Γάλα αμυγδάλου ή γάλα αγελάδας;
Στη σημερινή εποχή, στα καταστήματα τροφίμων υπάρχουν περισσότερες επιλογές από ποτέ σε γάλα, από αγελαδινό μέχρι γάλα από ξηρούς καρπούς, ρύζι ή κάνναβη.
Το γάλα αγελάδας είναι πλούσια πηγή ασβεστίου, βιταμίνης D, καλίου και πρωτεϊνών. Στο εμπόριο κυκλοφορούν το αποβουτυρωμένο, το 1%, 2% και το πλήρες. Και οι 4 τύποι γάλακτος έχουν την ίδια ποσότητα πρωτεΐνης και ασβεστίου, ενώ διαφέρουν στην περιεκτικότητα τους σε κορεσμένα λιπαρά και λιποδιαλυτές βιταμίνες, όπως η βιταμίνη D. Τα λιπαρά του γάλακτος είναι κορεσμένα, ένα φλιτζάνι γάλα 1% περιέχει 1,5 γρ κορεσμένα λιπαρά, ενώ ένα φλιτζάνι 2% περιέχει 3,1 γρ κορεσμένων λιπαρών, και τα δυο έχουν την ίδια ποσότητα πρωτεΐνης και ασβεστίου.
Κάποιοι άνθρωποι έχουν δυσκολία στην πέψη της λακτόζης, το φυσικό γλυκαντικό του γάλακτος, η κατάσταση αυτή ονομάζεται δυσανεξία στη λακτόζη και αντιμετωπίζεται με την κατανάλωση γάλακτος χωρίς λακτόζη. Το ελεύθερο λακτόζης γάλα έχει την ίδια θρεπτική αξία με το πλήρες με ελαφρά πιο γλυκιά γεύση. Στα θετικά του η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη -9 γρ ανά φλιτζάνι- και ασβέστιο- 33% της ημερήσιας ανάγκης- απ’ αυτό που χρειάζεται την ημέρα. Στα αρνητικά η περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, στα περίπου 6,5 γρ ανά φλιτζάνι, πολύ περισσότερο από το πλήρες γάλα.
Το γάλα αμυγδάλου φτιάχνεται από τον καρπό του αμυγδάλου. Ένα φλιτζάνι γάλα έχει λιγότερο από 30 θερμίδες ενώ η περιεκτικότητα του σε ασβέστιο είναι 450mg, ποσότητα μεγαλύτερη από αυτήν του γάλακτος, του τυριού και του γιαουρτιού. Τα πλεονεκτήματα που έχει μια μερίδα ωμών αμυγδάλων είναι μακράν περισσότερα: περισσότερες φυτικές ίνες, πρωτεΐνες, καλά λιπαρά και χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Το γάλα αμυγδάλου αποτελεί ιδανική επιλογή για άτομα με αλλεργία στο γάλα και στη λακτόζη και για χορτοφαγική διατροφή.
Ασλανίδη Αναστασία
Κλινική Διατροφολόγος-Nutrition Coach