Είναι αλήθεια ότι τα βιβλία διαδίδονται από στόμα σε στόμα;
Τελικά έτσι διαδίδεται ένα καλό βιβλίο ή η καλή φήμη του;

Η εκδοτική παραγωγή γιγαντώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και το βιβλίο έγινε μια παγκόσμια βιομηχανία από την οποία κερδίζουν κυρίως οι εκδότες αλλά και ορισμένοι συγγραφείς. Ο λογοτεχνικός πληθωρισμός της εποχής μας ωστόσο, εισήγαγε καινά δαιμόνια στο αναγνωστικό τοπίο, δημιούργησε ένα οιονεί αναγνωστικό κοινό για το οποίο στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε αρκετά πράγματα, αφού είναι πια διαπιστωμένο πως οι περισσότεροι βαπτίζονται κατά δήλωση εμβριθείς αναγνώστες. Εκδότες και συγγραφείς στην αγωνία τους οι μεν να πλουτίσουν οι δε να δοξαστούν φαντάζονται ένα διαρκώς διευρυνόμενο κοινό που ανταποκρίνεται στους ευσεβείς πόθους τους.
Οι εκδότες βέβαια, ως βιβλιέμποροι, είναι πιο ρεαλιστές, έχοντας μπροστά τους το αναμφισβήτητο δείγμα των αριθμών. Οι συγγραφείς από την άλλη παλινωδούν ανάμεσα στην ιδέα που διαμορφώνουν οι ίδιοι για λογαριασμό τους και στο δικαίωμα να διεκδικούν τα πάντα ακόμα και ό,τι δεν τους ανήκει. Ανάμεσά τους κινείται το όραμα της προβολής το οποίο καλύπτουν μικρά και μεγάλα μέσα ενημέρωσης με δημοσιογράφους πρόθυμους να χτίσουν μύθους ακόμα και πάνω σε αδύναμα έργα. Έτσι δικαιώνεται και ο Αλμπέρ Καμύ που από τη μακρινή δεκαετία του ’50 υποστήριζε πως μπορεί κανείς να φτιάξει όνομα στη λογοτεχνία χωρίς απαραίτητα να δημιουργήσει πολλά και σπουδαία βιβλία. Αρκεί να δημοσιεύσει ένα και μόνο βιβλίο και να αρχίσουν να γράφουν για αυτόν οι απογευματινές εφημερίδες. Είναι αλήθεια ότι σήμερα δεν διαβάζονται τόσο τα βιβλία όσο αυτά που γράφουν οι δημοσιογράφοι για αυτά: μια μικρή περίληψη, ένα θαυμαστικό σχόλιο, μια καλογραμμένη βιβλιοπαρουσίαση που δίνει μια ιδέα για αυτό το οποίο θα φιλοξενήσει κανείς στη βιβλιοθήκη του χωρίς να χρειαστεί να το διαβάσει. Το εκδοτικό μάρκετινγκ συνδράμει με πυκνές παρουσιάσεις βιβλίων, με φεστιβάλ και πανηγύρια και μια ατμόσφαιρα αισιοδοξίας για την παρουσία της λογοτεχνίας σε αυτόν τον κόσμο.
Ολυμπιακός: Ο Σιπιόνι δεν έρχεται για να κάνει τα «ρεπό»
Τίποτε όμως δεν φαίνεται να συμβάλλει περισσότερο στην εκτόξευση των πωλήσεων από το «από στόμα σε στόμα». Αυτό το αφήγημα που ο εκδότης το έχει πάντα πρόχειρο για να καλμάρει την αγωνία κάθε φιλόδοξου συγγραφέα: «Μην ανησυχείς, το βιβλίο σου θα πάει από στόμα σε στόμα». Η ουσία αυτής της δήλωσης βρίσκεται στη βαθιά πεποίθηση ότι πάντα υπάρχουν οι καλοί αναγνώστες, βιβλιοπώλες, δημοσιογράφοι, ή φίλοι της λογοτεχνίας που θα διαβάσουν το καλό βιβλίο και θα το διαδώσουν. Όλα καλά μέχρις εδώ. Επειδή όμως ζούμε στην εποχή του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπου όλα διαβάζονται διαγώνια και είσαι ό,τι δηλώσεις, υπάρχει βάσιμη υποψία πως αυτό που διαδίδεται από στόμα σε στόμα δεν είναι το ίδιο το έργο αλλά η φήμη του οικοδομημένη συχνά πάνω σε ένα τυχαίο σχόλιο ενός ή περισσοτέρων που στην καλύτερη περίπτωση έχουν φυλλομετρήσει απλά το κείμενο. Αν ισχύει κάτι τέτοιο θα πρέπει να ξαναδούμε αυτή την συνθήκη που δημιουργεί δια μαγείας τα νέα μπεστ σέλερ της εποχής μας.