Διαβάζεις λογοτεχνία; H καλύτερη στιγμή, ο καλύτερος τρόπος!

H λογοτεχνία έχει ευεργετικές επιδράσεις που δεν φανταζόμαστε καν!

Διαβάζεις λογοτεχνία; H καλύτερη στιγμή, ο καλύτερος τρόπος!

Όσοι αναζητούν σήμερα την χρυσή αναγνωστική ηλικία, καλό θα είναι να θυμούνται τη ρήση του Μπαλζάκ: «Την πραγματική μόρφωση την αποκτά κανείς μετά τα είκοσι πέντε του χρόνια, διαβάζοντας πράγματα που ο ίδιος επιλέγει». Η πρεμούρα να δημιουργήσουμε πρώιμους αναγνώστες της μεγάλης λογοτεχνίας δεν δείχνει να έχει εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων όπως και η εκμάθηση μιας γλώσσας δεν εξαρτάται μόνο από την ευρωστία του νου στην παιδική και εφηβική ηλικία αλλά και από την ωριμότητα της ενήλικης ζωής. Ειδικά για τη λογοτεχνική ανάγνωση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι δεν πρόκειται για μια διαπλαστική δραστηριότητα παρόμοια με αυτή που αναγνωρίζουμε στην εγκύκλια παιδεία. Η λογοτεχνία δεν είναι επιστήμη και με αυτή την έννοια δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δημιουργήσουμε ένα γνωστικό υπόβαθρο ούτε να κατανοήσουμε ένα κείμενο με όρους επιστημονικής ακρίβειας.

Πέφτω συχνά πάνω σε κουίζ που σκαρφίζονται οι λογοτεχνικά αδαείς προκειμένου να εντυπωσιάσουν με τις αμφιλεγόμενες γνώσεις τους. Ποιος έχει γράψει το τάδε μυθιστόρημα; Πού εκτυλίσσεται η ιστορία ενός διάσημου βιβλίου; Ποιος ήταν ο πατέρας του πρωταγωνιστή; Τι συγγενική σχέση έχουν δύο συγκεκριμένα πρόσωπα σ’ ένα βιβλίο…

Αν η λογοτεχνία ήταν απλά ένα συναξάρι αδιάφορων γνώσεων, δεν θα είχαμε καμία ανάγκη να διαβάζουμε στην εποχή μας. Όμως η λογοτεχνία έχει ευεργετικές επιδράσεις που συχνά δεν φανταζόμαστε καν.

Διαβάζουμε λογοτεχνία για να οξύνουμε την παρατηρητικότητά μας στα απλά, καθημερινά πράγματα που συνθέτουν τον μεγάλο κόσμο της πραγματικότητας.

Διαβάζουμε λογοτεχνία για να προάγουμε την αισθητική μας, στοιχείο αναπόσπαστο της ανθρώπινης ευφυΐας. Κι αυτή η αισθητική περιλαμβάνει τις σχέσεις μας τόσο με τα πράγματα όσο και με τα πρόσωπα.

Διαβάζουμε λογοτεχνία για να αναπτύξουμε τη συνδυαστική ευφυΐα, αποκτώντας το πλεονέκτημα της συγκριτικής σκέψης. Μαθαίνουμε κοινώς ότι τα βιβλία δεν είναι αυτόνομες νησίδες γνώσης αλλά συγκοινωνούντα δοχεία στο όνομα μιας παράδοσης που συνεχίζεται μες στους αιώνες.

Διαβάζουμε, τέλος, λογοτεχνία, για να ενισχύσουμε μέσα μας το ευλογημένο αίσθημα αμφιβολίας για το ποιοι πραγματικά είμαστε, τι θέλουμε και ποιος είναι ο κόσμος που μας περιβάλλει.

Αν όλα τα προαναφερθέντα ισχύουν τότε κάθε αναγνωστική ηλικία έχει την δική της σημασία. Ως παιδιά και έφηβοι αποκτούμε τις πρώτες μας λογοτεχνικές εμπειρίες τις οποίες καλούμαστε ύστερα να εμπλουτίσουμε και να αναδιαμορφώσουμε στον ενήλικη ζωή μας. Δεν γινόμαστε μια κι έξω αναγνώστες αλλά εξελισσόμαστε στο πέρασμα του χρόνου. Συνεπώς η λογοτεχνία δεν έχει ηλικία αλλά και κάθε ηλικία προσφέρει στον άνθρωπο διαφορετικά αναγνωστικά οφέλη.