Γιου Νέσμπο: «Οι εφιάλτες μου, η Τότεναμ και η Κάλυμνος…»

Ο πιο ευπώλητος συγγραφέας, Γιου Νέσμπο, μιλάει για το ματς Μόλντε-Ολυμπιακός, το ποδόσφαιρο, τις πηγές έμπνευσής του, τη Νορβηγία και την αναρρίχηση στο ελληνικό νησί.

Γιου Νέσμπο: «Οι εφιάλτες μου, η Τότεναμ και η Κάλυμνος…»

Συνέντευξη στον ΣΤΕΦΑΝΟ ΛΕΜΟΝΙΔΗ

Ο Γιου Νέσμπο ασυνήθιστος μεν σε ρόλο ανακρινόμενου, αφού ο ήρωας του, Χάρι Χόλε κάθεται στην απέναντι καρέκλα, δεν είχε πρόβλημα όμως ήταν χειμαρρώδης και απάντησε με χιούμορ επί παντός επιστητού. Για την αγάπη του για το ποδόσφαιρο, την Τότεναμ, τον Ολυμπιακό, τη ροκ μουσική, τους αγαπημένους του συγγραφείς, σκηνοθέτες, τη μεταφορά του «Χιονάνθρωπου» στη μεγάλη οθόνη και ό,τι άλλο θα θέλατε να τον ρωτήσετε.

Για τους μη μυημένους να κάνουμε έναν πρόλογο και να αναφέρουμε ότι ο Γιου (Τζο) Νέσμπο στα 17 του χρόνια, έπαιζε στην πρώτη κατηγορία του νορβηγικού πρωταθλήματος με τη Μόλντε και ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιρικό αστέρι της Τότεναμ. Έγραφε τραγούδια και ήταν μέλος σε νορβηγικό συγκρότημα με sold out συναυλίες ανά τη χώρα και δίσκους που γίνονταν ανάρπαστοι, ενώ παράλληλα συνεργαζόταν με τη μεγαλύτερη χρηματιστηριακή εταιρεία της Νορβηγίας. Η συγγραφή όμως τον έκανε διάσημο σε όλο τον κόσμο και καθιέρωσε τον ντετέκτιβ Χάρι Χόλε. Καλτ, αυτοκαταστροφικός, αθεράπευτα ερωτευμένος με την ίδια γυναίκα, τη Ρακέλ, αντιδραστικός σε οποιαδήποτε μορφή εξουσίας, αλκοολικός επιθεωρητής της νορβηγικής αστυνομίας που ακούει Sex Pistols και Neil Young και έχει για καλύτερο φίλο το Jim Beam. Τον ενσάρκωσε πρόσφατα για πρώτη φορά στον κινηματογράφο ο Michael Fassbender, με παραγωγό τον Martin Scorcese.

Ο 57χρονος Νορβηγός συγγραφέας ήταν συνεπής στις στυλιστικές επιλογές του, με τζιν μπουφάν και ένα απλό φανελάκι, ήρθε από την Κάλυμνο όπου κάνει εδώ και πολλά χρόνια αναρρίχηση. Όπως είπε μάλιστα: «Κάθε καλοκαίρι πηγαίνω στο όμορφο νησί και μάλιστα σε μια ιστορία μου, ένας από τους ήρωες μεγάλωσε στην Τέλενδο, το νησάκι απέναντι από την Κάλυμνο. Έχω γράψει και μια ιστορία για έναν οδηγό αναρρίχησης που εξέδωσε ένας, Έλληνας φίλος, ο Άρης και υπάρχουν σε αυτόν και Έλληνες θεοί της μυθολογίας.

Δεν είμαι ταλέντο στην αναρρίχηση, με όσους ξεκίνησα το σπορ με ξεπέρασαν, ακόμη και κορίτσια αλλά διαθέτω θέληση. Να επισημάνω ότι είναι το σπορ στο οποίο είναι ίσοι άνδρες και γυναίκες, με τις τελευταίες να έχουν καλύτερη ισορροπία. Χάρη σε αυτό ξεπέρασα την υψοφοβία μου».

Περιδιαβαίνοντας τις τελευταίες ημέρες την Αθήνα και την Αττική τού ήρθε η ιδέα «να κάνουμε αναρρίχηση στον Παρθενώνα, είναι τέλειο μέρος, όπως και πολλά γύρω από την Αθήνα».

Μαραντόνα και Πελέ

Ξεκίνησε µε πάθος το ποδόσφαιρο, αλλά ένας σοβαρός τραυματισμός σε ηλικία 19 χρονών, τον ανάγκασε να σταματήσει. «Στην αρχή νόμιζα ότι ήρθε το τέλος του κόσμου, ήμουν όμως νέος και γρήγορα αναθεώρησα. Βέβαια μετά από δυο χρόνια όταν είδα ότι οι συμπαίκτες µου στη Μόλντε έπαιξαν στον τελικό του Κυπέλλου, ράγισε η καρδιά µου. Το ποδόσφαιρο βέβαια ανήκει σε όλους και σε αυτούς που το παίζουν και σε αυτούς που το παρακολουθούν. Το γκολ του Μαραντόνα µε την Αγγλία ανήκει σε όλους, όπως και η απόκρουση του Μπανκς. Στον κόσμο ανήκει και ένα φτωχό αγόρι που το έλεγαν Πελέ».

Ρωτήθηκε αν θα διάλεγε το ποδόσφαιρο από τη συγγραφή και απάντησε: «Στατιστικά θα αποτύγχανα οικτρά. Υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές για τους οποίους λέμε "θυμάσαι τον τάδε που ήταν ταλέντο". Ε, ένας από αυτούς θα ήμουν κι εγώ. Είμαι λοιπόν τυχερός που τραυματίστηκα και δεν απογοήτευσα. Και ο Ροντ Στιούαρτ έπαιξε ποδόσφαιρο, και όταν τον ρώτησαν αν θα προτιμούσε την καριέρα του ή έναν τελικό στο Γουέμπλεϊ απάντησε "μας είναι πολύ εύκολο να παίξει κάποιος στο Γουέμπλεϊ"».

Ολυμπιακός για ένα ημίχρονο

Οπαδός της ομάδας της γενέτειράς του, της Μόλντε, η οποία πριν από 20 χρόνια, κέρδισε στην έδρα της τον Ολυμπιακό για το Τσάμπιονς Λιγκ αν και έχανε 0-2 στο ημίχρονο. Ο Νέσμπο θυμήθηκε: «Από εκείνο το ματς είχα δει μόνο το πρώτο ημίχρονο».

Φαν και της Τότεναμ την επέλεξε για τον απλό λόγο. «Όταν ήμουν οκτώ χρονών, έβλεπα σε ένα ποδοσφαιρικό περιοδικό τις ωραίες φανέλες της Άρσεναλ και ο μεγάλος μου αδελφός είπε: "Όχι, όχι Άρσεναλ, Τότεναμ θα γίνεις" και έγινα. Πριν από λίγο καιρό έβλεπα τον γιο του αδελφού μου να θαυμάζει τις φανέλες της Γιουνάιτεντ και του είπα: "Όχι, όχι Γιουνάιτεντ, θα γίνεις Τότεναμ" και έγινε».

Τα βιβλία του ξεπερνούν τα 36.000.000 αντίτυπα παγκοσμίως σε πωλήσεις, εκδίδονται σε περισσότερες από 40 χώρες και στην Αγγλία πουλάει ένα βιβλίο κάθε 27 δευτερόλεπτα.

Για το βιβλίο «Μάκβεθ» τόνισε: «Γιορτάσθηκαν τα 400 χρόνια από τη γέννηση του Σαίξπηρ και µου είπαν να γράψω κάτι σχετικό. Ο Μάκβεθ ήταν το αγαπημένο βιβλίο µου. Θέλησα όμως να μεταφέρω τον ήρωα στο τώρα και στη δεκαετία του '70. Δεν μάχεται για τον θρόνο της Σκωτίας, αλλά για την αρχηγία της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, µαζί µε τον Μακντάφ. Και όλοι μαζί ανακατεύονται σε µια σούπα µε αμφεταμίνες, αφού εκείνη την εποχή η Νέα Υόρκη ήταν επικίνδυνη και συνάμα ενδιαφέρουσα πόλη, µε υψηλή εγκληματικότητα, ναρκωτικά, μόλυνση, αλλά και χίπις, Γούνστοκ, μουσική».

Για την κινηματογραφική μεταφορά του «Χιονάνθρωπου»: «Είχαν γυριστεί οι "Κυνηγοί κεφαλών" και είχα αποφασίσει, ότι δεν θα ξαναδώσω βιβλίο μου για τον κινηματογράφο, εκτός αν μου το ζητήσει ο Μάρτιν Σκορτσέζε. Και το ζήτησε ο ατζέντης του από τον ατζέντη μου, ως παραγωγός όμως. Μίλησα με τον σκηνοθέτη Τόμας Άλφρεντσον και μου είπε ότι θέλει να φτιάξει μια δική του ιστορία. Ξέρετε, ξεπέρασα τις φοβίες μου όταν μου διηγήθηκαν τι απάντησε ο συγγραφέας του "Άγγλου ασθενή", Μάικλ Οντάατζε όταν του είπε ένας φίλος "είδες τι έκαναν στο βιβλίο σου;" για την κινηματογραφική μεταφορά και αυτός υποστήριξε: "Μα δεν έκαναν τίποτα στο βιβλίο μου". Γι' αυτό είπα και εγώ στον Άλφρεντσον "κάνε ό,τι νομίζεις" και έκανε τη δική του ιστορία».

Χάρι Χόλε, Φασμπέντερ και Νόλτε

Για την ταύτιση του Χάρι Χόλε με τον Μίκαελ Φασμπέντερ: «Όλοι έχετε μια δική σας εικόνα για τον ήρωά μου. Πρόσφατα μια πανύψηλη κοπέλα, που πρέπει να έπαιζε μπάσκετ, μου είπε: "Ξέρεις έκανα χθες σεξ με έναν άνδρα και φαντασιώθηκα ότι ήταν ο Χάρι Χόλε". Ο καθένας σκέφτεται όπως θέλει. Εγώ παράδειγμα μπορεί να έδινα τον ρόλο στον Νίκ Νόλτε που είναι κτηνώδης και ακραίος».

Για την τρομοκρατία: «Πριν από τριάντα χρόνια σκοτωνόταν περισσότερος κόσμος από τρομοκρατικές ενέργειες και κανένας δεν το λέει, δεν το θυμάται. Απλά τώρα υπάρχουν τα media που μεγεθύνουν τα γεγονότα και τα κάνουν γνωστά σε όλη την υφήλιο. Αν το δούμε ψύχραιμα, βρισκόμαστε σε πιο θετικό δρόμο».

Για την εγκληματικότητα στη Σκανδιναβία: «Στην περιοχή µας όλα είναι βαρετά και δεν έχουµε αποκλεισμούς. Υπάρχει συναίνεση και συμφωνία. Δεν έχουν μεγάλη απόσταση η αριστερά µε τη δεξιά, με τους σοσιαλδημοκράτες να βρίσκονται στη μέση. Δεν χρειάζονται οι ληστές τραπεζών, γιατί η πρόνοια πληρώνει και αυτούς που δεν δουλεύουν. Στα μάτια µας λοιπόν οι εγκληματίες είναι οι τελευταίοι επαναστάτες της κοινωνίας. Το έγκλημα στη Σκανδιναβία είναι κάτι εξωτικό. Και για να το κάνεις χρειάζεσαι κίνητρο, που είναι βέβαια τα χρήματα, αλλά και η ένταση και το σασπένς. Δεν γνωρίζω γιατί ανθούν νεοναζιστές στην κοινωνία µας. Δεν μπορώ να κάνω πολιτική ανάλυση. Πριν από είκοσι χρόνια, απλά σόκαραν µε τις ιδέες τους. Σήμερα έχουν και πρόγραμμα, λόγω του προσφυγικού ζητήματος».

Ναζί και αντίσταση

Προέρχεται από διπολική οικογένεια. «O πατέρας µου πολεμούσε µε τους ναζί κόντρα στον Στάλιν και η μητέρα µου προέρχεται από οικογένεια αντιστασιακών κατά τη διάρκεια της κατοχής. Βοηθούσε και αυτή, αν και μικρή, να μεταφέρονται μηνύματα. Ο πατέρας µου εκ των υστέρων πήγε στη φυλακή και όπως µου είπε του άξιζε η τιμωρία. Τότε δεν είχε καλή πληροφόρηση και νόμιζε ότι έπραττε το σωστό, προστάτευε την πατρίδα του από τους Σοβιετικούς, ήταν σύμμαχος µε όποιον πολεμούσε τον Στάλιν. Την ηθική όμως την καταγράφουν οι νικητές, δεν είναι θεόσταλτη. Εγώ απλά ως παιδί άκουγα και τους δύο. Και ο ρόλος του συγγραφέα είναι να κατανοεί τους ναζί, τους εγκληματίες, τους παιδόφιλους».

Για τις ιστορίες εκτός Νορβηγίας: «Επισκέφτηκα όλες τις πόλεις στις οποίες αναφέρομαι στα βιβλία μου, πλην της Πράγας. Μετά γύρισα στην πατρίδα µου και γράφω γι' αυτήν. Είναι νέα χώρα, γεννήθηκε μόλις το 1905 και ο περισσότερος κόσμος τη γνωρίζει από τους πετρελαιάδες της, τον Άµδουσεν που ανακάλυψε την Ανταρκτική και την αντίσταση στη κατοχή. Έτσι νομίζαμε βέβαια, γιατί μετά το τέλος του πολέμου, αρκετοί Γερμανοί γύρισαν στη Νορβηγία και κοιτούσαν απορημένοι όταν τους λέγαμε ότι κάναμε αντίσταση απέναντί τους. Έτσι νομίζαμε, αλλά αυτοί µας έλεγαν ότι δεν κατάλαβαν κάτι τέτοιο και ντραπήκαμε».

Έμπνευση σε καφετέρια

Για τον τρόπο που γράφει: «Απέκτησα ένα τέλειο σπίτι, µε σοφίτα, ιδανικό για συγγραφέα. Ξυπνάω το πρωί, πάω στη σοφίτα με το λάπτοπ και την καφετιέρα μου, αλλά δεν μπορώ να γράψω λέξη. Μετακομίζω λοιπόν στην τοπική καφετέρια, όπου έχω το δικό µου τραπέζι, βάζω ακουστικά, ακούω μουσική για απομόνωση και γράφω. Στην αρχή έγραφα 2000 λέξεις κάθε ημέρα, επί ένα δωδεκάωρο. Τώρα κουράζομαι, φτάνω τις 1500 λέξεις και σταματώ στο πεντάωρο για διάλειμμα. Παλιά έγραφα το βράδυ. Στην καφετέρια μερικές φορές βγάζω το ένα ακουστικό και χαμηλώνω τη μουσική για να ακούσω τι λένε οι διπλανοί µου που οι περισσότεροι κάνουν ραντεβού στα τυφλά. Από εκεί εμπνεύστηκα και το Tinder (εφαρμογή γνωριμιών) στη "Δίψα". Οι Νορβηγοί, εξάλλου, είναι ευγενείς και δεν σε ενοχλούν οπουδήποτε. Δεν ενοχλούν ούτε τη βασιλική οικογένεια όταν τη συναντούν σε κοινόχρηστους χώρους. Έτσι και εγώ όταν πήγα να αγοράσω έναν πίνακα, η πωλήτρια ζήτησε το όνομά µου για να στείλει το δέμα, παρ' ότι διαπίστωσα ότι το είχε ήδη γραμμένο στο σημειωτάριό της και κοκκίνισε όταν το κατάλαβα. Δεν ενοχλούν».

Για τις πηγές του: «Παίρνω πληροφορίες από το ίντερνετ, αλλά έχω και τις δικές μου πηγές και ψάχνω τις λεπτομέρειες. Στον "Κοκκινολαίμη", για παράδειγμα, μου έμεινε ότι οι Γερμανοί στη μάχη του Λένινγκραντ υπέφεραν από τον εκνευριστικό θόρυβο που έκανε o αέρας, εξαιτίας της μορφής του κράνους τους, με αποτέλεσμα να το βγάζουν όταν σηκωνόταν. Παίρνω συνεντεύξεις από εγκληματίες, από αστυνομικούς».

Για τον φόβο: «Όλοι οι συγγραφείς έχουν εσωτερικούς φόβους, αλλά δεν γράφουν για θεραπευτικούς λόγους. Μικρός έβλεπα θρίλερ, έκλεινα τα µάτια σε σκηνές τρόμου, αλλά αυτά που έβλεπα εκείνη την ώρα με την φαντασία μου ήταν πιο τρομακτικά. Έχουμε τους εφιάλτες μας που είναι καύσιμο για τη συγγραφή».

Εμπνέεται: «Όχι μόνο από συγγραφείς όπως ο Τσάντλερ, ο Χάµετ, ο Βαλέ, ο Μπεκ, αλλά και από τον Τοµ Γουέιτς, τον Μπρους Σπρίνγκστιν, τον Μποµπ Ντίλαν, τους Μπιτλς. Αγαπημένες µου ταινίες, ο "Νονός" και η "Συνομιλία" του Κόπολα. Βιβλία "O δολοφόνος μέσα μου" του Τζιµ Τόµπσον, "Αμερικάνικη ψύχωση" του Μπρετ Έλις».

Αν ήθελε για φίλο τον Χάρι Χόλε: «Σίγουρα θα έχετε φίλους που περνάτε υπέροχα μαζί τους το Σαββατοκύριακο, αλλά δεν θέλετε να τους τηλεφωνήσετε τη Δευτέρα, θέλετε να τους ξεφορτωθείτε. Αυτός είναι ο Χάρι, που σημειωτέον αν ήταν να διαλέξει την οικογένεια ή τη δουλειά, θα διάλεγε το δεύτερο. Προτιμά µια αποστολή αυτοκτονίας, όπως και οι αστροναύτες απάντησαν όλοι "ναι" όταν τους είπαν να πάνε στο φεγγάρι, γιατί τους άρεσε η ένταση και ήθελαν να ξεφύγουν από το κοπάδι. Ζητούσαν την ευκαιρία να ξεπεράσουν τον εαυτό τους, να υπηρετήσουν την ανθρωπότητα, την πατρίδα τους για το κοινό καλό»

Γιατί γράφει και αν το βιβλίο έχει μέλλον: «Για να βγαίνω selfies µε άγνωστους και να είμαι αναγνωρίσιμος (γελάει). Και πριν από είκοσι χρόνια έλεγαν ότι πέθανε το βιβλίο. Εγώ εξάλλου δεν γράφω βιβλία, αλλά ιστορίες».