Εργοθεραπευτές: «Ασαφές και επικίνδυνο το νομοσχέδιο για την ψυχική υγεία»
Ζητούν την απόσυρσή του
Την απόσυρση του νομοσχεδίου για την ψυχική υγεία του υπουργείου Υγείας και απεξάρτηση ζητά ο Πανελλήνιος Σύλλογος Εργοθεραπευτών, καθώς το κρίνει επικίνδυνα ασαφές και επιφανειακό.
Ο ΠΣΕ επίσης, καταγγέλει την παντελή απουσία της εργοθεραπείας στο σχέδιο νόμου γεγονός που καταδεικνύει την άγνοια του συντάκτη για την προσφορά του κλάδου στην ψυχική υγεία.
Ειδικότερα, με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας, για την ψυχική υγεία και απεξάρτηση, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Εργοθεραπευτών, τονίζει ότι είναι γενικόλογο, ασαφές και επιφανειακό και αυτό αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο, εάν το συγκεκριμένο γίνει νόμος του κράτους, να πλαισιωθεί από σειρά υπουργικών αποφάσεων αμφιβόλου έως και επικίνδυνου αποτελέσματος.
H ανακοίνωση:
Η υγεία των πολιτών της χώρας και ειδικότερα ένα από τα πιο ευαίσθητα στοιχεία της, η ψυχική υγεία, δεν μπορεί να στερηθεί τα δημόσια και συμπεριληπτικά της θεμέλια. Στο πλαίσιο αυτό συντασσόμαστε με πολλές από τις διαφωνίες των φορέων και σωματείων του χώρου και ζητάμε έστω και τώρα την απόσυρση του και την αναλυτική συζήτηση του με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς της ψυχικής υγείας.
Ως επαγγελματίες στην υγεία και πιο ειδικά στη συγκεκριμένη περίπτωση σε πληθώρα (ανοιχτών-κλειστών, ψυχιατρικών και απεξάρτησης) πλαισίων και (κοινωνικών/κοινοτικών και κατάρτισης) δομών ψυχικής υγείας, παραθέτουμε κάποιους από τους πολλούς προβληματισμούς μας.
Συγκεκριμένα:
Στο σύνολο του σχεδίου νόμου δεν γίνεται καμιά αναφορά στις σοβαρές ελλείψεις σε σχετικές δομές και υπηρεσίες ψυχικής υγείας στην επικράτεια, ούτε στα σοβαρά προβλήματα που υφίστανται οι ήδη υπάρχουσες δομές που πρόκειται να «διασυνδεθούν», μέσω του προτεινόμενου μοντέλου, Εθνικό Δίκτυο Ψυχικής Υγείας (ΕΔΥΨΥ), όσο και στους πιθανούς τρόπους αντιμετώπισής τους και βελτίωσης της λειτουργίας τους.
Καταγγέλλουμε την απουσία της όποιας αναφοράς στο 90σέλιδο σχέδιο νόμου στην Εργοθεραπεία ή στις εργοθεραπεύτριες/στους εργοθεραπευτές. Η παράλειψη αυτή μας γεμίζει θλίψη και αγανάκτηση, καθώς από τις πρώτες κιόλας προσπάθειες για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη χώρα, οι εργοθεραπεύτριες/εργοθεραπευτές, παρέχοντας δεκαετίες τώρα εξειδικευμένες υπηρεσίες και παρεμβάσεις, συμμετέχουν καθημερινά και ενεργά στη δημόσια φροντίδα, την ανεξαρτητοποίηση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με ψυχικές διαταραχές. Για τον λόγο αυτό, θεωρούμε επιτακτική/απαραίτητη τη στελέχωση με εργοθεραπεύτριες/ ές του συνόλου των διεπιστημονικών διευθύνσεων και οργάνων συντονισμού των υπηρεσιών ψυχικής υγείας
Σε κανένα σημείο δεν αναφέρεται πως θα καλυφθεί η παροχή υπηρεσιών στους ανασφάλιστους συμπολίτες οι οποίοι και αφορούν μεγάλο τμήμα των ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Είναι εντελώς ασαφής η μεθοδολογία της σύστασής του προτεινόμενου μοντέλου και ο τρόπος της ουσιαστικής λειτουργίας του. Πιο συγκεκριμένα, ενώ στο σχέδιο νόμου καταγράφεται ως σκοπός του ΕΔΥΨΥ η οργάνωση των υπηρεσιών και του νομικού του πλαισίου, στις εξουσιοδοτικές του διατάξεις γίνεται απλή κατανομή της ευθύνης (σε Υπουργούς, Υποδιοικητές κλπ.) της διαχείρισης των απαιτούμενων μεταβολών, χωρίς τις απαραίτητες αναφορές στο πως αυτές θα γίνονται, από ποιους και με ποιο χρονοδιάγραμμα.
Είναι θολός και ο τρόπος λειτουργίας του νέου οργανισμού, που θα προκύψει από την «ένωση» των επί μέρους δομών ψυχικής υγείας, ακόμα και σε βασικά ζητήματα παροχής ψυχιατρικής μέριμνας (όπως είναι η συμμετοχή όλων των φορέων που ανήκουν στο ΕΔΥΨΥ με το σύνολο του προσωπικού τους στο εκάστοτε ισχύον πρόγραμμα εφημεριών του Ε.Σ.Υ.).
Στο σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι ο Εθνικός Οργανισμός Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων (ΕΟΠΑΕ) θα είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με προφανή σκοπό την κατάργηση του δημόσιου και πλουραλιστικού χαρακτήρα της απεξάρτησης. Οι μαρτυρίες όμως των φορέων με εμπειρία στις εξαρτήσεις, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, δείχνουν ότι ο δημόσιος και μόνο χαρακτήρας της απεξάρτησης έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Με το σκεπτικό αυτό, προτείνουμε ο ΕΟΠΑΕ να ενταχθεί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), με εξειδικευμένο προσωπικό όλων των απαραίτητων ειδικοτήτων της ψυχικής υγείας και όχι εξωτερικούς συνεργάτες με δελτίο παροχής υπηρεσιών.
Όσον αφορά στο προσωπικό, δυσλειτουργική και με πολλά και εδώ ερωτήματα μοιάζει να είναι η «μετακίνηση» του συνόλου των εργαζομένων από τους διάφορους φορείς και τα Υπουργεία στους νέους οργανισμούς καθώς και την μετακίνηση-μετάταξη του ιατρικού, αλλά και λοιπού προσωπικού, μεταξύ των μονάδων του ίδιου Πε.Δ.Υ.Ψ.Υ. Τέτοιου είδους πρακτικές οδηγούν στην απαξίωση της επιστημονικής οντότητας των ανθρώπων που εργάζονται στην ψυχική υγεία και συνεπακόλουθα στην υποβάθμιση της ποιότητας των αντίστοιχων παρεχόμενων υπηρεσιών που προσφέρουν.
Αναφορικά με τη σύσταση του Μητρώου Μονάδων Ψυχικής Υγείας (Μ.Ψ.Υ.) Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου πιστεύουμε ότι είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Θεωρούμε όμως παράλληλα ότι είναι απολύτως απαραίτητο να προσδιοριστεί η διαδικασία ελέγχου της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχουν. Ποιες θα είναι οι μέθοδοι εποπτείας των φορέων αυτών; Ποια είναι τα ελάχιστα κριτήρια για την αξιόπιστη λειτουργία τους; Πώς θα δίνονται οι αποζημιώσεις από τον ΕΟΠΥΥ; Δεν θα πρέπει να ορίζονται οι παράμετροι που προσδίδουν τον κερδοσκοπικό ή μη, χαρακτήρα τους, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία εξαρχής ενός θολού πλαισίου λειτουργίας τους;
Πολύ γενική και ασαφής η αναφορά για την δημιουργία νέων δομών. Είναι επιτακτική η δημιουργία πολύ στοχευμένων δομών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και όχι σωφρονισμού (κυρίως σε οτι αφορά ανήλικους), με ένα ιδιαιτέρως εκπαιδευμένο προσωπικό, το οποίο δεν εξασφαλίζεται με την ελαστική σχέση εργασίας που προωθεί το νέο νομοσχέδιο.
Σημαντικοί όμως είναι και οι προβληματισμοί μας, για τη στελέχωση του νέου φορέα. Ξεκινώντας από τον επικεφαλής-αρμόδιο για θέματα ψυχικής υγείας Υποδιοικητή της κάθε Υγειονομικής Περιφέρειας, θεωρούμε ότι η υπερσυγκέντρωση καθηκόντων/υπερεξουσιών καθιστά απολύτως επισφαλή την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία συνολικά των προτεινόμενων νέων φορέων. Επιπρόσθετα, κρίνεται αναγκαίος ο αναλυτικός προσδιορισμός, πέραν της διαδικασίας διορισμού, των απαραίτητων προσόντων κάλυψης της συγκεκριμένης θέσης ευθύνης, της διάρκειας της θητείας του κλπ., ώστε να αρθούν πιθανά ερωτηματικά ως προς τη διαφάνεια των κάθε φορά διαδικασιών ανάδειξής του.