Το πέλμα

Το πέλμα είναι μια από τις πιο πολύπλοκες και εντυπωσιακές δομές και η κατασκευή του είναι ιδανικά εξειδικευμένη ώστε να εκτελεί τις πολύπλοκες λειτουργίες της ισορροπίας και της μετακίνησης του σώματος.

Το πέλμα

Αποτελείται από 23 οστά, 33 αρθρώσεις, περισσότερους από 100 συνδέσμους, τένοντες και μύες, 250000 ιδρωτοποιούς αδένες. Διαθέτει εκατομμύρια αισθητικούς υποδοχείς και περισσότερες από 7000 νευρικές απολήξεις που καταγράφουν και μεταφέρουν τις σημαντικές πληροφορίες στον εγκέφαλο και σχετίζονται με το έδαφος με το οποίο έρχεται σε επαφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό των κατοίκων της αρχαίας Θήρας οι οποίοι συνήθιζαν να περπατούν ξυπόλητοι για να ελέγχουν τη δραστηριότητα του ηφαιστείου, νιώθοντας τη θερμοκρασία και τις δονήσεις της γης.

Η σχέση μεταξύ πέλματος-εγκεφάλου είναι δυναμική και όταν ενεργοποιείται κατά την κίνηση το σύστημα των υποδοχέων και των νευρικών οδών, δρώντας συνεργικά, παρέχει σταθερότητα, ισορροπία, πρόσφυση στο έδαφος, δύναμη και απορρόφηση κραδασμών, με αποτέλεσμα η δυναμική κίνηση να γίνεται αρμονική και σίγουρη. Όσο περισσότερο διεγείρεται η οδός τόσο περισσότερη νευροπλαστικότητα αναπτύσσεται στις περιοχές του εγκεφάλου που χρησιμοποιείται κατά την κίνηση. Νευροπλαστικότητα είναι η ικανότητα του εγκεφάλου να αναγεννάται και να δημιουργεί νέες συνάψεις μέσω της κατάλληλης διέγερσης. Για παράδειγμα, κάθε φορά που τρέχουμε βελτιώνουμε την αποτελεσματικότητα της διαδρομής του νευρικού κυκλώματος (υποδοχέας-νευρική ίνα- εγκέφαλος-ΚΝΣ-απάντηση δηλαδή κίνηση). Η απτική αίσθηση της θέσης και της κίνησης (κιναισθησία) του σώματος, καθώς και η τροποποίηση ή ρύθμιση ως απάντηση σε ένα εσωτερικό ή εξωτερικό ερέθισμα διαμορφώνουν τη συμμετρία-αρμονία στις κινήσεις, στο περπάτημα και στο τρέξιμο (αυτορύθμιση).

Κατά το τρέξιμο η δύναμη κρούσης του πέλματος στο έδαφος είναι περισσότερη από το τριπλάσιο του βάρους του σώματος. Εντούτοις, η απορρόφηση των κραδασμών και η μετατροπή της ελαστικής ενέργειας σε κινητική οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στην αρχιτεκτονική της ποδικής καμάρας η οποία λειτουργεί σαν ελατήριο ελαστικής παλινδρόμησης και εκτοξεύει το πόδι από το έδαφος. Ταυτόχρονα συσπώνται οι μύες του άκρου ποδός και της κνήμης και συμπιέζουν τις φλέβες με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η προώθηση του αίματος προς την καρδιά. Γι’ αυτό τον λόγο η ποδική καμάρα ονομάζεται περιφερική καρδιά.

Το άκρο πόδι διαιρείται σε τρία μέρη: το οπίσθιο, το μέσο και το πρόσθιο. Το οπίσθιο τμήμα όταν έρχεται πρώτο σε επαφή με το έδαφος απορροφά καλύτερα τον αντίκτυπο, μετατρέποντας την κάθετη κίνηση σε ελαφρώς περιστροφική και οριζόντια, ενώ το πρόσθιο τμήμα είναι υπεύθυνο για την ανύψωση του άκρου από το έδαφος. Πολλοί δρομείς προτιμούν το τρέξιμο στις μύτες, σε πολλές όμως μελέτες έχει αποδειχθεί λιγότερο αποδοτικό ενώ μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς στον αστράγαλο και στο πέλμα.

Σε κάθε περίπτωση το στυλ του τρεξίματος καθορίζεται από τον εγκέφαλο μέσω των πληροφοριών που λαμβάνει από όλα τα όργανα και ιδίως από το πέλμα.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά