O Ángel de la Calle παρουσιάζει τα «Χρώματα πολέμου»

Αυτό το γκράφικ νόβελ αποτελεί ένα έργο αναγνώρισης, ίσως και αγάπης, σε μία γενιά καλλιτεχνών, προηγούμενη από τη δική μου, που αποφάσισε πως η Τέχνη δεν θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή και ότι θα ήταν ο ένοπλος αγώνας αυτός που θα την άλλαζε.

O Ángel de la Calle παρουσιάζει τα «Χρώματα πολέμου»


Είναι η ιστορία, οι ιστορίες δηλαδή, των απελευθερωτικών πολέμων της Αποικίας της Λατινικής Αμερικής.

Είναι οι δεύτεροι πόλεμοι, που γίνονται αυτή τη φορά όχι ενάντια στο ισπανικό στέμμα αλλά ενάντια στον μεγάλο εχθρό από τον Βορρά, τις Ηνωμένες Πολιτείες.Και είναι επίσης ένας συλλογισμός γύρω από τα βασανιστήρια και τα στρατόπεδα θανάτου των δικτατοριών των χωρών του νοτίου μισού της Λατινικής Αμερικής κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.

Είναι η ζωή των εξόριστων και συγκεκριμένα τεσσάρων καλλιτεχνών οι οποίοι αφού πρώτα πήραν τα όπλα, στη συνέχεια οδηγήθηκαν στα παράνομα κέντρα φυλάκισης. Κατάφεραν, ωστόσο, να επιβιώσουν από τα βασανιστήρια και κατέληξαν εξόριστοι στο Παρίσι, που όμως δεν είχε πλέον τη ζωντάνια της δεκαετίας του 1950, είχε πάψει να είναι μια πόλη-γιορτή.

Τρεις νοτιοαμερικάνοι, ένας Ουρουγουανός tupamaro ένας Αργεντίνος montonero και μια Χιλιανή mirista σμίγουν για μερικούς μήνες στην πρωτεύουσα της Γαλλίας για να δημιουργήσουν αυτοπροσωπογραφίες, να τις αναπαράγουν και να τις κρεμούν στους τοίχους κάποιων συνοικιών του Παρισιού. Στο μεταξύ, ένας ζωγράφος που έχει επιζήσει από τη σφαγή στην Πόλη του Μεξικού ζωγραφίζει τον ομορφότερο πίνακα του κόσμου ενώ βρίσκεται κρυμμένος σε ένα στούντιο στην Πόλη του φωτός.

Και ύστερα τίποτα. Εξαφανίζονται από το πρόσωπο της γης. Πλέον κανείς δεν μαθαίνει κάτι γι’ αυτούς.

Ένας Ισπανός ο οποίος φέρει το όνομα του συγγραφέα αυτού του γκράφικ νόβελ φθάνει στο Παρίσι για να γράψει μία βιογραφία της Αμερικανίδας ηθοποιού Τζιν Σίμπεργκ (1938-1979), της αδιαμφισβήτης μούσας της Nouvelle Vague, που είχε βρεθεί νεκρή στο αυτοκίνητό της, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Και όλο αυτό περιστοιχίζεται από την ιστορία της Σύγχρονης Τέχνης. Τις αρετές της και τα ελαττώματά της. Και η ποίηση να διαχέεται παντού. Και δύο μυθιστορήματα που κατέχουν σημαντική θέση σε αυτό το μικρό σύμπαν των εκπατρισμένων στην Πόλη του Φωτός. Το Κουτσό του Χούλιο Κορτάσαρ, που θεωρείται το καλύτερο μυθιστόρημα του 20ού αιώνα στα ισπανικά, ένα βιβλίο-έμβλημα για τη Μάργκα, την καλλιτέχνιδα από τη Χιλή που προσπαθεί να μην ξεχάσει τον τρόμο, γιατί δεν θέλει να περάσουν τα χρόνια και να ξεχαστεί ο βρώμικος πόλεμος.Και Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο του Αμερικανού συγγραφέα Philip Κ. Dick, ίσως το πιο επιδραστικό μυθιστόρημα της δεκαετίας του 1970 στη Μητρόπολη της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας.

Το πρώτο από τα βιβλία αυτά, το Κουτσό, αναφέρεται στην κουλτούρα της εξορίας και των πρωταγωνιστών της, δηλαδή τους εξόριστους που, όπως ο Οδυσσέας, πλέουν γεμάτοι φόβο και δίχως πυξίδα σε αχαρτογράφητα νερά. Το δεύτερο, Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο, είναι ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που περιγράφει έναν κόσμο στον οποίο, οι Σύμμαχοι έχασαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και νίκησε ο Άξονας.

Σε έναν κόσμο δίχως κέντρο, χωρίς βεβαιότητες, η τύχη είναι ο Θεός. Όμως τα βιβλία μπορούν να είναι, σε αλλόκοτα χρόνια, οι οδηγοί που καθορίζουν την πραγματικότητα, εκεί όπου το αληθινό δεν φτάνει.

Γι’ αυτό μιλάει αυτό το γκράφικ νόβελ. Με πολύ αίνιγμα και ευκολία στην ανάγνωση.

Εάν το πιο βαθύ είναι το δέρμα, αυτό το κόμικ έχει ένα δέρμα πολύ βαθύ.

Ελπίζω να σας αρέσει.

Ángel de la Calle