O Τζέιμς Τζόυς και το γλωσσικό ζήτημα

Τα «καινά δαιμόνια» που εισήγαγε ο Τζόυς με τον «Οδυσσέα» του παραμένουν... καινά.

O Τζέιμς Τζόυς και το γλωσσικό ζήτημα

'Εχουν περάσει 101 χρόνια από την πρώτη έκδοση του Τζοϋσικού «Οδυσσέα», του μυθιστορήματος που, κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του Χάρι Λέβιν «έμελλε να βάλει τέρμα σε όλα τα μυθιστορήματα».

Έκτοτε βλέπουμε να παρελαύνουν λογοτεχνικές πρωτοπορίες κάθε λογής, ωστόσο κανείς και τίποτε δεν έχει καταφέρει να θαμπώσει τον μύθο του εκκεντρικού Ιρλανδού. Ο Τζέημς Τζόυς αφήνοντας γρήγορα πίσω του την εμπειρία της ρεαλιστικής γραφής με τους «Δουβλινέζους» και στήνοντας με το «Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία μια γέφυρα, για να περάσει απέναντι, οδήγησε το μυθιστόρημα και την ίδια τη λογοτεχνία σε μέρη που δεν είχε ποτέ πριν από αυτόν προσεγγίσει.

Η ιδέα του «Οδυσσέα» επρόκειτο να ενταχθεί στη μυθολογία της συντομίας και να γίνει ένα ακόμα διήγημα για το δεύτερο τόμο των «Δουβλινέζων» αλλά αυτή η προοπτική εγκαταλείφθηκε αφ' ης στιγμής ο συγγραφέας είχε πλέον αντιληφθεί την αποστολή του.

Είναι κοινό μυστικό ότι στον «Οδυσσέα» ο Τζόυς προσπάθησε να περικλείσει από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα του τον ανθρώπινο πολιτισμό, κάτι ανέφικτο φυσικά, ευσεβή πόθο όμως κάθε σοβαρού μυθιστοριογράφου από την εποχή του Μπαλζάκ και μετά.

Κι αν ακόμα δεν κατάφερε το ανθρωπίνως αδύνατο, αποκατέστησε τη σημασία της γλώσσας δίνοντάς την τον ρόλο που θα έπρεπε να έχει ύστερα από αιώνες αφηγήσεων. Στον «Οδυσσέα» δεν είναι πια ο ταπεινός κομιστής μηνυμάτων, γίνεται η ίδια το μήνυμα, ο πρωταγωνιστής. Λέξεις παρακατιανές αλλά και δημιουργήματα ασυναρτησίας, λέξεις κενές νοημάτων, συχνά χωρίς καμία δόση ευφωνίας, φράσεις που δεν αντέχουν σε γραμματικό ή συντακτικό έλεγχο, κείμενα που περιγράφουν με στόμφο ντροπιαστικές ή αηδιαστικές καθημερινές συνήθειες, ένας μεγαλειώδης αχταρμάς φωνητικών συμβόλων δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα λόγου.

Αν υπάρχει ένας σύγχρονος Οδυσσέας στο βιβλίο του Τζόυς δεν είναι ο άχρωμος και αδιάφορος Πόλντυ αλλά η ίδια η γλώσσα που διατρέχει και συνθέτει τη Δουβλινέζικη καθημερινότητα μιας κατά τα άλλα ασήμαντης μέρας στο Δουβλίνο των αρχών του εικοστού αιώνα. Για αυτό το επίτευγμα και μόνο ο Τζόυς δικαιούται την αίγλη του μεγαλύτερου συγγραφέα στον αιώνα των θαυμάτων.