Τοξικός αέρας και κορονοϊός

Δύο αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την πρόσφατη πανδημία είναι ποιος είναι ο ελάχιστος αριθμός των ιών (ιικό φορτίο) που μπορεί, εισπνεόμενο, να προκαλέσει Covid-19 και εάν είναι δυνατόν να προκληθεί νόσος από την εισπνοή των αερογενώς μεταφερομένων ιών σε ανοιχτούς χώρους άθλησης.

Τοξικός αέρας και κορονοϊός

Ο κύριος τρόπος μετάδοσης είναι μέσω του εκνεφώματος αναπνευστικών σταγονιδίων που παράγονται κατά τον βήχα, το φτάρνισμα και την έντονη αναπνοή κατά την άσκηση. Τα σταγονίδια, ανάλογα με το μέγεθός τους και τη διάρκεια παραμονής στον αέρα, διακρίνονται χονδρικά σε δύο κατηγορίες: στις μεγάλες σταγόνες που κατά τον βήχα εκτινάσσονται και φτάνουν σε απόσταση έως και ενάμισι μέτρο και η διάρκεια παραμονής τους στον αέρα είναι ελάχιστη, από λίγα δευτερόλεπτα μέχρι ελάχιστα λεπτά, και στις μικρές ή αερογενώς μεταφερόμενα σταγονίδια που μπορεί να παραμείνουν περισσότερα λεπτά ή και ώρες και μπορούν να μεταφερθούν μακρύτερα μέσω των ρευμάτων του αέρα.

Σημειώνεται ότι το εκνέφωμα αμέσως μετά την παραγωγή του διαλύεται από τον αέρα, οπότε η συγκέντρωσή του μειώνεται δραματικά, ανάλογα με τη χωρητικότητα του περιβάλλοντος χώρου. Σε κλειστούς, μη αεριζόμενους χώρους, όπως τα γυμναστήρια, η πυκνότητά του διατηρείται για αρκετό χρόνο ενώ σε ανοιχτούς διαλύεται άμεσα.

Επίσης, σε ξηρό περιβάλλον οι σταγόνες αφυδατώνονται άμεσα και παραμένει το ιικό φορτίο. Συνεπώς, ο ανεπαρκής αερισμός, η ξηρασία και η ρύπανση του εσωτερικού χώρου συμβάλλουν σε παρατεταμένη έκθεση, καθώς τα αιωρούμενα σωματίδια περιέχουν στην επιφάνειά τους ιούς.

Έχει αποδειχθεί ότι ορισμένοι ιοί, όπως της ιλαράς ή της ανεμοβλογιάς, καθώς και το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης παραμένουν στον αέρα για ώρες και μπορούν να μεταφερθούν μετά την εξάτμιση των σταγονιδίων σε απόσταση περισσότερη από δύο μέτρα. Όμως, τα στοιχεία που διαθέτουμε μέχρι τώρα δείχνουν ότι ο Sars-Cov-2, όπως όλοι οι κορονοϊοί, δεν συμπεριφέρεται όπως οι ανωτέρω αλλά διασπείρεται μέσω των μεγάλων σταγονιδίων που φτάνουν σε απόσταση μέχρι ενάμισι μέτρο.

Βεβαίως, σε ειδικές καταστάσεις, όπως όταν υπάρχουν πάσχοντες από covid 19 που παραμένουν αρκετές ώρες σε κλειστό χώρο, όπως το γυμναστήριο που δεν αερίζεται επαρκώς, η συσσώρευση μεγάλου αριθμού ιών μπορεί να είναι επικίνδυνη γι’ αυτόν που θα εισέλθει στον χώρο. Το πρόβλημα περιπλέκεται και επεκτείνεται και σε εξωτερικούς χώρους όταν η ατμόσφαιρα είναι πλούσια σε ρύπους σε συνδυασμό με ορισμένες κλιματικές καταστάσεις (άπνοια, ξηρό κλίμα) και υψηλή δόμηση, λόγω παγίδευσης των ρύπων και παράτασης της παραμονής των ιογενών μορίων σκόνης.

Το ερώτημα είναι, αν οι δρομείς που εισπνέουν τεράστιες ποσότητες μολυσμένου αέρα τρέχοντας σε πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι ευάλωτοι στην covid-19. Είναι γνωστό ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση προκαλεί οξειδωτική βλάβη και φλεγμονή με συνέπεια χρόνια φλεγμονώδη κατάσταση των πνευμόνων γεγονός που κάνει τους δρομείς πιο ευαίσθητους στην επιθετικότητα του κορονοϊού. Για παράδειγμα, τα περιστατικά και η σοβαρότητα της ιογενούς πνευμονίας αυξάνονται σε περίοδο έξαρσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Σε μια μελέτη στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ διαπιστώθηκε ότι η αύξηση μόνο ενός μικρογραμμαρίου ανά κυβικό μέτρο αέρα στα μικροσωματίδια σχετίζεται με 8% αύξηση θανάτων από covid-19. Σε άλλη μελέτη βρέθηκε ότι το διοξείδιο του αζώτου αυξάνει τον αριθμό των υποδοχέων στους πνεύμονες με τους οποίους συνδέεται ο κορονοϊός κατά 100 φορές. Επίσης, αθλητές οι οποίοι πάσχουν από διαβήτη και υπέρταση εκδηλώνουν αυξημένο αριθμό υποδοχέων (ΑCE) με τους οποίους συνδέεται ο κορονοϊός.

Με τα έως τώρα δεδομένα δεν έχει αποδειχθεί μεταδοτικότητα της μόλυνσης μέσω αερογενώς μεταφερομένων σωματιδίων σε αθλητές. Φαίνεται όμως ότι οι αθλητές που αθλούνται σε καθαρό περιβάλλον, αν δεν έρχονται σε στενή επαφή μεταξύ τους, είναι ασφαλείς.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά