Ηλίθιοι, πανηλίθιοι και δεν συμμαζεύεται σε μέρες καραντίνας

Μετρημένες κουβέντες ενός έγκλειστου κι ένα γιατρικό κόντρα σε ηλίθιους και πανηλίθιους.

Ηλίθιοι, πανηλίθιοι και δεν συμμαζεύεται σε μέρες καραντίνας

Η Ελλάδα του κορονοϊού. Της καραντίνας και της μοναξιάς. Που είναι δεδομένο ότι αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να διαχειριστεί μια κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη.

Ο έφηβος ή η έφηβη με πολλά εργαλεία στα χέρια του. Με τα social media να τους παρέχουν θεωρητικά, το δικαίωμα στην επικοινωνία. Με τη δυνατότητα πρόσβασης μέσω του διαδικτύου στο θέαμα και στην ενημέρωση. Το κυριότερο με τη γνώση ότι ακόμα και αν νοσήσουν, λογικά, δεν θα πεθάνουν.

Με τον υπερήλικα να βιώνει εντελώς διαφορετικά αυτό που συμβαίνει. Γνωρίζοντας ότι ο θάνατος τον ψάχνει. Έχοντας μείνει λόγω ηλικίας μακριά από την ιντερνετική πραγματικότητα.

Κορονοϊός: Βούρκωσε ο Τσιόδρας όταν μίλησε για ηλικιωμένους και γονείς (vid)

Με μοναδικό μέσο επικοινωνίας το μπαλκόνι, στο οποίο αναζητά το βλέμμα του γείτονα. Ένα χαμόγελo, ένα νεύμα, κάτι από την άνοιξη που μπήκε προχθές.

Υπάρχει και η ενδιάμεση κατάσταση. Αυτή του μεσήλικα. Με λίγο από διαδίκτυο, δηλαδή ενημέρωση. Λίγο θέαμα, λίγο από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και μπαλκόνι. Φυσικά τηλεόραση και τηλέφωνο.

Κι από εκεί και πέρα, κατηγορίες πολλές, άνευ ηλικίας. Ο ηλίθιος που βολτάρει λες και δεν τρέχει τίποτα. Ο μάγκας που ξέρει ότι δεν θα κολλήσει. Η χαζή που βάζει μάσκα και πιστεύει ότι τη βλέπει ο ιός και το βάζει στα πόδια. Ο πανηλίθιος που κόλλησε στα διόδια.

Ποιος κορονοϊός; Πάρτι σε φοιτητική εστία, Μητροπολίτης τέλεσε τους Χαιρετισμούς με ανοικτές πόρτες

Αλλά κι αυτός που βρίσκει ευκαιρία να πει πόσο καλά τα κάνει η κυβέρνηση και έχουμε μόνο –αλήθεια μόνο- δεκατρείς νεκρούς.

Αυτός που βλέπει τον συμπαθή κύριο Τσιόδρα και λέει ότι είναι όλα καλώς καμωμένα.

Άσχετα από το γεγονός ότι ο τελευταίος καθημερινά –εμμέσως πλην σαφώς- μας λέει πως αν νοσήσουμε βαριά, η χώρα δεν φρόντισε τα προηγούμενα χρόνια να φτιάξει ένα ισχυρό σύστημα υγείας και θα είναι δύσκολο να μας βοηθήσει όσο θα έπρεπε.

Επίσης, αυτός που φόρτωσε χαρτιά υγείας από το σούπερ μάρκετ, αυτός που έσπευσε στο φαρμακείο να βρει την ουσία που ακούστηκε ότι μπορεί να βοηθά.

Αυτός που άκουσε ότι θα… δανείσει ή θα χάσει το δώρο του Πάσχα, αλλά επιμένει ότι θα το πάρει κανονικά –έτσι του είπαν, έτσι λέει-, αυτός που είναι πλέον σε άδεια άνευ αποδοχών, αυτός που δουλεύει κανονικά αλλά δεν ξέρει αν θα πληρωθεί στην ώρα του –και πριν δεν πληρωνόταν στην ώρα του-, αυτός που δουλεύει από το σπίτι και έχει ξεχάσει τι σημαίνει ωράριο…

Ακόμα, αυτός που τα βλέπει όλα στραβά γιατί του φταίνε όλα και όλοι. Που οι νυν τα κάνουν όλα στραβά, αλλά οι προηγούμενοι τα έκαναν όλα τέλεια.

Ο κορονοϊός έχει πολλά κακά και ένα από αυτά είναι πως μας ξεγυμνώνει. Στις δύσκολες καταστάσεις που μάλιστα έχουν μεγάλη διάρκεια, οι μάσκες φεύγουν. Όχι αυτές του φαρμακείου, αλλά αυτές που φοράμε καθημερινά εδώ και χρόνια.

Υπομονή, σοβαρότητα, μετρημένες κουβέντες, φυσικά όχι πανικός αλλά επίγνωση του πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση που βιώνουμε, είναι ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης. Η συνέχεια είναι δύσκολη κι απ’ ότι φαίνεται μεγάλης διάρκειας.

ΥΓ.: Ίσως η λύση στη μοναξιά μας σε μέρες εγκλεισμού θα ήταν το βιβλίο. Παρέα στη μοναξιά μας. Το βιβλίο στα χέρια μας σβήνει την τηλεόραση, δεν φορτώνει τα χαρτιά υγείας στο αυτοκίνητο για να πάμε στην επαρχία, δίνει απάντηση στο ερώτημα αν ο κορονοϊός κολλά στην εκκλησία. Μόνο που δεν γίνεται να ξυπνήσεις ένα πρωί και να αντιληφθείς ότι το διάβασμα δεν είναι αγγαρεία.