Τράπεζες – στεγαστικά: Χωρίς κόστος μετατροπή του επιτοκίου σε σταθερό

Οι εκτιμήσεις των αναλυτών ότι η ΕΚΤ όχι μόνο θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια αλλά θα τα διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα και τον επόμενο χρόνο ωθεί τους δανειολήπτες στην απόφαση να μετατρέψουν τις συμβάσεις τους από κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό.

Τράπεζες – στεγαστικά: Χωρίς κόστος μετατροπή του επιτοκίου σε σταθερό

Η σχεδόν σίγουρη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει την αυξητική τάση των επιτοκίων τους επόμενους μήνες οδηγεί πλέον μαζικά τους δανειολήπτες είτε να μετατρέψουν τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών τους δανείων σε σταθερά είτε να «κλειδώσουν» τη δόση, προκειμένου να εξασφαλίσουν σταθερότητα στο κόστος της δανειακής σύμβασης για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα.

Η Κριστίν Λαγκάρντ την περασμένη εβδομάδα υπογράμμισε ότι η ΕΚΤ δεν εξετάζει να προχωρήσει σε παύση στις αυξήσεις επιτοκίων. «Έχουμε ολοκληρώσει αυτό το ταξίδι; Όχι. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στον προορισμό μας. Έχουμε ακόμα έδαφος να καλύψουμε; Ναι, έχουμε ακόμα έδαφος να καλύψουμε. Αν δεν υπάρξει κάποια ουσιώδης αλλαγή, είναι πολύ πιθανό να αυξήσουμε τα επιτόκια τον Ιούλιο, το οποίο δεν αποτελεί ιδιαίτερη έκπληξη», δήλωσε.

Μάλιστα σχεδόν όλες οι εκτιμήσεις των αναλυτών συγκλίνουν όχι μόνο στο γεγονός ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, αλλά και ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα όχι μόνο για το 2023, αλλά και για τον επόμενο χρόνο. Ετσι, παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες εφαρμόζουν πρόγραμμα «παγώματος» των επιτοκίων στα υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια στα επίπεδα του Μαρτίου έως και τον Μάρτιο 2024, η ανησυχία που επικρατεί είναι αρκετή ώστε να ωθήσει σημαντική μερίδα των δανειοληπτών στην απόφαση να μετατρέψουν τις συμβάσεις τους από κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό.

Όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη με εξειδίκευση στη στεγαστική πίστη, τις τελευταίες εβδομάδες παγιώνεται στην αγορά μια τάση μετατροπής των στεγαστικών δανείων που είχαν συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο σε σταθερό επιτόκιο μεγάλης διάρκειας (κυρίως 5 ετών). «Η αιτία είναι προφανής» σημειώνουν οι ίδιες πηγές «καθώς η επιμονή του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα συντηρεί την αγωνία των δανειοληπτών για την εξέλιξη των επιτοκίων μετά τη λήξη της περιόδου «παγώματος» που έχουν εφαρμόσει οι τράπεζες».

Ίδια εικόνα επικρατεί και στους νέους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων καθώς έξι στους δέκα νέους πελάτες επιλέγουν σήμερα σταθερό επιτόκιο, διάρκειας από 10 έως 20 έτη, με το υπόλοιπους τέσσερις να μοιράζονται μεταξύ εκείνων που αιτούνται δανείου είτε πολύ σύντομης διάρκειας (3-5 έτη) είτε μεγάλης (25 - 30 ετών αντίστοιχα).

Ο ρόλος των τραπεζών

Οι τράπεζες από την πλευρά τους, βλέποντας την τάση που διαμορφώνεται στην αγορά, σπεύδουν σε πολλές περιπτώσεις να ενημερώσουν οι ίδιες τους δανειολήπτες για τη δυνατότητα μετατροπής των υφιστάμενων κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά.

Μάλιστα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον όπως είναι αναμενόμενο προέρχεται από τους δανειολήπτες και ειδικά εκείνους που έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο την δεκαετία 2010 – 2020 οι οποίοι και επιβαρύνονται με υψηλό περιθώριο (spread) που υπερβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και το 4%. Βέβαια με το Euribor εκείνης της περιόδου να είναι αρνητικό το κόστος ήταν διαχειρίσιμο κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα που το euribor έχει διαμορφωθεί πάνω από το 3,5% και εκτοξεύοντας το τελικό επιτόκιο στο 7,4%.

Οι τράπεζες, αντιλαμβανόμενες την πίεση που δέχονται οι δανειολήπτες αλλά και τον κίνδυνο κάποια από αυτά τα δάνεια να κοκκινίσουν, δίνουν τη δυνατότητα μετατροπής αυτών των συμβάσεων σε σταθερού επιτοκίου, χωρίς κόστος ή με ελάχιστη επιβάρυνση που δεν ξεπερνάει τα 100 ευρώ. Προϋπόθεση είναι τα δάνεια αυτά να εξυπηρετούνται κανονικά, δηλαδή να μην έχουν ρυθμιστεί μέχρι σήμερα λόγω καθυστέρησης, ενώ μετά τη λήξη της σταθερής διάρκειας που θα επιλέξει ο δανειολήπτης, το επιτόκιο μετατρέπεται ξανά σε κυμαινόμενο με βάση το περιθώριο που είχε συμφωνηθεί αρχικά.

Τα σημερινά τιμολόγια

Το κόστος για ένα στεγαστικό δάνειο με σταθερό επιτόκιο κυμαίνεται σήμερα από 3,50% για διάρκεια τριών ετών έως και 5,05% για 30 έτη, όταν το ίδιο διάστημα πέρυσι τα συγκεκριμένα επιτόκια είχαν διαμορφωθεί σε 2,70% και 4,85% αντίστοιχα. Πιο αναλυτικά:

Η Alpha Bank προσφέρει σήμερα σταθερό επιτόκιο 3,60% για τα πρώτα πέντε έτη, ενώ για 10 χρόνια αυτό διαμορφώνεται στο 4,00%. Το σταθερό 15 ετών είναι στο 4,20% και των 20 ετών στο 4,60%. Τα επιτόκια της τράπεζας προσαυξάνονται κατά 0,30% σε περίπτωση χρηματοδότησης άνω του 60% της εκτιμώμενης αξίας του ακινήτου. Μετά τη λήξη της σταθερής περιόδου ο δανειολήπτης μπορεί να επιλέξει μεταξύ σταθερού ή κυμαινόμενου επιτοκίου, με βάση το Euribor 3M πλέον του αντίστοιχου περιθωρίου του προϊόντος.

Η Eurobank προσφέρει σήμερα δάνειο για αγορά, κατασκευή, επισκευή ακινήτου με σταθερό επιτόκιο 3,50% για διάρκεια τριών ετών και 3,60% για διάρκεια πέντε ετών. Για σταθερό επιτόκιο διάρκειας 10 ετών η τιμολόγηση είναι 4,30%, ενώ για δάνεια άνω της 15ετίας και έως 30 έτη το σταθερό επιτόκιο διαμορφώνεται εξίσου στο 4,60%. Αξίζει να αναφερθεί πως το επιτόκιο παραµένει σταθερό για όλη τη διάρκεια του δανείου ή για την αρχική περίοδο και εν συνεχεία, µετατρέπεται αυτόµατα σε κυµαινόµενο (Euribor 3m πλέον περιθωρίου), έως τη λήξη του δανείου. Τα σταθερά επιτόκια ενδέχεται να διαφέρουν ανάλογα µε το είδος εξασφάλισης του δανείου.

Το σταθερό επιτόκιο για τρία έτη της Εθνικής Τράπεζας διαμορφώνεται από 3% – 3,30% για τρία έτη, 3,50% – 4% για πέντε έτη, 4% – 4,40% για 10 έτη, 4,30% – 4,60% για 15 έτη, 4,50% – 4,80% για 20 έτη, 4,60% – 4,90% για 25 και 30 έτη. Στην ΕΤΕ η συνολική διάρκεια του δανείου ανέρχεται έως τα 40 έτη. Σε περίπτωση, λοιπόν, που η διάρκεια υπερβαίνει την περίοδο σταθερού επιτοκίου τότε ισχύει Euribor τριμήνου πλέον σταθερού περιθωρίου (2,25% ή 2,75%).

Τέλος, η Τράπεζα Πειραιώς εφαρµόζει επιτόκια σταθερά από 3,35% έως 4,80% για διάρκεια από τρία έως 30 έτη.

πηγή: News247