι καταστροφή.

Όσες οικογένειες το ζούνε, το ξέρουνε, πόσο δύσκολο είναι επειδή περισσότερο πονούν αυτοί που είναι γύρω από αυτά τα παιδιά και όχι αυτά τα παιδιά. Αυτά τα λεφτά πήγαν στράφι διότι τα αδέρφια μου όταν βγήκαν από το πρόγραμμα ξαναξεκίνησαν τα ίδια, και ο πατέρας μου με τον πατέρα μου τσακώνονταν επειδή ο μπαμπάς μου δεν τους ήθελε πλέον στο σπίτι.

Είχαν κάνει πολλά άσχημα πράγματα για την οικογένειά μας και εγώ να ζω ένα μαρτύριο όντας παίκτης του Ολυμπιακού να ξέρω τι περνάει η μητέρα μου και ο πατέρας μου πίσω".

"Προχωρώντας τα χρόνια, έφυγα από τον Ολυμπιακό και έφαγα το πρώτο χαστούκι. Από τον Ολυμπιακό βρέθηκα στην Δόξα Δράμας, βέβαια μία πολύ ιστορική και μεγάλη ομάδα και έπρεπε ξανά να ξεκινήσω από το μηδέν, να παλέψω στην Β' Εθνική, να προχωρήσω, να βρω τα βήματά μου.

Μεταφέρθηκα στην Νίκη Βόλου, εκεί θεωρώ ότι έκανα την καλύτερή μου χρονιά ποδοσφαιρικά και έτσι μεταφέρθηκα στην ΑΕΚ. Πήρα μεταγραφή στην ΑΕΚ στην οποία είμαι πολύ υπερήφανος που έχω αγωνιστεί σε αυτή την τόσο μεγάλη ομάδα.

Δέθηκα με αυτή την ομάδα πάρα πολύ, για μένα δεν υπήρχε ζήτημα το ότι ότι ήμουν Ολυμπιακός και έπαιζα στην ΑΕΚ. Είμαι επαγγελματίας και αγάπησα πάρα πολύ αυτή την ομάδα.

Δέθηκα, βέβαια ήμουν άτυχος στις πρώτες προπονήσεις, στην προετοιμασία, έπαθα έναν τραυματισμό που με κράτησε εκτός έξι μήνες και έτσι αναγκάστηκα να μπω στο δεύτερο εξάμηνο, έδειξα ποιος είμαι, πήγα πάρα πολύ καλά, ανεβάσαμε την ομάδα στην Α' Εθνική και με την πρώτη χρονιά στην Α' Εθνική κατακτήσαμε και το Κύπελλο με την ΑΕΚ αυτή τη χρονιά".

"Εντέλει φεύγω, καταλήγω στην Ρουμανία και όταν πήρα μεταγραφή από την πρώτη ομάδα της Ρουμανίας που ήμουν στη μεγάλη ομάδα της Ρουμανίας, στην Στεάουα, την ημέρα που ουσιαστικά κλειδώνω τη μεταγραφή τηλεφωνικά, φτάνω κάτω από το σπίτι και με παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε ότι πέθανε ο αδερφός μου ο ένας.

Εκεί έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Λέω "πώς θα το ξεπεράσω;". Η μητέρα μου ράκος, δεν μπορώ πραγματικά να περιγράψω τις στιγμές που έζησα. Ευτυχώς που είχα δίπλα μου αυτή την γυναίκα που έχω τώρα και με βοήθησε πάρα πολύ σε όλο αυτό να το ξεπεράσω. Προσπάθησα μέσα από τους αγώνες μου και τις προπονήσεις μου να μην επηρεάζομαι από όλη αυτή την ιστορία.

Ήλπιζα πως και ο άλλος μου ο αδερφός μέσα από αυτό το θάνατο θα ξυπνήσει λίγο και θα ξεφύγει από όλα αυτά. Έκανε και αυτός αρκετές προσπάθειες. Όταν μεταφέρθηκα στην Στεάουα, στο πρώτο μου γκολ, το ίδιο βράδυ γυρίζοντας στο ξενοδοχείο της ομάδας με παίρνει η Μαρία τηλέφωνο και μου λέει ότι πέθανε ο μπαμπάς σου. Είχε κάνει ένα χειρουργείο πριν από τέσσερα χρόνια, είχε έναν καλοήθη όγκο στον εγκέφαλο. Οικονομικά ήμουν ο μόνος που μπορούσε να στηρίξει τις εγχειρήσεις. Θυμάμαι ότι δεν μπορούσα να κλαίω μπροστά τους και να δείχνω ότι εγώ που είμαι το στήριγμά τους οικονομικά όλα αυτά τα χρόνια, κλαίω.

Θυμάμαι ότι όταν μεταφέρθηκε στο σπίτι ο μπαμπάς μετά από το χειρουργείο που έκανε, με πήρε αγκαλιά και μου λέει "σε ευχαριστώ για όσα κάνεις για μένα" και του είπα "όλα αυτά τα χρόνια εσύ μας ζεις, εσύ με έχεις φτάσει εκεί που έχω φτάσει και δεν υπάρχει λόγος να μου λες ευχαριστώ". Μπήκα στο αμάξι μου και έκλαιγα με λυγμούς για μία ώρα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω και δεν ήθελα να κλαίω μπροστά τους.

Πεθαίνει ο μπαμπάς μου και εκεί σκέφτηκα να τα παρατήσω όλα, να πάω να είμαι στήριγμα στη μαμά, γιατί με το θάνατο του μπαμπά μου και του αδερφού μέσα σε έξι μήνες, η μαμά μου ήταν χαμένη όπως όλη η οικογένειά μου. Έφυγα και πήγα στην κηδεία του πατέρα μου και ήταν το χειρότερο πράγμα που έχω ζήσει, εύχομαι κανείς να μην το ζήσει τόσο έντονα όπως εγώ. Έτσι, συνέχισα την πορεία μου στην Στεάουα, έπαιξα δύο χρόνια πολύ καλά παρόλο τις δυσκολίες και μετά μεταφέρθηκα στην Ελλάδα ψάχνοντας και μία ομάδα για να είμαι κοντά στους δικούς μου.

Δεν βρήκα κάτι οικονομικά για να με καλύπτει, γιατί όλα αυτά τα χρόνια τα χρήματα που έβγαζα βοηθούσα πάρα πολύ την οικογένειά μου, ο αδερφός μου είχε την γυναίκα του με καρκίνο και βοηθούσα όσο μπορώ, ο άλλος μου ο αδερφός είχε πέντε παιδιά, όλη την οικογένειά μου προσπαθούσα να βοηθήσω και πάντα έπρεπε να είμαι αυτός που θα είναι ο δυνατός".