Βασίλης Κουτσονάνος: «Έχουμε ασυναγώνιστους Έλληνες αυτοσχεδιαστές μουσικούς»
Ο Κοζανίτης μουσικός Bασίλης Κουτσονάνος αναφέρεται στη μοναδικότητα της τζαζ μουσικής, στην ξεχωριστή επιρροή από Βαλκάνια, Μεσόγειο και Ανατολή αλλά και στις διαφορές της Αθήνας με το Γκρατς της Αυστρίας όπου και σπούδασε.
Περί τζαζ με τον Βασίλη Κουτσονάνο
Συνέντευξη στον Στέφανο Λεμονίδη
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Ο Βασίλης Κουτσονάνος είναι ένας μουσικός που ασχολείται με την τζαζ και την αυτοσχεδιαστική μουσική και με αφορμή την έναρξη της… τζαζ σεζόν στην Αθήνα μάς λύνει τις απορίες μας σχετικά με αυτό το τόσο γοητευτικό είδος. Ας ξεκινήσουμε με την αυτοπαρουσίαση του Μακεδόνα μουσικού: «Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κοζάνη, μια πόλη με πλούσια μουσική παράδοση και με πολλούς καλούς μουσικούς. Στα 16 μου αποφάσισα πως θέλω να γίνω μουσικός και μετά από παρότρυνση του τότε καθηγητή μου και καλού φίλου, Λάκη Τζίμκα, σπούδασα στην Ακαδημία Καλών και Παραστατικών Τεχνών του Γκρατς. Στην Αυστρία είχα την ευκαιρία να γνωρίσω και να παίξω με εξαιρετικούς μουσικούς και ανθρώπους που θαύμαζα, μεταξύ των οποίων οι Mike Abene, Dena DeRose, Ed Neumaster, Louis Bonilla κ.ά. Το 2018 επέστρεψα στην Ελλάδα με σκοπό να μείνω δύο χρόνια και να ξαναφύγω για να συνεχίσω τις σπουδές μου στη Νέα Υόρκη, όπου είχα περάσει σε τρία από τα καλύτερα σχολεία, στα Manhattan School of Music, New School και City College of New York. Στο μεταξύ, στην Αθήνα επανενώθηκα με παλιούς φίλους, έκανα καινούργιους και μαζί τους μοιράστηκα πολλές στιγμές σε διάφορες μουσικές σκηνές της πόλης. Η πανδημία, δυστυχώς, ανέβαλε τα σχέδιά μου για περαιτέρω σπουδές στην Αμερική».
Αφού μας συστηθήκατε εσείς, συστήστε μας το είδος που εκπροσωπείτε.
Η αυτοσχεδιαστική μουσική ή η τζαζ αν θέλετε είναι ένα πολύ εντυπωσιακό είδος. Σύνθετοι, ζωντανοί ρυθμοί, πλούσιες αρμονίες και με πολύ δυνατό το στοιχείο της μελωδίας. Μία μουσική που ενώνει την κουλτούρα τόσων ανθρώπων και τους δίνει την ελευθερία να εκφραστούν με βάση τις δικές τους ιστορίες. Δεν είναι τυχαίο ότι ξεκίνησε από την Αφρική, πήρε τη φόρμα της στη Νέα Ορλεάνη και από κει εξαπλώθηκε σε όλη την υφήλιο, ενώ έφτασε από τα κακόφημα μπαρ να παίζεται στα πιο περίοπτα Μέγαρα Μουσικής του κόσμου. Παραμένει, όμως, μια μουσική που βασίζεται στην ειλικρίνεια.
Πολλοί άνθρωποι έχουν μια απαρέσκεια για την τζαζ, τη φοβούνται και τη θεωρούν θορυβώδη, ενώ άλλοι εξαίρουν την ελευθερία της και την... ανεβαστική της διάθεση. Πού κρύβεται η αλήθεια σχετικά με την τζαζ;
Η (καλή) μουσική εμπεριέχει στον πυρήνα της όλα τα συναισθήματα σε όλες τις εκφάνσεις τους. Στη ζωή, όπως και στη μουσική, το μοναδικό θέμα για το οποίο μπορεί να μιλήσει κάποιος είναι οι δικές του αντιδράσεις και αισθήσεις. Έτσι, o καθένας -ανάλογα με τις «κεραίες» που διαθέτει- αντιλαμβάνεται και συνειδητοποιεί τη δική του αλήθεια σχετικά με την αυτοσχεδιαστική μουσική - προσπαθώ να αποφύγω τον όρο «τζαζ» εσκεμμένα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η μουσική είναι πολυπολιτισμική και πολυεπίπεδη.
Τι έχει να προσφέρει το ελληνικό μουσικό ιδίωμα στη διεθνή τζαζ σκηνή;
Οι Έλληνες μουσικοί που ασχολούνται με την αυτοσχεδιαστική μουσική είναι πολύ δυνατές και ξεχωριστές μονάδες. Κουβαλάνε μαζί τους ένα συνονθύλευμα επιρροών, το οποίο δημιουργεί μια ανεξάντλητη παλέτα με στοιχεία από τα Βαλκάνια, τη Μεσόγειο, την Ανατολή. Μία από τις βασικές αρχές αυτή της μουσικής όταν δημιουργήθηκε ήταν ότι ο καθένας έφερνε στο τραπέζι τα βιώματα και τις παραδόσεις του. Έχουμε πραγματικά απίστευτους αυτοσχεδιαστές, ασυναγώνιστους θα έλεγα, ποιον να πρωτοκατονομάσω χωρίς να αδικήσω τους άλλους; Από τον Πετρολούκα Χαλκιά μέχρι τον Σωκράτη Σινόπουλο, που έχει συμπράξει και με τον Τσαρλς Λόιντ ή τη Λορίνα Μακ Κένιτ, από τον λαουτίστα Βασίλη Κώστα, που έχει παίξει με τον Ντανίλο Πέρες και τους Global Messengers, μέχρι τους Έλληνες που ζουν ή δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό και εμφανίζονται πλάι στους καλύτερους τζάζμεν, όπως ο συντοπίτης μου Χρήστος Ραφαηλίδης, ο Πέτρος Κλαμπάνης, ο Παναγιώτης Ανδρέου, ο Δημήτρης Μαχλής και δεκάδες άλλοι που κάθε τόσο έχουμε την ευκαιρία να βλέπουμε στις σκηνές της Αθήνας.
Ο κοινωνικός φιλόσοφος Τέρι Ίγκλετον προτείνει τον σεβασμό μεταξύ των μουσικών μιας τζαζ μπάντας ως ένα κλειδί για τη συνεργασία των ατόμων εντός της κοινωνίας και ως ένα μυστικό για να βρούμε το νόημα της ζωής. Ποια είναι αυτή η περιβόητη συνεργασία μεταξύ σας όταν παίζετε;
Η αλήθεια είναι ότι η μουσική έχει τη δική της γλώσσα. Μια γλώσσα που μπορείς να «μιλήσεις» από όποια χώρα και αν κατάγεσαι. Συνεργασία μεταξύ των μουσικών σημαίνει ο ένας παίκτης να ακούει τον άλλον. Παραδείγματος χάρη, κάτι το οποίο γινόταν και γίνεται με τα μπλουζ: υπάρχει αυτό που αποκαλούμε ερωταπάντηση (call and response). Σε αυτές τις τεχνικές, που χρησιμοποιούνται ήδη από τις αρχές του είδους, βλέπουμε πόσο σέβονταν και άκουγαν ο ένας τον άλλον. Όταν ένας μουσικός παίζει σόλο, οι υπόλοιποι τον ακολουθούν. Έχουν υπομονή και εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον. Μια απόλυτα δημοκρατική διαδικασία δηλαδή. Σκεφτείτε το σαν μια αθλητική ομάδα που όλοι δουλεύουν για να πάρει το πρωτάθλημα!
Πείτε μας λίγα περισσότερα για αυτήν την παρομοίωση.
Ένας πολύ γνωστός μουσικός της τζαζ είχε περίπου πει: «Αν δεν μελετήσεις μία μέρα, γίνεται αντιληπτό σε σένα. Αν δεν μελετήσεις δύο μέρες, γίνεται αντιληπτό στο κοινό. Αν περάσουν τρεις μέρες, θα χάσεις της δουλειά σου». Όπως οι αθλητές πρέπει να προπονούνται καθημερινά για να κρατούν τους μυς τους σε εγρήγορση, έτσι και εμείς μελετάμε καθημερινά για να κρατάμε τους δικούς μας μυς σε εγρήγορση, έτσι ώστε όταν έρθει η ώρα της ζωντανής εμφάνισης να είμαστε σε φόρμα. Οι συναυλίες μας είναι ό,τι οι αγώνες για τους αθλητές.
Εκτός από τη δραστηριότητά σας ως performer, αφιερώνεστε και στη διδασκαλία του ηλεκτρικού μπάσου, του κοντραμπάσου και της μουσικής θεωρίας, αρμονίας κ.ά. Τι σας τραβάει σε αυτό;
Πάντα υπάρχει το ερώτημα ποιος θεωρείται επαγγελματίας μουσικός. Κάποιος που δεν έχει το θεωρητικό υπόβαθρο π.χ., αν μπορεί να είναι καλός μουσικός, και όλα αυτά. Η θεωρία απλά έδωσε ονόματα στους ήχους. Κάποιος που έχει αυτές τις γνώσεις σίγουρα μπορεί να συνεννοηθεί με πολύ μεγαλύτερη ευκολία με πολύ περισσότερους μουσικούς. Η διδασκαλία με συγκινεί και μου τραβούσε το ενδιαφέρον εδώ και πολλά χρόνια, με το που επέστρεψα στην Ελλάδα ήταν μία από τις προτεραιότητές μου να μοιραστώ όλα αυτά που έμαθα εντός του πανεπιστημίου και συνεχίζω να μαθαίνω στη σκηνή παίζοντας με πολύ καλύτερους μουσικούς από εμένα.
Η ζωή στην Αθήνα μπορεί να είναι πιο... ζωηρή από τη ζωή στην Αυστρία. Ονομάστε μας κάποιες συνθήκες που σας λείπουν από την Αυστρία και κάποια σημεία της ζωής στην Αθήνα που δεν θα ανταλλάσατε με τίποτα.
Η πολυπολιτισμικότητα της Αυστρίας μού λείπει. Εξάλλου, ως ξένος, ήμουν και εγώ μέρος της. Έπειτα, έχουν συγκεντρωθεί πάρα πολλοί καλοί μουσικοί σε μια σχετικά μικρή χώρα, όπως η Αυστρία. Εκεί, επίσης, έχεις τη δυνατότητα να παίξεις πολλά είδη μουσικής με ανθρώπους που ξέρουν τι κάνουν. Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα το οποίο τροφοδοτεί τις τέχνες και ένα μοντέλο κοινωνικής πρόνοιας το οποίο αποσκοπεί στην αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής συνεχώς. Από την άλλη, στην Ελλάδα είμαστε, πιστεύω, πιο ανθεκτικοί και καλύτεροι αυτοσχεδιαστές! Προπονούμαστε σε αυτό, το επιβάλλει η καθημερινότητά μας. Τέλος, τις περισσότερες φορές υπάρχει και αμεσότητα και ειλικρίνεια.