Ποιος σκότωσε τον πατέρα του Μανώλη Χιώτη; (vid)
Ιστορίες από την ζωή του Μανώλη Χιώτη και της οικογένειάς του. Ο φόνος του πατέρα του και η αντίδραση του χαρισματικού μουσικού όταν αντίκρισε τον άνθρωπο που στέρησε τη ζωή από τον πατέρα του.
Ο Μανώλης Χιώτης ζει τα παιδικά του χρόνια στους κόλπους μιας σχετικά εύπορης αλλά ιδιαίτερης οικογένειας: Η μητέρα του, Μαρία, διευθύνει ένα από τα πιο αριστοκρατικά καφέ σαντάν της εποχής με γυναίκες και μουσική, ενώ ο πατέρας του, Διαμαντής Χιώτης, είναι ένας μάγκας από τον Πειραιά, εκτελεί περιστασιακά χρέη μπράβου και διατηρεί καφενείο στο Πολύγωνο του Ναυπλίου. Το ζευγάρι βρίσκεται σε διαρκή προστριβή κι όταν ο Διαμαντής εμφανίζεται στο μαγαζί της γυναίκας του, έρχεται συνήθως στα χέρια με τους πελάτες.
Ο Μανώλης γεννιέται στο Ναύπλιο το 1920, ή κατ’ άλλους στη Θεσσαλονίκη το 1921, και στην αρχή ακολουθεί τους δικούς του στη διαδρομή Ναύπλιο – Θεσσαλονίκη - Ναύπλιο. Όταν επιστρέφει στην πρωτεύουσα της Αργολίδας, έχει πάρει ήδη μαθήματα μουσικής από τον σπουδαίο μουσικοδιδάσκαλο Γεώργιο Λώλο. Το 1934 ο πατέρας του, ευρισκόμενος εν αμύνη, πυροβολεί και σκοτώνει πελάτη του στο καφενείο. Την επομένη η «Ναυπλιακή Ηχώ» κυκλοφόρησε με πηχυαίο τίτλο «Φόνος εν Πολυγώνω». Άγνωστο αν και πόσο πήγε φυλακή ο Διαμαντής Χιώτης για αυτήν του την πράξη (πηγή πληροφοριών argolika.gr).
Το 1935 ο Μανώλης, αμούστακο παιδί στη γενέθλια πόλη του, ανεβαίνει στα πάλκα. Η πορεία μέχρι τα στούντιο της Κολούμπια περνά από το κέντρο «Παγώνια» στο κέντρο της Αθήνας, που είχε στο μεταξύ ανοίξει ο πατέρας του, και από το «Δάσος» στο πλάι του Στράτου Παγιουμτζή, ο οποίος τον βάζει στον παράδεισο της δισκογραφίας. Όταν φωνογραφεί με τον Στράτο «Το χρήμα δεν το λογαριάζω» το 1938, βάζει μπρος τον τροχό της επιτυχίας.
Το φονικό που τον άφησε ορφανό στα δεκαοχτώ του χρόνια ξεκίνησε από έναν τσαμπουκά στην πόρτα της οικογενειακής ταβέρνας όπου ο βαρύς κι ασήκωτος Διαμαντής χαστούκισε έναν Μανιάτη χασισέμπορο ονόματι Φώτη Μουρκάκο. Η προσβολή ξεπλύθηκε με αίμα. Λίγες μέρες μετά ο Μουρκάκος θα πάρει ικανοποίηση ξεκάνοντας με μπαμπεσιά τον πατέρα του Μανώλη.
Ο Μουρκάκος καταδικάστηκε, αλλά το 1942 μεσούσης της γερμανικής κατοχής αποφυλακίστηκε. Είχε όμως το θράσος να εμφανιστεί στο μαγαζί που έπαιζε ο Χιώτης δίπλα στον Μπαγιαντέρα. Μόλις ο χαρισματικός μουσικός αντιλήφθηκε τον φονιά, κατέβηκε από το πάλκο δηλώνοντας: «Δεν θα διασκεδάσω αυτόν που σκότωσε τον πατέρα μου». Τότε ο δολοφόνος τα μάζεψε κι έφυγε κακήν κακώς.