Το εθνικό μουσείο του Όσλο, το μεγαλύτερο σκανδιναβικό μουσείο

Το εθνικό μουσείο του Όσλο  ανοίγει τις πόρτες του ως το μεγαλύτερο μουσείο στις σκανδιναβικές χώρες

Το εθνικό μουσείο του Όσλο, το μεγαλύτερο σκανδιναβικό μουσείο

Το Εθνικό Μουσείο του Όσλο συγχωνεύει τέσσερα από τα σημαντικότερα ιδρύματα τέχνης και σχεδιασμού της Νορβηγίας κάτω από μια γιγάντια στέγη

Το Εθνικό Μουσείο του Όσλο συγχωνεύει τέσσερα από τα σημαντικότερα ιδρύματα τέχνης και σχεδιασμού της Νορβηγίας κάτω από μια γιγάντια στέγη, δημιουργώντας το μεγαλύτερο μουσείο στις σκανδιναβικές χώρες.

Πρωταγωνίστρια, η παλιά Εθνική Πινακοθήκη — ιδρύθηκε το 1842 και στεγαζόταν στο τελευταίο κτίριό της από το 1882. Η Πινακοθήκη στέγαζε μια απαράμιλλη συλλογή Νορβηγικής ζωγραφικής, με το πιο διάσημο το έργο «Η Κραυγή» του Έντβαρτ Μουνκ.

Τα υπόλοιπα τρία μουσεία ήταν αφιερωμένα στη σύγχρονη τέχνη, την αρχιτεκτονική, και τη χειροτεχνία.


The National Museum. Photo: Iwan baan

«Οι Νορβηγοί πολιτικοί αποφάσισαν να φέρουν αυτές τις τέσσερις συλλογές σε μία για να δημιουργήσουν ένα ίδρυμα που θα μπορούσε να αφηγηθεί όλη την ιστορία από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα για τις εικαστικές τέχνες και τον πολιτισμό», θα αναφέρει σε συνέντευξη Τύπου η διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου, Karin Hindsbo.

Η συγχώνευση των συλλογών και η εκ νέου παρουσίασή της με σωστή επιμέλεια, ανέδειξε πολλά κενά αλλά και κάποιες ατέλειες στη συλλογή. Βασικός τους στόχος και το σημείο που έστρεψαν όλη την προσοχή και φροντίδα τους ήταν η ισορροπία και η ισότητα ανάμεσα στη σύγχρονη τέχνη, και την τέχνη περασμένων αιώνων.

Οι επιμελητές επένδυσαν πολύ χρόνο στην έρευνα και τον εντοπισμό των έργων, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην τέχνη των Σαμί, που δυστυχώς μέχρι πρόσφατα «δεν υπήρχε χώρος για αυτήν στο Εθνικό Μουσείο», όπως θα αναφέρει χαρακτηριστικά η Karin Hindsbo,

The National Museum. Photo: Iwan baan

Εδώ να αναφέρουμε πως πρόκειται για αυτόχθονες πληθυσμούς, που κατοικούν στη βόρεια Ευρώπη-σε τμήματα της Σουηδίας, στη Νορβηγία, στη Φινλανδία και στη χερσόνησο Kola της Ρωσίας. Είναι οι μοναδικοί αυτόχθονες πληθυσμοί της βόρειας Ευρώπης και των Σκανδιναβικών περιοχών.

Αυτή η προσοχή στην τέχνη των Σάμι – των ιθαγενών του μακρινού βορρά της Σκανδιναβίας – είναι εμφανής από την είσοδο κιόλας του Μουσείου. Το πρώτο έργο τέχνης που αντικρίζει ο επισκέπτης είναι το Pile O ‘Sápmi Supreme, έργο του 2017 της Máret Ánne Sara, μιας καλλιτέχνιδας που εκθέτει επίσης αυτή τη στιγμή στο Nordic Pavilion της Μπιενάλε της Βενετίας, ένα έργο που διαμαρτύρεται για τη σφαγή ταράνδων που επιβλήθηκε από τη νορβηγική κυβέρνηση.

The National Museum. Photo: Iwan baan

Ένας τρόπος με τον οποίο το μουσείο επεκτείνει τα έργα που μπορεί να παρουσιάσει είναι μια συνεργασία με την Οικογενειακή Συλλογή Fredriksen. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύγχρονη συλλογή του μουσείου είναι κυρίως Νορβηγών καλλιτεχνών, θα μπορούν να τη συμπληρώσουν με έργα από ένα θησαυροφυλάκιο διεθνούς τέχνης των τελευταίων 90 ετών, που έχουν συλλεχθεί από τις δισεκατομμυριούχους αδελφές Kathrine και Cecilie Fredriksen στη μνήμη της μητέρας τους, Inger Astrup Fredriksen.

Τα έργα θα παρουσιαστούν σε έναν ειδικό χώρο δίπλα στις τακτικές σύγχρονες εκθέσεις — η εναρκτήρια έκθεση περιλαμβάνει εξέχουσες γυναίκες καλλιτέχνιδες όπως η Simone Leigh και η Sheila Hicks.

Το αποτέλεσμα είναι ένας θεσμός ασυνήθιστα ευρείας εμβέλειας. Στα σχεδόν 100 δωμάτιά του, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει περισσότερα από 400.000 έργα, από μεσαιωνικές ταπισερί έως σύγχρονα έργα της εποχής μας.

Ειδική αίθουσα φυσικά αφιερωμένη στον Έντβαρντ Μουνκ και 18 επιλεγμένα έργα του, ανάμεσά τους τα, The Girls on the Bridge (1901), την Αυτοπροσωπογραφία του με ένα τσιγάρο (1895), καθώς και πιθανώς τον δεύτερο πιο διάσημο πίνακα στον κόσμο, την Κραυγή (1893).


The National Museum. Photo: Iwan baan

Η έκθεση προβάλλει τοπιογραφίες του 19ου αιώνα μέχρι φορέματα της βασιλικής οικογένειας και αρχιτεκτονικές δημιουργίες του Sverre Fehn, από γλυπτά αντίκες και βάζα Μινγκ μέχρι έργα σύγχρονης τέχνης.

Η ποιότητα κατασκευής του Μουσείου είναι προφανής, τόσο από τον σχεδιασμό τον ίδιο όσο και από τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, δάπεδα δρύινα, μπρούτζινα διακοσμητικά, μάρμαρο και εξωτερική επένδυση από νορβηγικό σχιστόλιθο. Υλικά διόλου τυχαία διαλεγμένα καθώς η κατασκευαστική φιλοσοφία στρέφεται προς τη μεγάλη διάρκεια ζωής του Μουσείου και αυτά, είναι υλικά που «γερνούν» όμορφα, με σθένος και αξιοπρέπεια.

Το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα έχει μειωθεί στο ελάχιστο δυνατό. Έχει σχεδιαστεί ώστε να έχει το μισό αποτύπωμα άνθρακα παρόμοιων κτιρίων, ενώ χρησιμοποιεί νερό από το φιόρδ για θέρμανση και ψύξη.

Το κόστος του Εθνικού Μουσείου ήταν αμφιλεγόμενο – εικάζεται ότι έφτασε περίπου τα 500 εκατομμύρια λίρες, ίσως και να τα ξεπέρασε.

Με τα εγκαίνια του Εθνικού Μουσείου μπαίνει ένα τέλος στη μακρά και επίπονη πορεία κατασκευής τους, η οποία και λόγω του Covid-19 καθυστέρησε. Τα μουσεία συγχωνεύτηκαν διοικητικά το 2003-05. Το 2008 επιλέχθηκε ο χώρος του νέου μουσείου. Το 2009 πραγματοποιήθηκε ένας αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, τον οποίο κέρδισε ο Γερμανο-ιταλός αρχιτέκτονας Klaus Schuwerk, και η κατασκευή ξεκίνησε το 2014 με στόχο να ανοίξει τις πόρτες του το 2020, αλλά οι καθυστερήσεις το ώθησαν τελικά στις 11 Ιουνίου του τρέχοντος έτους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλοί από τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της Νορβηγίας να περιοδεύουν σε ολόκληρη τη χώρα μη έχοντας ένα σταθερό «σπίτι».

Πηγή eculture



Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ. 232110