Eurogroup: Η σύσφιξη των δημοσιονομικών κανόνων και τα περιθώρια ελιγμών

Ο Κωστής Χατζηδάκης θα παραστεί για πρώτη φορά ως υπουργός Οικονομικών στο Eurogroup.

Eurogroup: Η σύσφιξη των δημοσιονομικών κανόνων και τα περιθώρια ελιγμών

Το «βάπτισμα του πυρός» στο κορυφαίο όργανο διαμόρφωσης των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης, λαμβάνει σήμερα ο νέος υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, καθώς για πρώτη φορά θα συμμετέχει στο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών.

Η ανάληψη των νέων καθηκόντων του κ. Χατζηδάκη, συμπίπτει ουσιαστικά με την έναρξη της μεγάλης συζήτησης σε επίπεδο Ευρωζώνης, για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο – μετά από μια μακρά περίοδο χαλάρωσης λόγω της πανδημίας – θα κρίνει το εύρος και το χρονοδιάγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής με βασικό οδηγό τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών του Βορρά, έχουν λάβει θέσεις μάχης, πιέζοντας για αυστηρότερους κανόνες, εν αντιθέσει με το Νότο που τάσσεται υπέρ της συνέχισης της δημοσιονομικής χαλάρωσης.

Η Κομισιόν απαιτεί να αποσυρθούν όλα τα μέτρα στήριξης που έχουν απομείνει, όπως η επιδότηση του ρεύματος και ταυτόχρονα ζητά από τις κυβερνήσεις την εφαρμογή σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής που θα διασφαλίζει την επίτευξη υψηλών πλεονασμάτων στους κρατικούς προϋπολογισμούς.

Η μεγάλη πρόκληση για το νέο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο είναι να συγκεράσει τη δημοσιονομική πειθαρχεία, με έμφαση στον περιορισμό των δαπανών, και τη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία.

Σύμφωνα με τη γενική ρήτρα που έχει θέσει η Κομισιόν, η ετήσια αύξηση των δημοσίων δαπανών δεν θα πρέπει να ξεπερνάει το 2,6%.

Για τη χώρα μας αυτό συνεπάγεται ότι οι όποιες παροχές δεν θα πρέπει να υπερβούν τα 2,6 – 2,7 δισ. ευρώ, δεδομένου ότι το συνολικό ύψος των πρωτογενών δαπανών αγγίζει τα 106 δισ. ευρώ.

Η εποχή που μέσω ενισχύσεων, επιδομάτων και άλλων παρεμβάσεων «μοιράστηκαν» περισσότερα από 55 δισ. ευρώ μέσα σε περίπου μια τριετία πέρασε ανεπιστρεπτί.

Μοναδικά «παράθυρα» διαφυγής από τον αυστηρό οριζόντιο δημοσιονομικό κανόνα, οι αλλαγές στο μίγμα των φόρων και οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ Βρυξελών και κρατών – μελών, υπό την προϋπόθεση ότι οι προϋπολογισμοί οδηγούν σε καθοδική τροχιά το χρέος τους. Εάν οι δείκτες υποδηλώνουν βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα, τότε τα κράτη θα έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής (μειώσεις φόρων, κοινωνικές ενισχύσεις κ.αλ.

Πάντως, σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα με δεδομένο το υψηλό δημόσιο χρέος θα πρέπει τα επόμενα χρόνια να επιστρέψει σε μόνιμα πρωτογενή πλεονάσματα, τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ, όπως άλλωστε προβλέπει και το Πρόγραμμα Σταθερότητας.

Με βάση το Μεσοπρόθεσμο 2023 – 2026 που κατατέθηκε τον Απρίλιο στην Κομισιόν, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα αναθεωρήθηκε στο 1,1% του ΑΕΠ για το 2023 από 0,7% του ΑΕΠ που ήταν η εκτίμηση στον προϋπολογισμό για να ανέβει στο 2,1% του ΑΕΠ για το 2024, στο 2,3% το 2025 και στο 2,5% το 2026. Αντίστοιχα, το χρέος της γενικής κυβέρνησης που παρακολουθούν οι θεσμοί αναμένεται να μειωθεί σε 162,6% του ΑΕΠ το 2023, 150,8% το 2024, 142,6% το 2025 και 135,2% το 2026.

Εκτός απροόπτου σήμερα το Eurogroup θα επαναλάβει τις συστάσεις για δημοσιονομική σύσφιξη εν όψει ενόψει της κατάρτισης των προϋπολογισμών του επόμενου έτους από τα κράτη – μέλη, τα προσχέδια των οποίων θα σταλούν τον Οκτώβριο στις Βρυξέλλες.

Πηγή: ertnews.gr